Κοινή συνέντευξη του πρωθυπουργού Α. Τσίπρα και του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκου Αναστασιάδη

Α. ΤΣΙΠΡΑΣ: Είχα σήμερα την ιδιαίτερη τιμή και την χαρά να καλωσορίσω τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας κ. Αναστασιάδη του οποίου η επίσκεψη εδώ, όπως και η δική μου στη Λευκωσία αλλά και του Πρόεδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας του κ. Παυλόπουλου, αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων μας, υπογραμμίζουν τους σταθερούς, ισχυρούς αδελφικούς δεσμούς, μεταξύ της Ελλάδας και της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Στο πλαίσιο των συνομιλιών μας σήμερα, είχαμε την ευκαιρία να τονίσουμε – για μια ακόμη φορά – τη σημασία που έχει η συνεργασία των δυο  χωρών, των χωρών μας σε μια περίοδο που χαρακτηρίζεται από πολύ σημαντικές περιφερειακές προκλήσεις στην ευρύτερη περιοχή.

Η Ελλάδα και η Κύπρος αποτελούν πυλώνα σταθερότητας, πεδίο σταθερότητας, σε μια ευρύτερη περιοχή συγκρούσεων και σοβαρών κρίσεων, σε μια ευρύτερη περιοχή που το τελευταίο διάστημα είναι περιοχή αποσταθεροποίησης.

Η διμερής συνεργασία μας, αλλά και ο συντονισμός των δύο χωρών μας στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του ΟΗΕ και άλλων διεθνών οργανισμών αποτελεί στέρεη βάση και εγγύηση για την αποτελεσματικότητα της πολιτικής μας, για την  ειρήνη και την σταθερότητα στην ευρύτερη περιοχή.

Συμφωνήσαμε, μεταξύ άλλων, για τη σύγκληση τριμερούς διάσκεψης Αιγύπτου-Ελλάδας-Κύπρου, την αμέσως επόμενη περίοδο, στη Λευκωσία. Θεωρούμε ότι η συνέχιση αυτής της πρωτοβουλίας συμβάλλει ουσιαστικά στην συνεργασία τριών κρατών με σημαντικό ρόλο στην εξασφάλιση της ειρήνης και της σταθερότητας στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.

Δεν θεωρούμε ότι αυτή η τριμερής συνεργασία πρέπει να αφορά αποκλειστικά στις τρεις χώρες. Αποτελεί έναυσμα, πρόκληση και πρόσκληση και προς άλλες δυνάμεις να έρθουν να συμβάλλουν στη συνεργασία για την ανάπτυξη όλων των κρατών της περιοχής μας, επί τη βάσει, βεβαίως, του διεθνούς δικαίου. Και όταν μιλάμε για το Διεθνές Δίκαιο πάντοτε συμπεριλαμβάνουμε  το σεβασμό στη Σύμβαση του ΟΗΕ, για το Δίκαιο της Θάλασσας.

Πρώτη προτεραιότητά μας, στρατηγικός μας στόχος –ο οποίος είναι βέβαια άρρηκτα συνδεδεμένος με την εξασφάλιση της ειρήνης και της σταθερότητας της περιοχής-, είναι και θα παραμείνει η προσήλωσή μας στη συνέχιση μέχρι τελικής ευόδωσης των δικοινοτικών συνομιλιών.

Για την εξεύρεση συμφωνημένης, δίκαιης και βιώσιμης λύσης του Κυπριακού, προς όφελος του Κυπριακού λαού, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, και στο πλαίσιο, πάντα, της διεθνούς νομιμότητας.

Τις δυσκολίες, αλλά και προοπτικές της όλης πορείας επίλυσης του Κυπριακού είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε σε βάθος, σήμερα, με τον Πρόεδρο Ν. Αναστασιάδη.

Εμμείναμε βεβαίως στο ζήτημα των ως τώρα προκλητικών δραστηριοτήτων της Τουρκίας στο νότιο τμήμα της Κυπριακής ΑΟΖ και τις σοβαρές επιπτώσεις που είχαν για την επίλυση του Κυπριακού. Και βέβαια την απαρέγκλιτη ανάγκη μη επανάληψης παρόμοιων προκλητικών παρεμβάσεων.

