Κύριε Πρόεδρε,
κυρίες και κύριοι Βουλευτές,
η σημερινή συζήτηση μου δίνει μια πολύ καλή ευκαιρία, πριν αναφερθώ στα ζητήματα της εκπαίδευσης, που αποτελούν και το κύριο θέμα της συνεδρίασης, να βάλω μερικά πράγματα στη θέση τους. Είναι, άλλωστε, και η πρώτη δυνατότητα που έχουμε, μετά από πολύ καιρό, στην Ολομέλεια της Βουλής να επιχειρηματολογήσουμε σε επίπεδο Πολιτικών Αρχηγών και θα αξιοποιήσω αυτήν την ευκαιρία, διότι δυστυχώς πλέον το σκοτάδι της προπαγάνδας και της συκοφαντίας του παλιού πολιτικού συστήματος και των συστημικών μέσων που στηρίζει απειλεί να καλύψει τα πάντα. Και ξέρετε, το πρόβλημα είναι ότι στο σκοτάδι, όπως έλεγε ο Χέγκελ, όλες οι αγελάδες φαίνονται μαύρες. Φαίνονται, αλλά δεν είναι. Και σε τελική ανάλυση δεν μπορούμε να επιτρέψουμε κάποιοι να καλύψουν τη χώρα στο σκοτάδι, διότι θέλουν να δώσουν την εντύπωση ότι είμαστε ίδιοι. Δεν είμαστε. Εμείς ήρθαμε στην Κυβέρνηση, για να βάλουμε οριστικό τέλος σε όλες τις παθογένειες, που μας έφεραν ως εδώ.
Και ξέρετε, όλα όσα μας έφεραν ως εδώ έχουν αυτουργούς τις κυβερνήσεις από την Μεταπολίτευση και μετά και την καταστροφική συγκυβέρνηση των δύο κομμάτων για πέντε χρόνια, από το 2010 έως το 2015, κατά τη διάρκεια των οποίων χάσαμε το 25% του εθνικού μας πλούτου, μια ανείπωτη καταστροφή. Και είμαστε εδώ για να βγάλουμε επιτέλους την χώρα από την κρίση αλλά με την κοινωνία όρθια και για πρώτη φορά υπάρχουν οι προϋποθέσεις για να το πετύχουμε αυτό. Αυτές τις ημέρες κλείνει οριστικά ο κύκλος της πρώτης αξιολόγησης και θα δοθεί το πράσινο φως για την εκταμίευση των 2,8 δισεκατομμυρίων ευρώ που στο μεγαλύτερο ποσοστό του θα διοχετευθεί στην πραγματική οικονομία.
Όλα τα στοιχεία δείχνουν ότι όχι μόνο τα έσοδα πάνε καλά και υπεραποδίδουν, αλλά ότι ήδη έχουμε μπει σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης από το τρίτο τρίμηνο του 2016, ενώ για το 2017 αναμένουμε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, που θα προσεγγίσουν το 3%. Για πρώτη φορά μετά από χρόνια έχουμε σταθερή μείωση της ανεργίας, η οποία, αν και απαράδεκτα υψηλή ακόμη, έχει μειωθεί περίπου τέσσερις μονάδες από την ημέρα που αναλάβαμε τη διακυβέρνηση.
Η δεύτερη αξιολόγηση θα κλείσει στην ώρα της, ενώ το ζήτημα του χρέους για πρώτη φορά δεν είναι ένα αντικείμενο συζήτησης εδώ μέσα, αλλά είναι αντικείμενο συζήτησης σε πανευρωπαϊκό και σε παγκόσμιο επίπεδο και μέχρι το τέλος του χρόνου περιμένουμε θετικές ειδήσεις και από αυτό το μέτωπο.
Ήδη εχθές ο Επίτροπος Μοσκοβισί με δηλώσεις του ξεκαθάρισε ότι μέχρι το τέλος του χρόνου αναμένουμε μια συνολική συμφωνία με συγκεκριμένα μέτρα για την απομείωση του χρέους. Και αυτές οι δηλώσεις έρχονται λίγες μόνο ημέρες μετά τις δηλώσεις Ρέγκλινγκ, που εξέφρασε την βεβαιότητα ότι εντός του 2017 η Ελλάδα θα καταφέρει να βγει αξιόπιστα στις αγορές χρήματος.
Και όλα αυτά δεν έγιναν από μόνα τους. Έχουν γίνει με σκληρή προσπάθεια, με σκληρή δουλειά, αλλά ταυτόχρονα και με μια διαρκή έγνοια για την κοινωνία και τους πιο αδύναμους. Καταφέραμε να κλείσουμε την πρώτη και πιο δύσκολη αξιολόγηση, προστατεύοντας αποτελεσματικά τα λαϊκά στρώματα με την προστασία της πρώτης κατοικίας, με το πρόγραμμα για την ανθρωπιστική κρίση, που διαρκώς ανανεώνεται και αφορά χιλιάδες νοικοκυριά, με την ανακατανομή των βαρών, με τη διαρκή μέριμνα για τη στήριξη του κοινωνικού κράτους.
Το ίδιο σκοπεύουμε να κάνουμε και στο πλαίσιο της δεύτερης αξιολόγησης. Θα διαπραγματευτούμε αποφασιστικά, ώστε η χώρα να αποκτήσει ένα σύγχρονο θεσμικό πλαίσιο για την προστασία της εργασίας και των εργαζομένων, για να αποκατασταθούν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις, που οι κυβερνήσεις της πενταετίας της καταστροφής Νέας Δημοκρατίας και ΠΑΣΟΚ κατήργησαν την προηγούμενη περίοδο.
Γνωρίζουμε, βέβαια, ότι και σε αυτήν την μάχη η Αξιωματική Αντιπολίτευση, και όχι μόνο, θα είναι απέναντι, καθώς έχετε ήδη προστρέξει από πέρυσι κιόλας να υποστηρίξετε ορισμένες από τις πιο ακραίες θέσεις μεταξύ των δανειστών.
Θυμόμαστε τη συνέντευξή σας, κύριε Μητσοτάκη, επί αμερικανικού εδάφους, νομίζω την άνοιξη, αλλά και την πρόσφατη ομιλία σας στη Θεσσαλονίκη, όπου επαναλάβατε ότι σκοπεύετε να επαναδιαπραγματευθείτε, να διεκδικήσετε χαμηλότερα πλεονάσματα με αντάλλαγμα σαρωτικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Και το τι σημαίνει στη γλώσσα σας «μεταρρυθμίσεις» νομίζω ότι το γνωρίζουν όλοι οι Έλληνες και το θυμούνται: απολύσεις, απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, ξεπούλημα του δημόσιου πλούτου και κατεδάφιση του κοινωνικού κράτους. Κι εκεί ακριβώς είναι η διαφορά μας. Διότι εμείς επιδιώκουμε την απομείωση του χρέους, που άλλωστε δικαιούμαστε βάσει συμφωνίας, χωρίς να προσφέρουμε ανταλλάγματα στους δανειστές την κατεδάφιση της κοινωνίας, σε αντίθεση με τη νεοφιλελεύθευρη Νέα Δημοκρατία του κ. Μητσοτάκη, που δεν το κρύβει πως δεν έχει κανένα πρόβλημα με αυτήν τη κατεδάφιση.