Επισημάναμε, ωστόσο, ότι μετά την απόσυρση του ερευνητικού σκάφους «Μπαρμπαρος» αλλά και το τέλος της NAVTEX στις 6 Απριλίου,  έχουν αρχίσει να διαμορφώνονται καλύτερες συνθήκες για την επανέναρξη των διακοινοτικών συνομιλιών. Συνομιλιών που όπως τονίσαμε, υποστηρίζουμε με σκοπό και με στόχο την εξεύρεση μιας δίκαιης και βιώσιμης λύσης του Κυπριακού ζητήματος, επί τη βάσει των αποφάσεων του ΟΗΕ, για μια δικοινοτική, διζωνική ομοσπονδία με μία κυριαρχία, μία διεθνή προσωπικότητα και μία ιθαγένεια.

Βεβαίως, είχα την ευκαιρία να ενημερώσω τον κ. Πρόεδρο και για τις εξελίξεις τόσο στο Ευρωπαϊκό πεδίο, τη διαπραγμάτευση που είναι σε εξέλιξη της Ελλάδας με τους Ευρωπαίους εταίρους αλλά και τις πρωτοβουλίες που πήρε η Ελληνική Κυβέρνηση, το τελευταίο διάστημα, τόσο σε ότι αφορά την επίσκεψή μου στη Ρωσική Ομοσπονδία, αλλά και τις ευρύτερες εξελίξεις.  Άλλωστε, είναι απολύτως κατανοητό. Ζούμε σε ένα κοινό χώρο, πεδίο σταθερότητας και ασφάλειας, αλλά οι εξελίξεις στην Ελλάδα επηρεάζουν την Κύπρο, οι εξελίξεις στην Κύπρο επηρεάζουν την Ελλάδα. Συνεπώς, θα πρέπει να συνεχίσουμε να είμαστε σε αγαστή συνεργασία με κοινό στόχο την εξασφάλιση της προόδου και της ευημερίας των λαών μας, της σταθερότητας και της συνεργασίας στην ευρύτερη περιοχή.

Ν. ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΗΣ: Καταρχήν, να μου επιτρέψετε να εκφράσω όχι απλά τις θερμότατες ευχαριστίες του ιδίου του Κυπριακού λαού αλλά την ευγνωμοσύνη μας, για την άδολη συμπαράσταση και συμπαράταξη με την Κύπρο και της βοηθείας που τυγχάνουμε, στην προσπάθεια επίλυσης του Κυπριακού προβλήματος. Σας ευχαριστώ πραγματικά, γιατί με την σημερινή συνάντηση την οποία θεώρησα ως καθήκον και υποχρέωσή μου να ενημερώσω την ελληνική κυβέρνηση για τις τελευταίες εξελίξεις που αφορούν το Κυπριακό πρόβλημα, το οποίο θεωρείται ένα μέγα εθνικό θέμα και να ενημερώσω αλλά και να τύχω και μετά ευαρεσκείας το λέω, μετ’ ευχαριστήσεως της απολύτου υποστηρίξεως από πλευράς του Πρωθυπουργού κ. Τσίπρα, αφού από την μια απεσύρθη το «Μπαρμπαρός», ενώ από την άλλη δεν ανανεώθηκε  η οδηγία προς ναυτιλλόμενους, όπως λέγεται και η παραβίαση της κυριαρχίας στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη της Κύπρου. Δημιουργούνται, δηλαδή, εκείνες οι προϋποθέσεις, που επιτρέπουν στην ελληνοκυπριακή πλευρά να επανέλθει στην τράπεζα των διαπραγματεύσεων αφού έχουν αποκατασταθεί  τα προ της διαταράξεως της διεθνούς τάξεως, εις την πρότερα κατάσταση. Αποτελεί κοινή θέση και των δυο κυβερνήσεων, πως θα πρέπει κοινός στόχος να είναι η επιδίωξη της εξεύρεσης, το συντομότερο δυνατό μιας λύσης του Κυπριακού προβλήματος. Όχι βεβαίως, της όποιας λύσης.

Όπως ορθώς ανέφερε και ο  κ. Πρωθυπουργός, επιδίωξή μας είναι με βάση το κοινό ανακοινωθέν της 11ης Φεβρουαρίου του 2014 αλλά και των προγενέστερων Συμφωνιών Κορυφής, μεταξύ των ηγετών της ελληνοκυπριακής και τουρκοκυπριακής κοινότητας να εξευρεθεί μια λύση που να διασφαλίζει την μια διεθνή προσωπικότητα, την μια και μόνη κυριαρχία, την μια και μόνη ιθαγένεια, που να διασφαλίζει την δημιουργία ενός σύγχρονου ευρωπαϊκού κράτους, που να σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα όλων ανεξαίρετα των κατοίκων, είτε Ελληνοκυπρίων, είτε Τουρκοκυπρίων. Δεν επιζητούμε -θέλω να το ξεκαθαρίσω- μια λύση που να αφήνει «νικητές και ηττημένους». Θέλουμε να δημιουργήσουμε συνθήκες διαρκούς ειρήνης και ειρηνικής συμβίωσης έτσι ώστε να υπάρχει προοπτική και μέλλον. Η απαράδεκτη κατάσταση που επικρατεί σήμερα θα πρέπει οριστικά να τερματιστεί. Να τερματιστεί, μέσα στα πλαίσια που έχουμε συναποφασίσει και που αποτελούν γραμμές από τις οποίες δεν θα εκφύγουμε.