Και ξέρετε, δεν το κάνει αυτό επειδή το ζητούν οι πιστωτές, αλλά κυρίως –και αυτό το λέει καθαρά- διότι αποτελεί τον πυρήνα της δικής σας ιδεολογίας. Γι’ αυτό και είστε για άλλη μια φορά απέναντι στη διαπραγματευτική μας προσπάθεια να ανακτήσουμε τις συλλογικές διαπραγματεύσεις και να διευρύνουμε κοινωνικά κεκτημένα.
Πρώτα και κύρια όμως, είστε απέναντι στο εσωτερικό μέτωπο, στον μεγάλο αγώνα να σπάσουμε, επιτέλους, σε αυτήν τη χώρα το αμαρτωλό τρίγωνο της διαπλοκής, ένα τρίγωνο που εσείς δημιουργήσατε χρόνια τώρα και που σήμερα ταυτίζεστε απόλυτα με αυτό.
Εδώ κι ένα μήνα, παίζεται από το παλιό πολιτικό σύστημα και από τα συστημικά μέσα η τρίτη πράξη ενός έργου που έχουμε δει κι έχουμε ξαναδεί κι έχουμε βαρεθεί να βλέπουμε, της λεγόμενης «αριστερής παρένθεσης». Παίξατε τα ρέστα σας την περίοδο της πιστωτικής ασφυξίας, την πρώτη περίοδο της διακυβέρνησης ότι θα οδηγηθεί η χώρα στη χρεοκοπία και θα ξεμπερδέψετε από τον ΣΥΡΙΖΑ και τη λαϊκή εντολή που είχε πάρει. Απογοητευθήκατε. Ήρθε το δημοψήφισμα. Ήρθαν οι εκλογές. Ο ελληνικός λαός σας κατέταξε στη θέση της Αντιπολίτευσης και μας έδωσε εντολή για τέσσερα χρόνια να κυβερνήσουμε τον τόπο. Παίξατε το ίδιο στοίχημα πέρσι στην πρώτη αξιολόγηση. Παίξατε τα ρέστα σας ότι δεν θα κλείσει. Πάλι ηττηθήκατε, δυστυχώς για εσάς, αλλά ευτυχώς για τη χώρα.
Τώρα, επιχειρείτε για άλλη μια φορά το ίδιο. Και το επιχειρείτε φυσικά στηρίζοντας και στηριζόμενοι από αυτούς, οι οποίοι για πρώτη φορά στον τόπο καλούνται να βάλουν το χέρι στην τσέπη, να πληρώσουν, καλούνται, δηλαδή, να είναι ίσοι απέναντι στους νόμους, όπως πρέπει να είναι όλοι οι Έλληνες πολίτες.
Πλέον, όμως, κυρίες και κύριοι της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, δεν κρατάτε ούτε τα προσχήματα. Έχετε βγει στα κεραμίδια, για να υπερασπιστείτε το πιο σκοτεινό δίκτυο εξουσίας της μεταπολιτευτικής περιόδου, το δίκτυο εξουσίας που οικοδόμησαν οι καναλάρχες μαζί με τις τράπεζες και τα δικά σας κόμματα.
Τολμάτε εσείς αυτές τις μέρες να κουνάτε το δάχτυλο στην Αριστερά, μιλώντας για το ηθικό πλεονέκτημα, τα κόμματα που μοίραζαν ασυλία στους εαυτούς τους για να παίρνουν θαλασσοδάνεια οι ίδιοι, τα ίδια τα κόμματα, αλλά και οι ημέτεροι, τα κόμματα -και θα το θυμίσω για άλλη μια φορά, γιατί δεν έχουμε ασθενή μνήμη σε αυτόν τον τόπο- της Siemens, του Χριστοφοράκου, του Τσοχατζόπουλου, των υποβρυχίων, του ΚΕΕΛΠΝΟ, των υποκλοπών, της παράγκας στο ελληνικό ποδόσφαιρο και όλων των άλλων μεγάλων σκανδάλων. Τολμάτε εσείς να σηκώνετε το δάκτυλο.
Από το πρώτο δευτερόλεπτο κάνατε ό,τι περνούσε από το χέρι σας, για να ακυρώσετε τον διαγωνισμό για τις τηλεοπτικές άδειες. Σαμποτάρατε τον ορισμό του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης. Απειλήσατε Υπουργούς. Προσπαθήσατε να χειραγωγήσετε τη δικαιοσύνη. Απειλείτε τώρα και δημόσιους υπαλλήλους που διενεργούν τη διαδικασία του διαγωνισμού.
Φτάσατε μέχρι το σημείο να τάξετε στους καναλάρχες, σε αυτούς που στο διαγωνισμό ανακηρύχθηκαν ως υπερθεματιστές και πλήρωσαν και πληρώνουν, ότι θα τους γυρίσετε πίσω τα λεφτά. Μπήκαν 255 εκατομμύρια ευρώ στα δημόσια ταμεία σε περίοδο κρίσης που τα έχει ανάγκη η ελληνική κοινωνία και ελληνικός λαός.
Και εσείς όχι μόνο δεν έχετε μια συγγνώμη να ζητήσετε, που επί είκοσι επτά χρόνια όχι μόνο δεν πήρατε δεκάρα από αυτούς που αξιοποιούσαν τις δημόσιες συχνότητες για να προστατεύουν εαυτούς και εσάς, αλλά τους δίνατε αφειδώς και δάνεια με αέρα, όπως ομολόγησαν κάποιοι στην Επιτροπή της Βουλής, όχι μόνο δεν έχετε μια συγγνώμη να ζητήσετε, αλλά θέλετε και να επιστρέψουμε τα χρήματα. Και τώρα, που βλέπετε ότι ο διαγωνισμός προχωρά κανονικά, κάνετε ό,τι μπορείτε για να τον απονομιμοποιήσετε.
Το καλοκαίρι μας κατηγορούσατε τρεις μήνες ολόκληρους ότι κάνουμε έναν στημένο διαγωνισμό, για να μην πάρει άδεια ο ΣΚΑΪ του κ. Αλαφούζου, επειδή προβάλλει -και δεν είναι ο μόνος- προγράμματα ειδήσεων αντικυβερνητικού περιεχομένου. Αυτό λέγατε και μάλιστα είχε βγει και ο Αντιπρόεδρός σας σε ένα κρεσέντο αυτογελοιοποίησης και έλεγε: «Έχω στοιχεία και πληροφορίες από υπουργικά έδρανα ότι δεν θα πάρει άδεια ο ΣΚΑΪ». Και ο ΣΚΑΪ πήρε πρώτος άδεια!
Μετά άλλαξε το τροπάρι και μας κατηγορούσατε ότι ο διαγωνισμός έγινε όχι για να μην πάρει άδεια ο κ. Αλαφούζος, αλλά για να πάρει άδεια ο κ. Καλογρίτσας, που θα έφτιαχνε το ΣΥΡΙΖΑ TV. Όταν ο Καλογρίτσας ζήτησε διευκόλυνση, έφυγε από το διαγωνισμό το επόμενο λεπτό. Δεν πήρε καμία άδεια.