Είχαμε την ευκαιρία την ίδια ώρα να συζητήσουμε και θέματα που αφορούν βεβαίως τον αγώνα της Ελλάδας για να αντιμετωπίσει την ανθρωπιστική κρίση αλλά και ευρύτερα, πως μπορεί επιτέλους η Ευρώπη διαφεύγοντας από την «μονολιθική στάση» ή αν θέλετε την επιλογή της λιτότητας, να δημιουργηθούν οι συνθήκες ανάπτυξης, δημιουργίας, δουλειάς,  αντιμετώπισης των κρίσιμων προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι χώρες που έχουν δεχθεί το μεγαλύτερο  πλήγμα από την οικονομική κρίση. Έχω διαβεβαιώσει τον Έλληνα Πρωθυπουργό, ότι στο μέτρο των δυνατοτήτων μας, είμαστε και θα είμαστε πάντοτε έτοιμοι να συμβάλλουμε και να βοηθήσουμε, έτσι ώστε να δώσουμε και εμείς το στίγμα της απολύτου ταυτότητας με τις επιδιώξεις σε ευρύτερο ευρωπαϊκό πεδίο, για μια πιο ανθρώπινη Ευρώπη, για μια Ευρώπη που πραγματικά να νοιάζεται όχι μόνο για την νομισματική, ενδεχόμενως, σταθερότητα ή τις ταμειακές ανάγκες αλλά και τις ανθρώπινες ανάγκες.

Όπως ανέφερε και ο φίλος Πρωθυπουργός, όσον αφορά στα θέματα Περιφερειακής Συνεργασίας, αυτό που θέλω να τονίσω, γιατί δεν έχω τι περισσότερο να πω, είναι ότι σίγουρα η προσπάθεια δημιουργίας μιας Περιφερειακής Ανάπτυξης δεσμών, φιλίας και συμμαχιών, δεν στρέφεται εναντίον καμιάς άλλης χώρας.

Αντίθετα, όπως πολύ ορθά ελέχθη είναι πρόκληση και πρόσκληση και είμαστε έτοιμοι να συμβάλουμε γεφυρωτικά, γιατί αποτελούμε και σημείο σταθερότητας έτσι ώστε να αποκατασταθούν οι διασαλευμένες σχέσεις, μεταξύ της ευρύτερης γειτονιάς.

Έχουμε κάθε λόγο να θέλουμε να δημιουργηθούν συνθήκες ειρήνης και με τις γείτονες χώρες του Αραβικού κόλπου και γιατί όχι και  με την Τουρκία. Αρκεί να συνδράμει και η ίδια στις προσπάθειες που καταβάλουμε να ξεπεραστούν τα προβλήματα που έχουν δημιουργηθεί είτε στην Κύπρο, είτε μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας και είμαι βέβαιος ότι και οι δυο κυβερνήσεις προς αυτή την κατεύθυνση εργαζόμαστε.

Έχουμε απλωμένο το χέρι μας, για συνεργασία, για ειρήνη και δημιουργία συνθηκών που να μας επιτρέπει επιτέλους, απερίσπαστοι, να επικεντρώσουμε την προσοχή μας στην ανάπτυξη και την ευημερία των λαών μας.

Ευχαριστώ και πάλι θερμά, φίλε Πρωθυπουργέ και η συνεργασία μας, που θεωρείται δεδομένη -και αυτό ήταν μια παράληψή μου- επιστεγάζεται και με την άμεση αντίδρασή σας και του φίλου ΥΠΕΞ με την δημιουργία άμεσα, μετά την επίσκεψή σας, της ομάδας νομικών συμβούλων για τις ανάγκες, που ενδεχόμενα να δημιουργηθούν, όσον αφορά την εξέταση των διαφόρων πτυχών του Κυπριακού προβλήματος. Ευχαριστώ θερμά και πάλι.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ (1η ερώτηση): Η ερώτησή μου προς τον κύριο Πρωθυπουργό: Επειδή ο μεγάλος πονοκέφαλος γνωρίζουμε ότι είναι η οικονομική κατάσταση της Ελλάδας και οι τρέχουσες διαπραγματεύσεις, πώς μπορεί ο Έλληνας Πρωθυπουργός, δεδομένης και της πιθανότητας επανέναρξης των συνομιλιών, που όπως λέγεται μπορεί να οδηγήσουν και σε οριστική λύση του Κυπριακού, να έχει και τη σκέψη του στραμμένη προς τα εκεί. Αποδυναμώνεται καθόλου και το εθνικό θέμα της Κύπρου με μια Ελλάδα, η οποία θα ασχολείται με το σοβαρό οικονομικό της πρόβλημα;