Γιατί σε αυτόν τον τόπο -ακούστε το καλά- θα μάθουμε όλοι και πρώτα απ’ όλα εσείς, ότι ο νόμος ισχύει για όλους. Πάει, λοιπόν, και η καραμέλα αυτή. Τώρα τι έχετε να πείτε; Για ποιο λόγο έγινε ο διαγωνισμός;
Μήπως ο κ. Κυριακού είναι ΣΥΡΙΖΑ; Μήπως ο κ. Μαρινάκης ή ο κ. Σαββίδης έγιναν ΣΥΡΙΖΑ και αυτοί; Ή θα γίνει ΣΥΡΙΖΑ ο κ. Αλαφούζος, επειδή πήρε άδεια;
Κάποια στιγμή, λοιπόν, τελειώνουν τα επιχειρήματα και κάποια στιγμή ορισμένες απαντήσεις πρέπει να δοθούν. Διότι στην προσπάθειά σας να κάνετε το μαύρο άσπρο, ή μάλλον το άσπρο μαύρο, μιλήσατε και για δήθεν μεγάλο σκάνδαλο του ΣΥΡΙΖΑ στις τράπεζες. Έχετε το θράσος εσείς να μιλάτε για σκάνδαλο ΣΥΡΙΖΑ στις τράπεζες.
Ξέρετε, στο σπίτι του κρεμασμένου καλό είναι να μην μιλάμε για σκοινί, γιατί όσο κι αν ψάξετε, δεν θα βρείτε τον ΣΥΡΙΖΑ και την Κυβέρνησή του πίσω από κανένα δάνειο. Τους εαυτούς σας θα βρείτε, τους εαυτούς σας που γονάτισαν το τραπεζικό σύστημα της χώρας μοιράζοντας αφειδώς θαλασσοδάνεια δεξιά και αριστερά.
Και εάν θέλετε να βρείτε δάνεια χωρίς εξασφαλίσεις, θα σας πρότεινα πρώτα να ψάξετε στα δικά σας βιβλία, για τα δικά σας δάνεια.
Η Νέα Δημοκρατία χρωστάει 200 εκατομμύρια ευρώ και άλλα τόσα το ΠΑΣΟΚ. Και θέλετε να πιστεύετε ότι αυτά είναι δανεικά και αγύριστα!
Σύντομα, όμως, έρχεται το πόρισμα της Εξεταστικής Επιτροπής για τα δάνεια στα μέσα μαζικής ενημέρωσης και στα πολιτικά κόμματα. Και τότε θα δούμε ποιος θα γελάσει τελευταίος.
Σας το λέω ξανά: Ό,τι και να κάνετε, οι φίλοι και οι προστατευόμενοί σας θα περάσουν από το ταμείο και θα πληρώσουν!
Είπα και ξαναλέω ότι αυτή είναι για μας μια μεγάλη τομή στο πολιτικό σύστημα. Μετά από είκοσι επτά χρόνια ρυθμίζεται το ραδιοτηλεοπτικό τοπίο με έναν τρόπο αδιάβλητο, διαφανή, όπου όλα τα έγγραφα είναι προσβάσιμα, με μια διαδικασία αλλεπάλληλων ελέγχων, με διαρκείς και συνεχόμενες δικλείδες ασφαλείας, που όλες έχουν λειτουργήσει διασφαλίζοντας το δημόσιο συμφέρον, διότι εμείς δεν έχουμε να φοβηθούμε τίποτα.
Εξάλλου, το είχα δηλώσει πριν από δέκα ημέρες ότι όποιος επίδοξος καναλάρχης δεν μπορεί να ανταποκριθεί και να πληρώσει ή να δικαιολογήσει τα χρήματά του, θα εκπέσει το επόμενο δευτερόλεπτο, όπως και έγινε.
Και ξέρετε πού φαίνεται η διαφορά μας, κυρίες και κύριοι Βουλευτές; Δεν έχουμε παρά να συγκρίνουμε αυτή τη διαδικασία με μια αντίστοιχη διαδικασία που διενεργήθηκε επί των ημερών της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ για τις τηλεοπτικές άδειες, με τον διαγωνισμό για το ψηφιακό φάσμα. Εμείς εξασφαλίσαμε 255 εκατομμύρια, ίσως και παραπάνω, για τέσσερις τηλεοπτικές άδειες, όταν εσείς ξεπουλήσατε το σύνολο του ψηφιακού φάσματος για 18 εκατομμύρια ευρώ, σε έναν διαγωνισμό όπου δεν συμμετείχαν έντεκα εταιρείες και τελικά εννέα, αλλά μια και μοναδική εταιρεία, σε έναν διαγωνισμό, όπου φροντίσατε να αποκλείσετε την ΕΡΤ, για να χαρίσετε όλο το ψηφιακό φάσμα στους φίλους σας και βεβαίως σε έναν διαγωνισμό, όπου όχι μόνο πόθεν έσχες δεν ζητήσατε, αλλά ούτε καν υπεύθυνη δήλωση ότι έχουν την οικονομική δυνατότητα.
Θέλω να επαναλάβω κάτι, το οποίο σας ενοχλεί πολύ και να κλείσω. Τα 255 εκατομμύρια ήδη διοχετεύονται για τη στήριξη των συμπολιτών μας που έχουν ανάγκη.
Ήδη δεκαπέντε χιλιάδες περισσότερα παιδιά θα πάνε φέτος στους παιδικούς σταθμούς. Έχουν ήδη ξεκινήσει και είναι ένας αριθμός ρεκόρ για τα τελευταία χρόνια. Ήδη ξεκινάει η διαδικασία και θα ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος του χρόνου για τη στήριξη των νοσοκομείων με επιπλέον τέσσερις χιλιάδες νοσηλευτές και ήδη προχωράει η εκπόνηση ενός προγράμματος στήριξης νέων διδακτόρων.
Νομίζω όμως ότι αρκετά ασχολήθηκα με τις συκοφαντίες, τα ψεύδη και τις θεσμικές εκτροπές της Αντιπολίτευσης. Δεν θέλω να αδικήσω τη συζήτηση. Όμως, θα ζητήσω μια ανοχή από τον Πρόεδρο, διότι έπρεπε να κάνω μια αναφορά.
Θα έρθω ευθύς αμέσως στη συζήτηση για την παιδεία, μια συζήτηση με ιδιαίτερη σημασία. Γιατί είναι κομβικός ο ρόλος που έχει η αναβάθμιση της παιδείας στην υπόθεση της ανάκαμψης της χώρας και της οριστικής εξόδου από την κρίση. Διότι, όπως έχουμε πει πολλές φορές, η κρίση δεν είναι μόνο οικονομική. Είναι ταυτόχρονα και κρίση αξιών και κρίση πνευματική.
Επιβάλλεται, λοιπόν, σήμερα να αντιπαρατεθούν στοιχεία για την παιδεία. Να μιλήσουμε πρώτα από όλα για τον προσανατολισμό και την ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης. Η ελληνική κοινωνία αποτιμά πάντα στις πιο υψηλές θέσεις των αξιών της την παιδεία.
Ξέρετε γιατί συμβαίνει αυτό; Διότι στη χώρα μας το εκπαιδευτικό σύστημα ήταν ο κατ’ εξοχήν μηχανισμός κοινωνικής κινητικότητας.
Ήταν ο θεσμός που επέτρεπε στα παιδιά του εργάτη, του αγρότη, του μικροτεχνίτη να σπουδάσουν, να γίνουν επιστήμονες, να ζήσουν καλύτερα.
Η δημόσια δωρεάν εκπαίδευση ήταν αυτή που στη χώρα μας έσπασε τα κοινωνικά στεγανά. Αναβάθμισε τη ζωή εκατομμυρίων ανθρώπων και κατήργησε στην πράξη πολλά προνόμια των «πορφυρογέννητων», των κληρονόμων που είχαν ως βασικό εφόδιο όχι τις ικανότητές τους, αλλά τα οικονομικά και κοινωνικά πλεονεκτήματα της οικογένειάς τους, της ταξικής τους θέσης.
Η δημοκρατική πρόσβαση στη γνώση – γι’ αυτό μιλάμε – αυτή ήταν που τροφοδότησε την πρόοδο της χώρας και την ανάπτυξή της και όχι μόνο την οικονομική ανάπτυξη. Ποιος μπορεί να παραγνωρίσει τον ρόλο της δημόσιας εκπαίδευσης στην εμπλοκή των μαζών στην πολιτική, στον αγώνα για τη Δημοκρατία; Η αναφορά και μόνο στο εμβληματικό γεγονός του Πολυτεχνείου θα ήταν αρκετή.
Και θα πρέπει να σκεφτόμαστε πάντα πως η μαζική πρόσβαση των Ελλήνων στην εκπαίδευση είναι απαραίτητη συνθήκη για κάθε αλλαγή, γιατί καλός πολίτης είναι ο σφαιρικά ενημερωμένος πολίτης. Και έναν τέτοιο πολίτη του 21ου αιώνα πια θέλουμε να βγάλει το ελληνικό σχολειό, έναν πολίτη που, όπως μας έλεγε ο Φερνάρντ Μπροντέλ, θα πρέπει να καταλαβαίνει όχι μόνο τι γίνεται δίπλα του, αλλά όλες τις σελίδες της εφημερίδας που διαβάζει, να μπορεί δηλαδή να συμμετέχει σε όλες τις πτυχές του κοινωνικού γίγνεσθαι.
Εμείς λέμε ότι πρέπει να μπορούν οι μαθητές να κατανοήσουν πλήρως την πραγματικότητα που τους περιβάλλει, όχι για να την αφήσουν ίδια, αλλά για να θελήσουν να την αλλάξουν, να τη φέρουν στα μέτρα των δικών τους ονείρων.
Ξέρω πως αυτές τις θέσεις ενδεχομένως να μην τις μοιραζόμαστε με όλες τις πτέρυγες του Κοινοβουλίου ή να φαίνονται για κάποιους από εσάς εξαιρετικά ιδεαλιστικές. Και αυτό νομίζω ότι αποδεικνύεται και εμπειρικά, βλέποντας τη στρατηγική που εφαρμόστηκε τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας στον χώρο της παιδείας, μια στρατηγική -θα το πω, παρά τα παχιά λόγια- υποβάθμισης στην ουσία και απαξίωσης του δημόσιου εκπαιδευτικού συστήματος, καθώς και πράγματα που έγιναν από τις κυβερνήσεις των τελευταίων χρόνων στο όνομα τάχα της ποιότητας, της μεταρρύθμισης, του εκσυγχρονισμού, της αξιοκρατίας και της αριστείας.
Όμως, τα έργα και τα αποτελέσματά σας άλλα λένε, γιατί κατά την άποψή μου πραγματικά δεν είστε με την ποιότητα, αλλά με συγκεκριμένα συμφέροντα και στον χώρο της εκπαίδευσης. Οι τεράστιες μειώσεις κονδυλίων έπληξαν την ποιότητα της εκπαίδευσης, δεν την αναβάθμισαν. Οι συγχωνεύσεις των σχολείων έπληξαν την ποιότητα. Η διαθεσιμότητα των καθηγητών των ΕΠΑΛ, η κατάργηση των δημοφιλών κατευθύνσεων έπληξε την ποιότητά τους και απέκλεισε από την εκπαίδευση όσα παιδιά δεν μπορούσαν να πληρώσουν ένα ιδιωτικό ΙΕΚ, που και αυτά έπρεπε να αποκτήσουν πελατεία. Η διαθεσιμότητα των υπαλλήλων των πανεπιστημίων διέλυσε τις διοικητικές τους υπηρεσίες και έπληξε την ποιότητά τους. Οι κακές εργασιακές σχέσεις των εργαζομένων στα ιδιωτικά σχολεία πλήττουν την ποιότητα της δουλειάς τους.
Τα έργα σας λένε, επίσης, άλλα και σε ό,τι αφορά το ζήτημα των μεταρρυθμίσεων. Δεν είστε πραγματικά μεταρρυθμιστές. Οι μεταρρυθμίσεις σας, ιδίως στην τριτοβάθμια εκπαίδευση –και κυρίως αναφέρομαι στις μεταρρυθμίσεις εκείνες που έγιναν στην αρχή της συγκυβέρνησής σας- ήταν μεταρρυθμίσεις που έκρυβαν έναν ιδιότυπο συμπλεγματισμό απέναντι στο δημόσιο πανεπιστήμιο και – για να θυμηθώ και το ομώνυμο θεατρικό έργο – μια λογική «Αρχοντοχωριάτη», γιατί τα συμβούλια ιδρύματος στα πανεπιστήμια ήταν κακές αντιγραφές ξένων δομών, γιατί δεν εφαρμόστηκαν με διάλογο, αλλά ως μια επιβολή. Αυτό δεν είναι μεταρρυθμιστική λογική.
Εμείς θέλουμε τους φορείς της εκπαίδευσης και την κοινωνία μαζί μας, ακριβώς επειδή θέλουμε μεταρρυθμίσεις ουσιαστικές που να ριζώσουν και όχι να στήσουμε πάνω τους πολιτικές καριέρες.
Τα έργα σας λένε, επίσης, ότι δεν είστε ούτε με την αξιοκρατία, αλλά με την ευνοιοκρατία. Τα Συμβούλια Ιδρύματος απέρριπταν με πολιτικά κριτήρια και με ερωτήσεις πολιτικών φρονημάτων υποψήφιους πρυτάνεις. Μέχρι και το Συμβούλιο της Επικρατείας έφτασε να ακυρώσει εκλογές στα πανεπιστήμια λόγω παρατυπιών. Αυτή είναι η αξιοκρατία σας;
Τα έργα σας, επίσης, λένε άλλα, γιατί δεν είστε, όπως μας έχετε πει πρόσφατα, με το καλό δημόσιο σχολείο, αλλά υπέρ μιας γενικής λογικής ιδιωτικοποίησης, γιατί οι ιδιαίτερες σχέσεις σας με ιδιοκτήτες ιδιωτικών σχολείων σάς έκαναν να υποστηρίξετε τη διάλυση των εργασιακών σχέσεων των καθηγητών των ιδιωτικών σχολείων και μαζί να τους στερήσετε τα εχέγγυα που είχαν για να κάνουν ανεπηρέαστοι το λειτούργημά τους. Γι’ αυτό εμείς αποκαταστήσαμε τα δικαιώματα αυτά και το πλαίσιο εργασίας των ιδιωτικών εκπαιδευτικών.