Και η ερώτηση προς τον κ. Αναστασιάδη: Εφόσον δημιουργούνται οι συνθήκες, καταλληλότερες τώρα, για επανέναρξη των συνομιλιών, έχετε ή θα ζητήσετε κάποια εγγύηση, ούτως ώστε να ξέρετε ότι δεν θα υπάρξει άλλη έκπληξη από τη μεριά της Τουρκίας. Θέλω να πω οι Ηνωμένες Πολιτείες, τα Ηνωμένα Έθνη σας έχουν δώσει κάποιο στίγμα ότι εντάξει, ξεκινήστε τώρα και ότι δεν θα υπάρξουν κάποια προβλήματα από την μεριά της Άγκυρας;

ΤΣΙΠΡΑΣ: Όπως θα έχετε διαπιστώσει, ένα νέο στοιχείο στη διαπραγματευτική στρατηγική αλλά και στην στρατηγική  εξωτερικής πολιτικής της χώρας μετά την πολιτική αλλαγή του Γενάρη, είναι ότι θέλουμε να αξιοποιήσουμε την γεωπολιτική δυναμική της Ελλάδας και στην κρίσιμη διαπραγμάτευση που διεξάγεται σε ευρωπαϊκό πεδίο. Και αυτό διότι θεωρούμε ότι η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια μέσα από την οικονομική κρίση, απώλεσε μεγάλο μέρος της οικονομικής της δυναμικής, δεν έχει όμως απολέσει την γεωπολιτική της δυναμική.  Και υπ΄ αυτήν την έννοια μπορεί στον πονοκέφαλο που αναφερθήκατε πριν, να είναι ένα φάρμακο η αξιοποίηση της γεωπολιτικής δυναμικής. Άρα, η επίλυση του Κυπριακού και η κατάλληλη προετοιμασία για την δίκαιη λύση που διεκδικούμε με τους γείτονές μας, μπορεί να αποτελέσει ένα βήμα προς τα εμπρός και ένα μοχλό, τον οποίο θα αξιοποιήσουμε για την ενίσχυση της γεωπολιτικής δυναμικής της χώρας και για την διαπραγματευτική μας τακτική στο ευρωπαϊκό πεδίο. Επαναλαμβάνω, η Ελλάδα και η Κύπρος αποτελούν πεδίο σταθερότητας σε μια ευρύτερα αποσταθεροποιημένη περιοχή. Σε μια περιοχή που θα ονόμαζα ως ένα τρίγωνο αστάθειας, που στο βορρά έχει τις συγκρούσεις που μαίνονται στην Ουκρανία, νοτιοανατολικά τη Συρία, νοτιοδυτικά τη Λιβύη και βεβαίως σε όλο το φάσμα των νοτίων ακτών της Μεσογείου, τον μεγάλο κίνδυνο που ακούει στο όνομα Τζιχάντ, στο όνομα ISIS. Και η Ελλάδα και η Κύπρος ως πεδίο σταθερότητας και οχυρό σταθερότητας προς τη Δύση και ως προς τον ευρωπαϊκό κόσμο, πρέπει να μείνουν ακλόνητες και ισχυρές. Και να προωθήσουμε, ταυτόχρονα, ένα αίτημα δίκαιης επίλυσης ενός προβλήματος 40 χρόνων -πρόβλημα εισβολής και κατοχής- που πρέπει να λυθεί στη βάση του διεθνούς δικαίου, διότι η επίλυσή του θα δημιουργούσε προϋποθέσεις ευρύτερης ασφάλειας στον ευρωπαϊκό κόσμο.

Με αυτή την έννοια θεωρώ ότι είμαστε σταθερά προσανατολισμένοι, με βήματα σταθερά, με βήματα συγκροτημένα, να λύσουμε τα μεγάλα ζητήματα που απασχολούν την περιοχή μας, τα μεγάλα εθνικά μας θέματα και πιστεύω ότι αυτός ο προσανατολισμός όχι μόνο δεν μας αποδυναμώνει, αλλά μας βοηθάει να ενισχύσουμε το ρόλο μας –και της Κύπρου και της Ελλάδας– στην ευρωπαϊκή οικογένεια, στο ευρωπαϊκό πλαίσιο.

ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΗΣ: Διαβεβαιώσεις έχουν δοθεί από πολλές πλευρές και στο παρελθόν. Συνεπώς, δεν εξαρτάται από το πόσες διαβεβαιώσεις ή εγγυήσεις έχεις, αλλά στο πόσες ενέργειες –και θα πρέπει να πω από κοινού καταβάλουμε– έτσι ώστε να αξιοποιήσουμε όλους εκείνους οι οποίοι έχουν κάθε λόγο να ενδιαφέρονται για να υπάρξει μια σταθερότητα, μια αποτροπή δημιουργίας αναλόγων συνθηκών, όπως εκείνες του Οκτωβρίου, προκειμένου να συνεχίσει ένας ουσιαστικός, εποικοδομητικός διάλογος. Εάν, παρά τις διαβεβαιώσεις και δεν θα ήθελα να είμαι αρνητικός στην σκέψη, αλλά εάν παρ΄ ελπίδα επαναληφθούν φαινόμενα του Οκτωβρίου, δεν είναι δυνατόν να συνεχίσει ένας διάλογος, όπως αντιλαμβάνεστε, κάτω από απειλές ή εκβιασμούς. Αυτό που ζητούμε είναι, μέσα σε ένα κλίμα αλληλοσεβασμού, με αναγνώριση των δικαιωμάτων πάντα μιας κυρίαρχης χώρας, να γίνει ο διάλογος που θα μας οδηγήσει, επιτέλους, στην αντιμετώπιση των όποιων προβλημάτων η κατοχή έχει δημιουργήσει.

Εάν επαναληφθούν φαινόμενα, θα ήθελα να αποφύγω – επαναλαμβάνω – τους αρνητικούς συνειρμούς. Θέλω να πιστεύω ότι επιτέλους και στην Τουρκία και οι συμπατριώτες μου οι Τουρκοκύπριοι θα συνειδητοποιήσουν ότι πολύ περισσότερα οφέλη θα έχουμε από τη λύση του Κυπριακού, παρά από εντάσεις που δημιουργούνται αναίτια.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ (2η ερώτηση): Δεδομένης της κινητικότητας που παρατηρείται στις συνομιλίες για τα ενεργειακά θέματα, η επίσκεψή σας κύριε Πρωθυπουργέ στη Ρωσία ήταν πολύ σημαντική ως προς αυτό και παράλληλα δεδομένων των γεωπολιτικών δεδομένων που υπάρχουν για τις δύο χώρες – Ελλάδα και Κύπρο – μπορούν αυτές να λειτουργήσουν θετικά ως προς τον οικονομικό τομέα, δηλαδή στα οικονομικά ζητήματα των δύο χωρών εν μέσω και των διαπραγματεύσεων; Ουσιαστικά, δηλαδή, αν μπορούν αυτοί οι δύο παράγοντες να λειτουργήσουν ως διαπραγματευτικό εργαλείο;