Τέλος, δεν είστε ούτε με την αριστεία που τόσο πολύ προβάλλετε, αλλά είστε με τον ελιτισμό. Άλλο πράγμα η αριστεία και άλλο ο ελιτισμός.
Είστε με τα ακριβά σχολεία των λίγων. Είστε υπέρ της διατήρησης της κοινωνικής διάκρισης. Εμείς είμαστε υπέρ της ποιοτικής εκπαίδευσης των ίσων -προσέξτε, των ίσων όχι των ίδιων- ίσων ευκαιριών, που στόχο και ορίζοντά τους έχουν και το ίσο αποτέλεσμα. Γι’ αυτό καταβάλαμε κάθε δυνατή προσπάθεια και καταφέραμε να κρατήσουμε τη χρηματοδότηση της Παιδείας, παρά το ότι είχαμε έναν προϋπολογισμό μιας πιο ήπιας, αλλά προσαρμογής, δημοσιονομικής προσαρμογής.
Ενώ η Κυβέρνηση του κ. Σαμαρά και του κ. Βενιζέλου είχε υπογράψει πως το 2018, σε δύο χρόνια δηλαδή από σήμερα, τα κονδύλια της Παιδείας θα έπεφταν στο 1,8% του ΑΕΠ, εμείς τα κρατήσαμε στο 2,8%. Όχι πως είναι υψηλό ποσοστό, αλλά τουλάχιστον το συγκρατήσαμε.
Και βεβαίως να θυμίσω ότι όλα όσα εξαγγείλατε στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης –και μάλλον δεν το αποκρύπτετε- προφανώς για να υλοποιηθούν, προϋποθέτουν νέες περικοπές στην Παιδεία ύψους 800 εκατομμυρίων συνολικά. Από πού θα τα βρείτε;
Θα ήθελα σε αυτό, το σημείο, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, να πω και κάτι ακόμα. Εσείς που περιφέρετε περίτρανα το κουστούμι του Ευρωπαίου, εσείς που από την Ευρώπη αφήνετε στην άκρη τον Διαφωτισμό και τους αγώνες των ευρωπαϊκών λαών και κυρίως αναφέρεστε στο κανονιστικό πλαίσιο της λιτότητας και στους κανόνες τα τελευταία χρόνια, θέλω να μας πείτε ποια ευρωπαϊκή χώρα θα έδινε 1,8% του ΑΕΠ της για την Παιδεία και θα ήθελε να ονομάζεται ευρωπαϊκή;
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, εμείς επιλέξαμε να κινηθούμε σε μια διαδικασία μεταρρύθμισης της Παιδείας, σε δύσκολες συνθήκες, αλλά με τον πλέον ορθό τρόπο, όχι με το κεφάλι κάτω και τα πόδια απάνω. Γι’ αυτό και επιλέξαμε να ρίξουμε πρώτα βάρος στη βάση πρώτα του εκπαιδευτικού συστήματος, στα πόδια του εκπαιδευτικού συστήματος, στο σχολειό και μάλιστα στο δημοτικό, αντίθετα με την πρακτική να ξεκινούν οι αλλαγές από την ανώτατη βαθμίδα για λόγους εντυπωσιασμού και επικοινωνιακούς.
Σκοπός μας είναι η δημιουργία ενός σχολείου για όλους και για όλες, που θα παρέχει ίσες ευκαιρίες και δεν θα διευρύνει τις ταξικές και πολιτισμικές διαφορές, ένα σχολείο δημόσιο, δωρεάν, δημοκρατικό, ανθρωπιστικό, που θα αναδεικνύει τα ταλέντα και τις δεξιότητες των παιδιών και δεν θα τις ισοπεδώνει, που θα ενθαρρύνει τη συλλογική βελτίωση και τη συλλογική πρόοδο των μαθητών.
Εμείς το πιστεύουμε βαθιά: Κανείς δεν αριστεύει μόνος του. Όλοι στηρίζονται –είτε το αναγνωρίζουν είτε όχι- σε πράγματα που έχουν προκύψει ως συλλογικό έργο, στις γνώσεις, στις υποδομές, στην κουλτούρα.
Δεν παραγνωρίζουμε τον προσωπικό κόπο καθενός. Αλίμονο. Εμείς θέλουμε ένα σχολείο που να δίνει τις δυνατότητες σε όλους να μπορούν να γίνουν άριστοι.
Και έχουμε ήδη προχωρήσει σε συγκεκριμένες παρεμβάσεις. Πρώτα και κύρια αποκαταστήσαμε την κανονικότητα στα σχολειά μας μετά από επτά και πλέον χρόνια. Όλα τα σχολεία φέτος για πρώτη φορά άνοιξαν χωρίς ελλείψεις σε βιβλία και καθηγητές.
Πρώτη φορά έγιναν τόσες πολλές προσλήψεις, τόσο νωρίς ακόμα και στα πιο ακριτικά χωριά, ακόμα και στα πιο απομακρυσμένα νησιά μας. Πρώτη φορά τα σχολεία ξεκίνησαν κατευθείαν με εξάωρο πρόγραμμα. Και ξέρετε, όσο και αν θέλετε να τα κρύβετε αυτά, η κοινωνία τα καταλαβαίνει γιατί στέλνει τα παιδιά της και βλέπει τι γίνεται.
Πρώτη φορά ξεκίνησαν τα σχολειά μας με τα βιβλία στη θέση τους. Είκοσι τέσσερα εκατομμύρια βιβλία από τα μέσα του καλοκαιριού είναι σε όλα τα σχολεία μας. Δεν μοιράσαμε εμείς για μια ακόμη φορά φωτοτυπίες φέτος.
(Χειροκροτήματα από τις πτέρυγες του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ)
Και κάτι ακόμη. Φέτος πρώτη φορά εφαρμόστηκε ο νόμος που δίνει προτεραιότητα στις προσλήψεις στον εξαιρετικά ευαίσθητο τομέα της ειδικής αγωγής, όπου συνολικά θα προσληφθούν εννιά χιλιάδες εκατό εκπαιδευτικοί.
Εμείς θέλουμε και αυτά τα παιδιά, με τις ειδικές μαθησιακές ανάγκες, να μπορούν να είναι περήφανα για τον εαυτό τους. Θέλουμε και οι δικοί τους γονείς να είναι χαρούμενοι και να τα βλέπουν να προοδεύουν. Γι’ αυτό και φροντίζουμε για αυτά τα παιδιά να φτιάξουμε ακόμη και Ειδικό Επαγγελματικό Λύκειο, για να είναι δημιουργικά και να ζουν μια ζωή δική τους, όχι μια ζωή δανεισμένη και εξαρτημένη από τους άλλους.