ΤΣΙΠΡΑΣ: Νομίζω ότι πρέπει να αξιοποιήσουμε κάθε δυνατότητα όταν μιλάμε για γεωπολιτική δυναμική. Αυτό πώς μεταφράζεται; Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι Ελλάδα και Κύπρος πέρα από πεδίο σταθερότητας, βρίσκονται σε ένα ιδιαίτερο σημείο στο χάρτη, σε μια περιοχή που όχι μόνο είναι ευλογημένη και έχει μια φυσική ομορφιά που προσελκύει εκατομμύρια τουρίστες από όλο τον κόσμο, ιδίως τους καλοκαιρινούς μήνες, αλλά είναι και μια περιοχή από όπου περνούν οι ενεργειακοί δρόμοι του 21ου αιώνα, μην το ξεχνάμε αυτό. Και μάλιστα όχι μόνο οι ενεργειακοί δρόμοι, αλλά υπάρχουν  -στην περίπτωση της Κύπρου, ενδεχομένως και νοτίως της Κρήτης και στο Ιόνιο– και κοιτάσματα είτε φυσικού αερίου είτε υδρογονανθράκων τα οποία θα πρέπει να αξιοποιήσουμε με στρατηγική και με γνώμονα το να δημιουργήσουμε προϋποθέσεις ευημερίας και ανάπτυξης στην ευρύτερη περιοχή. Βεβαίως, λοιπόν, οι προσπάθειές μας συντείνουν στην αξιοποίηση αυτών των γεωπολιτικών δυνατοτήτων. Όταν μιλάμε για ενεργειακούς δρόμους, μιλάμε για την δυνατότητα ο ευρύτερος χώρος, η Ελλάδα εν προκειμένω, να γίνει ένας πλουραλιστικός ενεργειακός δρόμος που θα αφορά την μεταφορά αερίου προς την Ευρώπη, αλλά και την αξιοποίηση των υδρογονανθράκων στην Κύπρο. Αυτά αποτελούν πεδία που για μας έχουν προτεραιότητα γιατί μπορεί να συμβάλουν στην ανάπτυξη, στην ευημερία, στην προοπτική της ευρύτερης περιοχής, του τόπου μας, αλλά και στη συνεργασία με τις γειτονικές χώρες διότι αντιλαμβανόμαστε ότι η ανάπτυξη και η εκμετάλλευση του φυσικού πλούτου αλλά και των ενεργειακών δρόμων θα δημιουργήσει προϋποθέσεις συνεργασίας και όχι συγκρούσεων. Αυτός είναι ο δικός μας ο στόχος. Μέσα από τη συνεργασία να λύσουμε και τις διαφορές. Βεβαίως, θέλω να επαναλάβω για μια ακόμη φορά, μη συνδέουμε την προοπτική της ανάπτυξης και του μέλλοντος που κατά την εκτίμησή μας, την προσωπική μου εκτίμηση, τόσο για την Ελλάδα όσο και για την Κύπρο, υπάρχει πολύ σημαντική προοπτική για την αξιοποίηση ενεργειακών πόρων με το βραχυπρόθεσμο χρηματοδοτικό πρόβλημα, με την οικονομική κρίση που είναι ένα ευρωπαϊκό ζήτημα και πρέπει να λυθεί, μέσα σε ένα πλαίσιο αλληλεγγύης και συνευθύνης, μέσα στην Ευρώπη, ανάμεσα στους εταίρους. Γι’ αυτό  και διεκδικούμε μια ευρωπαϊκή λύση στο  ευρωπαϊκό πρόβλημα.

ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΗΣ: Επειδή δεν θα ήθελα να επαναλάβω τα όσα ορθότατα έχει αναφέρει ο Πρωθυπουργός, θα επικεντρώσω την προσοχή μου όχι μόνο στην γεωπολιτική σημασία που αποκτά Κύπρος και Ελλάδα, λόγω ακριβώς των υδρογονανθράκων, αλλά και στο κίνητρο που δίνεται προς τους συμπατριώτες μου Τουρκοκύπριους και προς την Τουρκία να συμβάλουν έτσι ώστε με την εξεύρεση μιας δίκαιης λύσης, όπως την έχουμε περιγράψει –  για να μην επαναλαμβάνουμε εαυτούς – να δημιουργηθούν δηλαδή οι συνθήκες εκείνες που θα είναι επ’ ωφελεία όλων. Και αυτό είναι το σημαντικότερο κίνητρο, αλλά και για τις υπόλοιπες των δυνάμεων, είτε της Ευρώπης είτε υπερατλαντικούς συμμάχους είτε παραδοσιακούς φίλους, όπως η Ρωσία, να ενεργήσουν κατά τρόπο ή να βοηθήσουν κατά τρόπο που να καμφθούν κάποιες αδιάλλακτες στάσεις που τηρήθηκαν μέχρι σήμερα, με την προοπτική, ακριβώς, επενεργώντας ως κίνητρο οι υδρογονάνθρακες να βοηθήσουν στην επίλυση του κυπριακού προβλήματος.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ (3η ερώτηση): Θα ήθελα να σας ρωτήσω, είναι γνωστό ότι τόσο τα οικονομικά προγράμματα στήριξης Ελλάδας και Κύπρου είναι δύο εντελώς διαφορετικά προγράμματα. Παρόλα αυτά, τόσο η Κύπρος όσο και η Ελλάδα διατηρούν άριστους δεσμούς με τη ρωσική πλευρά, τη Ρωσική Ομοσπονδία. Θέλω να ρωτήσω και τους δυο σας, αν αυτή η επαφή αποτελεί έναν δρόμο, κυρίως οικονομικής βοήθειας εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης και αν αυτός ο δρόμος μπορεί να διαταράξει τις σχέσεις εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

ΤΣΙΠΡΑΣ: Νομίζω ότι απάντησα στο ερώτημά σας στην προηγούμενη ερώτηση. Η Ελλάδα και η Κύπρος είναι δύο κυρίαρχα κράτη που ανήκουν στην ευρωπαϊκή οικογένεια και όπως κάθε άλλο κράτος που ανήκει στην ευρωπαϊκή οικογένεια έχει δεσμεύσεις, αλλά και δυνατότητες. Έχει δεσμεύσεις ή θετικές συμφωνίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τις οποίες όλοι σεβόμαστε, αλλά ταυτόχρονα ως κυρίαρχα κράτη, όπως και όλα τα άλλα κράτη, έχουμε τους βαθμούς ελευθερίας και κυριαρχίας να συνάψουμε εμπορικές σχέσεις,  στον ενεργειακό τομέα, στον τουρισμό με μια σειρά από χώρες. Και αυτές τις δυνατότητες -σωστά πιστεύω- και η Ελλάδα και η Κύπρος τις αξιοποιεί. Και όχι μόνο αυτό δεν επηρεάζει τη θέση μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά κάθε δυνατότητα που μπορεί να μας δώσει προοπτική ανάπτυξης και οικονομικής ευημερίας, νομίζω ότι συμβάλει θετικά στην ευρωπαϊκή οικογένεια.

ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΗΣ: Ξεκινώντας από το τελευταίο που έχει αναφέρει ο Πρωθυπουργός, να υπενθυμίσω ότι ο διάλογος Ευρώπης-Ρωσίας ήτο εν εξελίξει και σε σημαντικό βαθμό προχωρημένος μέχρι βαθμού που εσυνεζητείτο η άρση περιορισμών ή της ανάγκης θεώρησης βίζας κλπ. Η ουκρανική κρίση είναι που δημιούργησε την κρίση στις σχέσεις της Ρωσικής Ομοσπονδίας από τη μια και της Ευρωπαϊκής Ένωσης από την άλλη. Αλλά θέλω να προσθέσω ότι ακόμα και με την παρούσα κρίση, δεν είναι μόνο ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας ή ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας που για καθαρά λόγους διατήρησης δεσμών που δεν είναι αποτρεπτικοί ή στρέφονται ενάντια στην Ευρώπη είναι και άλλοι ηγέτες της Ευρώπης που έχουν επισκεφθεί και έχουν αναλάβει μάλιστα και πρωτοβουλίες, όπως η Καγκελάριος της Γερμανίας κυρία Άνγκελα Μέρκελ, ο Πρόεδρος της Γαλλίας ο κύριος Φρανσουά Ολάντ, ο Ματέο Ρέντσι της Ιταλίας. Συνεπώς, έχω την εντύπωση ότι το να συμβάλλουμε μέσα από ενέργειες με σεβασμό στις ευρωπαϊκές μας υποχρεώσεις, ώστε να εξομαλυνθούν οι σχέσεις με τη Ρωσική Ομοσπονδία που θεωρείται εταίρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε σωρεία τομέων, έχω την εντύπωση ότι δεν υποσκάπτουμε, αλλά αντίθετα ενδυναμώνουμε και τη θέση της Ευρώπης, αλλά και την προοπτική γεφύρωσης διαφορών και εξεύρεσης λύσεων μέσω της διπλωματικής οδού.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: (4η ερώτηση) Με αφορμή τη νέα συνάντηση Κορυφής που ανακοινώσατε μεταξύ Ελλάδας-Κύπρου και Αιγύπτου στη Λευκωσία, ιδίως μετά τη συμφωνία του Καΐρου τον περασμένο Νοέμβριο, έχει παρατηρηθεί μια κινητικότητα ανάμεσα στην Ελλάδα, την Κύπρο και το Ισραήλ, που προϊδέαζε ότι ενδεχομένως να υπήρξε μια αντίστοιχη εξέλιξη. Θα ήθελα να ρωτήσω, αν η πρόσκληση που απευθύνατε σε άλλες δυνάμεις της περιοχής για συνεργασία αφορά και το Ισραήλ και αν υπάρχει ενδιαφέρον από την ελληνική και την κυπριακή πλευρά για μια συνάντηση Κορυφής με το Ισραήλ στο Τελ-Αβίβ ή και αλλού.