Εφαρμόζουμε επίσης το ολοήμερο νηπιαγωγείο. Έχουμε περισσότερα τμήματα και μάλιστα με λιγότερα νήπια σε κάθε τμήμα από πέρυσι. Προχωρήσαμε στη γενίκευση του νέου τύπου ολοήμερου σχολείου. Πλέον όχι μόνο το ένα τρίτο των δημοτικών, αλλά όλα τα σχολεία θα μπορούν να λειτουργούν ως ολοήμερα εμπλουτισμένα με νέα μαθήματα. Επομένως, όχι απλώς δεν καταργούμε τα ολοήμερα, όπως μας κατηγορούσε η Νέα Δημοκρατία, αλλά τα διευρύνουμε και τα αναβαθμίζουμε.
Και μια που λέμε για το σχολείο, επιτρέψτε μου να αναφερθώ σε αυτό το σημείο και στο ζήτημα που πολύ στραβά έχει ανοίξει στην επικαιρότητα, το ζήτημα των Θρησκευτικών. Το μάθημα των Θρησκευτικών δεν μπορεί να έχει πια ομολογιακό χαρακτήρα. Σε καμία άλλη ευρωπαϊκή χώρα δεν συμβαίνει αυτό.
Όμως, ούτε οι ώρες του μειώνονται ούτε μάθημα επιλογής γίνεται ούτε χάνεται η βασική αναφορά στο ορθόδοξο χριστιανικό δόγμα. Και πώς θα μπορούσε άλλωστε, αφού είναι το κυρίαρχο στη χώρα μας και καθοριστικό στη διαμόρφωση της σύγχρονης πολιτισμικής μας ταυτότητας;
Ωστόσο, το μάθημα των Θρησκευτικών στα σχολεία, ιδίως στις μέρες μας, όπου στα σχολειά μας δεν φοιτούν μονάχα παιδιά ενός δόγματος ή μιας θρησκείας, οφείλει να κάνει τους μαθητές πρωτίστως να κατανοήσουν τη θρησκευτικότητα ως πτυχή της κοινωνικής πραγματικότητας.
Θέλω να ξεκαθαρίσω ότι την ευθύνη για το περιεχόμενο της διδασκαλίας έχει το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής, που οφείλει βεβαίως να λαμβάνει υπόψη του όλες τις απόψεις, αλλά κυρίως οφείλει να λαμβάνει υπόψη του τις αρχές της παιδαγωγικής επιστήμης, αλλά και της Θεολογίας.
Φέτος, λοιπόν, στα σχολειά μας θα ξεκινήσουν δοκιμαστικά τα νέα αναλυτικά προγράμματα, στα οποία κατέληξε μετά από πολύχρονο διάλογο το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο διάλογος δεν θα συνεχιστεί. Στο τέλος της χρονιάς θα αξιολογηθούν και θα καταγραφούν οι όποιες παρατηρήσεις και τυχόν διορθώσεις, ώστε να ξεκινήσει και η συγγραφή του κατάλληλου σχολικού βιβλίου.
Σ’ αυτό το διάλογο προφανώς είναι ευπρόσδεκτες οι απόψεις της Εκκλησίας, αλλά η τελική κρίση θα γίνει –και θέλω να πιστεύω σε πνεύμα σύνθεσης και συνεννόησης- από το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής. Σεβόμαστε την Εκκλησία. Αναγνωρίζουμε την αδιαμφισβήτητη παρουσία της στη συνείδηση του λαού μας μέσα στο διάβα της ιστορίας του.
Συζητούμε όμως μαζί της σε πνεύμα σεβασμού, αλλά και διακριτών ρόλων. Σήμερα ειδικά αναγνωρίζουμε στην πλειονότητα των ιεραρχών –στην πλειονότητα επαναλαμβάνω- το σημαντικό ρόλο που έχουν διαδραματίσει στο προσφυγικό ζήτημα. Η συνεννόησή μας εδράζεται για εμάς στην αρχή της θρησκευτικής ουδετερότητας τους κράτους, όχι των ανθρώπων, αλλά του κράτους ως θεσμού.
Και περιμένουμε με ενδιαφέρον να ακούσουμε ανοικτά σήμερα εδώ τι θέση παίρνουν όλα τα κόμματα, όλες οι πολιτικές πτέρυγες, όλοι οι υποστηρικτές της φιλελεύθερης ατζέντας για το ζήτημα αυτό.
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, συνεχίζουμε τις αλλαγές στη βάση του εκπαιδευτικού μας συστήματος και με τις αλλαγές που προγραμματίζουμε στο Γυμνάσιο. Αλλάζουμε τον εξετασιοκεντρικό χαρακτήρα του σχολείου. Ορίζουμε πως οι προαγωγικές εξετάσεις δεν θα γίνονται σε τόσα πολλά μαθήματα πια, ώστε το σχολείο να είναι ένα «εξεταστικό κάτεργο», αλλά θα γίνονται μόνο σε τέσσερα μαθήματα. Και σε όσα παιδιά δεν πετυχαίνουν, θα τους προσφέρουμε άμεσα επιπλέον ενισχυτική διδασκαλία και θα δίνουν ξανά εξετάσεις σε δεκαπέντε ημέρες.
Και όλα αυτά όχι επειδή είμαστε με τη λογική της ήσσονος προσπάθειας και με τον λαϊκισμό, όπως μας καταλογίζουν στελέχη της αντιπολίτευσης, αλλά επειδή για εμάς είναι αδιανόητο τα παιδιά σε αυτή την ευαίσθητη ηλικία του Γυμνασίου, να μαθαίνουν πως η αξία της γνώσης είναι να πετυχαίνεις σε αναρίθμητες καταπιεστικές εξετάσεις.
Ενδεχομένως το δικό σας ιδανικό για το σχολείο να ήταν αυτό, δηλαδή το σχολείο των παιδιών που δεν χαίρονται, που δεν μαθαίνουν να αγαπούν τη μάθηση, να αγαπούν τη γνώση, των παιδιών που χάνουν την εφηβεία τους σε ένα σχολείο που θέλει να τα κάνει όλα ίδια. Για εμάς, όμως, δεν είναι αυτό το ιδανικό σχολείο.
Συνεχίζουμε τον διάλογο και παραλάβαμε τα πορίσματα της Εθνικής Επιτροπής Διαλόγου. Πήραμε και αυτά της Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής, που πέτυχαν μάλιστα μια ευρεία συναίνεση -πράγμα σπάνιο στις μέρες μας- και με τις δυνάμεις της αντιπολίτευσης, κάτι για το οποίο χαιρόμαστε ειλικρινά. Και θα συνεχίσουμε τον διάλογο άμεσα και στο Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας.
Ένας από τους βασικούς μας στόχους είναι να καταλήξουμε σε ένα σύστημα που θα οδηγεί τους μαθητές και τις μαθήτριες στο πανεπιστήμιο, χωρίς τη φοβερή και εξαιρετικά αγχωτική κρίση των πανελλαδικών εξετάσεων, ένα σύστημα με στόχο να απαλλάξει το Λύκειο από το να είναι ένας σκέτος προθάλαμος των πανελληνίων εξετάσεων και να του δώσει έναν αυτόνομο παιδαγωγικό ρόλο.