ΤΣΙΠΡΑΣ: Εγώ, στην αρχική μου παρέμβαση, μάλιστα μπερδεύτηκα και είπα πρόσκληση-πρόκληση, είναι πρόσκληση και πρόκληση σε όλες τις δυνάμεις της ευρύτερης περιοχής να συμβάλλουμε στη διαμόρφωση συνθηκών συνεργασίας, στην προώθηση της συνεργασίας και της οικονομικής, αλλά και της εμπορικής, στη διαμόρφωση συνθηκών σταθερότητας στην ευρύτερη περιοχή. Αυτός είναι ο στόχος της τριμερούς που ξεκίνησε στην Αίγυπτο, που συνεχίζεται τις επόμενες ημέρες στην Κύπρο, στην Λευκωσία. Ενδεχομένως, να υπάρξει συνάντηση και στην Αθήνα. Και βεβαίως, όταν λέμε ότι είμαστε ανοιχτοί σε όλες τις δυνάμεις της ευρύτερης περιοχής, δεν συγκροτούμε μια κλειστή συμμαχία. Κάθε άλλο. Παίρνουμε μια πρωτοβουλία για τη συνεργασία και τη σταθερότητα. Αυτό σημαίνει με όλες τις δυνάμεις και στο Ισραήλ, εγώ θα έλεγα ακόμα και στην Τουρκία, στο βαθμό που η Τουρκία θα κατανοήσει την ανάγκη της πολυμερούς συνεργασίας και θα σεβαστεί το Διεθνές Δίκαιο, διότι όλοι πρέπει να κινούμαστε μέσα σε ένα πλαίσιο που αμοιβαίως είναι αποδεκτό από όλους μας. Το πλαίσιο αυτό είναι το Διεθνές Δίκαιο. Εγώ, λοιπόν, θα ήμουν χαρούμενος και ευτυχής, εάν στην πορεία, ακόμα και με την Τουρκία υπήρχε δυνατότητα να μπορούμε να καθόμαστε σε ένα τραπέζι, να λύνουμε διαφορές, να αντιμετωπίζουμε κοινές προκλήσεις, να συνεργαζόμαστε στο πεδίο της οικονομίας, του εμπορίου, της ενέργειας, με την προϋπόθεση όμως ότι θα σεβαστεί το Διεθνές Δίκαιο και ότι θα υπάρξει πρόοδος στα κρίσιμα ανοιχτά θέματα και ιδίως στο ζήτημα του Κυπριακού. Νομίζω, λοιπόν, ότι για το Ισραήλ, σε ό,τι αφορά την ελληνική κυβέρνηση υπάρχει συνεργασία, υπάρχουν σχέσεις, υπάρχει η διακυβερνητική συνάντηση που έγινε πριν από κάποιους μήνες στο Ισραήλ. Ο υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδος θα μεταβεί εις το προσεχές μέλλον στο Ισραήλ. Έχουμε στενές σχέσεις και συνεργασία, έχουμε και διαφορές σε μια σειρά από ζητήματα, όμως αυτό δεν εμποδίζει το να συζητάμε και να βρίσκουμε κοινούς τόπους επίλυσης κοινών προκλήσεων που αφορούν την ευρύτερη περιοχή.

ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΗΣ:  Θα έλεγα ότι υπάρχει ένας εν εξελίξει διάλογος σε μια, οφείλω να πω, άριστη μέχρι στιγμής συνεργασία με το Ισραήλ. Μάλιστα, έχω προσκληθεί και θα πραγματοποιήσω επίσκεψη ελάχιστα μετά τη συγκρότηση της νέας ισραηλινής κυβέρνησης. Αυτό γίνεται πάντα σε συνεννόηση με την Ελλάδα και θα έλεγα ότι ευελπιστώ ότι οι σχέσεις θα ενδυναμώνονται χωρίς να παραβιάζονται θέσεις αρχών και των δύο χωρών μας. Και είναι καλά γνωστό προς το Ισραήλ ότι οι θέσεις μας όσον αφορά το Παλαιστινιακό, δεν αλλοιώνονται εξ` αιτίας της βελτίωσης των σχέσεών μας με το Ισραήλ, παραμένουν και το γνωρίζει και ο Πρωθυπουργός κ. Νετανιάχου και οι υπόλοιποι των Ισραηλιτών ότι ναι μεν, χτίζουμε και δημιουργούμε μια σχέση που είναι αναγκαία και απαραίτητη, αλλά την ίδια ώρα, δεν παραγνωρίζουμε να υποβάλλουμε και να υπενθυμίζουμε πως πρέπει να εξευρεθεί μια λύση δύο κρατών, όπως τα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών, έτσι ώστε να υπάρξει ειρήνη και σταθερότητα και στη συγκεκριμένη περιοχή της Μέσης Ανατολής που είναι μακρότερη σε ζωή και προβλήματα απ` ό,τι το Κυπριακό. Σας ευχαριστώ.

ΤΣΙΠΡΑΣ: Σας ευχαριστούμε  πολύ.