Ξέρουμε ότι αυτό δεν είναι εύκολο, αλλά πρέπει να είναι ένας στόχος που θα παλέψουμε να υλοποιήσουμε. Βασικός στόχος είναι το νέο σχολείο να επιτρέπει στα παιδιά να ανιχνεύουν τις πραγματικές τους κλίσεις και, σε τελική ανάλυση, να σπουδάσουν αυτό το οποίο θέλουν να σπουδάσουν και όχι αυτό το οποίο πρέπει να σπουδάσουν. Πιστεύω ότι τότε θα μπορέσουμε να χτυπήσουμε και αυτό το φαινόμενο των αιώνιων φοιτητών, διότι μας κατηγορείτε χρόνια γι’ αυτό. Το ζήτημα δεν είναι να κόψεις τους αιώνιους φοιτητές. Το ζήτημα, κατά την άποψή μου, είναι να καταφέρουμε να μην γεννά το πανεπιστήμιο αιώνιους φοιτητές.
Και ξέρετε, αυτό, πρωτίστως, θα μπορέσουμε να το πετύχουμε αλλάζοντας το σύστημα των εξετάσεων, το σύστημα «ρουλέτα» των πανελληνίων εξετάσεων, που σπρώχνει μαθητές να γίνουν φοιτητές σε πανεπιστήμια που δεν αγαπούν τη γνώση που εκεί διδάσκεται.
Και θα κάνουμε και κάτι, βεβαίως, για να εξαφανιστεί αυτό το φαινόμενο και πριν αλλάξει το σύστημα των εξετάσεων. Ήδη δύο χιλιάδες επτακόσιοι προπτυχιακοί φοιτητές θα παίρνουν από φέτος υποτροφίες από 400 ως 520 ευρώ τον μήνα για μια τετραετία, ώστε τουλάχιστον σε αυτούς που είναι εξαιρετικά ικανοί, αλλά δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα και αναγκάζονται να εγκαταλείπουν τις σπουδές τους για να δουλεύουν για να ζουν, να δίνουμε τη δυνατότητα να σπουδάζουν.
Ταυτόχρονα, ξεκινάμε πρόγραμμα στέγασης οικονομικά αδύνατων φοιτητών σε διαμερίσματα που ανήκουν στο ελληνικό Δημόσιο και σχεδιάζουμε διαγωνισμούς για να χτιστούν, επιτέλους, νέες φοιτητικές εστίες. Διότι, κυρίες και κύριοι, αυτή η Κυβέρνηση εγγυάται πως σε αυτή τη χώρα όποιος έχει την ικανότητα να σπουδάσει, θα έχει πια και τη δυνατότητα να σπουδάσει. Θα είμαστε δίπλα του εμείς, θα είναι δίπλα του η ελληνική πολιτεία. Θα είναι δίπλα σε όλα τα παιδιά, διότι έχει κάνει πολύ μεγάλες θυσίες ο ελληνικός λαός και αυτές οι θυσίες δεν πρέπει να πάνε χαμένες.
Και γι’ αυτά τα παιδιά που με το αίμα και τις θυσίες του ελληνικού λαού σπουδάζουν, που έχουν το όνειρο, την ευγενική φιλοδοξία να μείνουν σ’ αυτή τη χώρα και να δουλέψουν εδώ για να ανέβουμε όλοι λίγο ψηλότερα, κάνουμε και κάτι ακόμα: Δίνουμε φέτος 81 εκατομμύρια ευρώ για υποτροφίες για διδακτορικές και μεταδιδακτορικές σπουδές, για να μείνουν οι νέοι επιστήμονες εδώ.
Ιδρύσαμε το Ελληνικό Ίδρυμα Έρευνας και Τεχνολογίας που θα είναι το νέο σπουδαίο εργαλείο για την επιστημονική έρευνα και την οικονομική ανάπτυξη του τόπου, όπως και για τη δημιουργία του Ενιαίου Χώρου Εκπαίδευσης και Έρευνας. Και δίνουμε σε αυτό φέτος, σε περίοδο κρίσης, 240 εκατομμύρια ευρώ, την ερχόμενη τριετία, σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, ώστε να χρηματοδοτήσει τα σχέδια και τα όνειρα των επιστημόνων αυτής της χώρας, προκειμένου να μπορέσουμε να ξεφύγουμε από τη λογική του «brain drain» και να πάμε στη λογική του «brain gain», δηλαδή να μη χάνουμε μυαλά, αλλά να κερδίζουμε μυαλά, να γυρίσουν πίσω ή να μείνουν στη χώρα, να μη φύγουν άλλοι επιστήμονες υψηλά εξειδικευμένοι, το πιο σημαντικό δυναμικό, για να ξαναστήσουμε τη χώρα στα πόδια της.
Για να γίνουν όλα αυτά χρειάζεται και μία ριζική ενίσχυση του δυναμικού της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και της έρευνας. Γι’ αυτό, για πρώτη φορά μετά από έξι χρόνια, γίνονται επιτέλους προσλήψεις μελών ΔΕΠ στα πανεπιστήμια και στα ΤΕΙ, πεντακόσιοι πέρυσι και άλλοι πεντακόσιοι φέτος. Γι’ αυτό δίνουμε εκατό νέες θέσεις ερευνητών στα ερευνητικά κέντρα. Νομίζω ότι είναι μία σημαντική αρχή.
Συγχρόνως, λαμβάνουμε όλες τις μέριμνες για τη γενική ενίσχυση του ελλιπούς προϋπολογισμού των ΑΕΙ, για τα ελληνικά πανεπιστήμια που σε όλες τις μετρήσεις -ακόμα και αν υπάρχουν πολλά ερωτηματικά για τα κριτήρια αυτών των μετρήσεων- βρίσκονται -προσέξτε- στο κορυφαίο 5% σε παγκόσμιο επίπεδο. Και αυτό γίνεται παρά τις περικοπές και χάρη στο φιλότιμο και την εργατικότητα των ανθρώπων του ελληνικού δημόσιου πανεπιστημίου, καθηγητών, ερευνητών, διοικητικού προσωπικού, ακόμη και των νέων διδακτόρων που ως τώρα δίδασκαν εντελώς δωρεάν κάποια μαθήματα για να αποκτήσουν διδακτική πείρα και από φέτος προβλέψαμε και γι’ αυτούς να παίρνουν ένα αντιμίσθιο.
Το δημόσιο πανεπιστήμιο αποτελεί τόσο για την Ελλάδα, όσο και για την Ευρώπη, τον πυρήνα της παραγωγής γνώσης και καινοτομίας. Και καλά θα κάνουν αυτό να το θυμούνται όσοι είναι υπέρμαχοι της απόψεως ότι πρέπει πάση θυσία στη χώρα να ιδρυθούν ιδιωτικά πανεπιστήμια.
Ξέρετε, τα κορυφαία πανεπιστήμια, σε παγκόσμια κλίμακα, στην πλειοψηφία τους είναι δημόσια. Τα ιδιωτικά πανεπιστήμια -σας το λέμε γιατί πάλι ο ευρωπαϊσμός σας αποδεικνύεται εν μέρει κούφιος ή μονομερής- δεν είναι ευρωπαϊκή παράδοση. Το μεγάλο δίκτυο ισχυρών πανεπιστημίων είναι δημόσιο εκεί όπου το κάθε κράτος στην Ευρώπη τα διαφύλαξε ως κόρη οφθαλμού και επένδυσε σ’ αυτά.
Όμως, εσείς αυτό το παράδειγμα δεν το μάθατε. Εσείς έχετε στελέχη, έχετε αντιπροέδρους που τρέχουν πίσω από δημόσιες εκδηλώσεις ιδιωτικών εκπαιδευτικών οργανισμών και λένε πως τα ιδιωτικά -όποιας μορφής- είναι υπέρτερα των δημοσίων πανεπιστημίων στην ποιότητα, στις διακρίσεις, στη διαφάνεια. Και όταν τέτοια ιδιωτικά ιδρύματα κατηγορούνται για τεράστια χρέη, ακόμη και για κακουργήματα όπως αυτό της πλαστογραφίας και το Υπουργείο Παιδείας αναστέλλει τη λειτουργία τους, δεν βρίσκετε να πείτε ούτε μία κουβέντα.
Όσοι προβάλλουν τα ιδιωτικά πανεπιστήμια ως πανάκεια, έχουν, άραγε, αναρωτηθεί γιατί οι απόφοιτοί μας από το ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο, το τόσο κατασυκοφαντημένο, οι απόφοιτοί μας με διδακτορικά, μάστερ ή απλά πτυχία, είναι τόσο περιζήτητοι παντού στην Ευρώπη; Γιατί παίρνουν ποσοστιαία τόσες πολλές υποτροφίες στα ευρωπαϊκά, αλλά και στα αμερικάνικα πανεπιστήμια; Γιατί οι δικοί μας επιστήμονες καταφέρνουν και προκρίνονται στα ευρωπαϊκά ανταγωνιστικά ερευνητικά προγράμματα, φέρνοντας στα ιδρύματά τους, αλλά και στη χώρα τους, δεκάδες εκατομμύρια ευρώ κάθε χρόνο; Γιατί οι δικοί μας ερευνητές είναι ενεργά μέλη τόσων πολλών διεθνών ερευνητικών κέντρων;
Δεν μπορεί, λοιπόν, κάτι καλό θα έχει κάνει και αυτό το ταλαίπωρο ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο, που τόσο πολύ το έχετε συκοφαντήσει αυτά τα χρόνια.
Εμείς, λοιπόν, προχωράμε. Φέρνουμε νόμο για τα μεταπτυχιακά και τα διδακτορικά, που κατατίθεται άμεσα και θέτει οριστικό τέλος σε ένα άναρχο τοπίο εμπορευματοποίησης της Παιδείας.
Εδώ έχει μεγάλη σημασία να διευρύνουμε τη σύνδεση των ελληνικών δημόσιων πανεπιστήμιων με το εξωτερικό και να γίνει η Ελλάδα θελκτική στο μεγάλο πλήθος των ξένων φοιτητών και των ερευνητών που ακολουθούν μεταπτυχιακές και διδακτορικές σπουδές.
Είναι, φυσικά, στα σχέδιά μας η ενίσχυση τέτοιων προγραμμάτων από τα ελληνικά ΑΕΙ και ΤΕΙ και το επόμενο διάστημα θα είμαστε σε θέση να προσδιορίσουμε τους πόρους που θα διατεθούν ανά ίδρυμα για την ενίσχυση και τη δημιουργία τέτοιων προγραμμάτων. Και είναι ακριβώς αυτή η πολιτική της στήριξης του δημόσιου πανεπιστήμιου και των δημόσιων ερευνητικών κέντρων που μπορεί να αποτελέσει τον κινητήριο μοχλό αυτού που ονομάζουμε «δίκαιη ανάπτυξη». Διότι – και ας μην το ξεχνάμε – το πιο ουσιαστικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για τη χώρα, τελικά, είναι το ανθρώπινο κεφάλαιο, είναι οι άνθρωποί της, τα υψηλά προσόντα του δυναμικού της. Και αυτό το πλεονέκτημα πρέπει να το καλλιεργήσουμε, ώστε να οικοδομήσουμε ένα παραγωγικό μοντέλο που θα στηρίζεται στην υψηλή προστιθέμενη αξία, στην καινοτομία και την ποιότητα, όχι στους χαμηλούς μισθούς και στη συντριβή της κοινωνικής πλειοψηφίας, όπως οραματίζεται η νεοφιλελεύθερη Νέα Δημοκρατία.
Δεν θέλουμε εμείς την κοινωνία του «ενός τρίτου», την κοινωνία των ελίτ και των πληβείων. Θέλουμε μια κοινωνία καθολικής ευημερίας, δικαιοσύνης και ισότητας. Σε αυτές τις αρχές στηρίζουμε τις προσπάθειές μας για τη μεγάλη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, μια εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, όμως, που δεν είναι μια στιγμή ή ένα νομοσχέδιο, αλλά θα είναι μια διαρκής διαδικασία.
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, θέλω να κλείσω με δύο μόνο αναφορές. Η μία αναφορά είναι για τους ανθρώπους του εκπαιδευτικού μας συστήματος, τους δασκάλους, τους καθηγητές, τους ερευνητές, τους εργαζόμενους. Όλους αυτούς και αυτές θα ήθελα σήμερα να ευχαριστήσω, γιατί «πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος». Και το δικό τους μέτρο είναι -το ξέρουμε- πολύ ψηλά. Μέσα σε πολύ δύσκολες συνθήκες αυτά τα έξι χρόνια και με πενιχρά μέσα, με πολύ χαμηλούς μισθούς, κάνουν αυτό που πρέπει για να στηρίξουν το πιο σημαντικό πράγμα, την εκπαίδευσή μας, τον πολιτισμό μας. Με αυτούς τους ανθρώπους εμείς θέλουμε να δουλέψουμε. Αναγνωρίζουμε τον αγώνα τους, είναι και δικός μας αγώνας.
Η δεύτερη αναφορά είναι στον πιο δυναμικό και ευαίσθητο παράγοντα της εκπαίδευσης, τα παιδιά, αυτά που η εκπαίδευση πρέπει να τα γεμίζει πρωτίστως με χαρά και με έμπνευση, με αγάπη για τη γνώση και όχι μόνο με δέσμευση και άγχος.
Για τα παιδιά, λοιπόν, θα θυμίσω, κλείνοντας, λίγες λέξεις ενός σπουδαίου συγγραφέα, του Χαλίλ Γκιμπράν, λέξεις που σημαδεύουν ίσια στο δικό μας ιδανικό για την Παιδεία και που θέλουμε να συνοδεύουν το έργο των δασκάλων και των γονιών. Έλεγε, λοιπόν, ο Γκιμπράν: «Τα παιδιά δεν είναι δικά σας παιδιά. Είναι οι γιοι και οι κόρες της λαχτάρας της ζωής για τον εαυτό της. Μπορείτε να τους δώσετε την αγάπη σας, όχι όμως τη σκέψη σας, γιατί έχουν τις δικές τους σκέψεις. Μπορείτε να πασχίσετε να τους μοιάσετε. Μην προσπαθήσετε, όμως, να τα κάνετε να σας μοιάσουν, γιατί η ζωή δεν πηγαίνει πίσω ούτε μένει στο χθες».
Σας ευχαριστώ.