Δευτερολογία και τριτολογία του Πρωθυπουργού στην προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση στη Βουλή των Ελλήνων σχετικά με την Παιδεία

Κύριε Πρόεδρε,

στη σημερινή συνεδρίαση δόθηκε η ευκαιρία στον κ. Μητσοτάκη να τοποθετηθεί στα ζητήματα της επικαιρότητας. Άλλωστε, ζήτησα από την αρχή την άδεια του Προεδρείου να μιλήσω για την επικαιρότητα, γιατί εδώ και ένα μήνα η χώρα βρίσκεται στο ρυθμό ενός καταιγιστικού  βομβαρδισμού. Δεν υπάρχει τίποτε άλλο παρά μόνο οι άδειες. Και ξαφνικά, μετά από τον διαγωνισμό, άνοιξε ένας καταιγιστικός ορυμαγδός από όλα τα μέσα τα οποία δεν κατάφεραν να αδειοδοτηθούν, αλλά και από άλλα τα οποία ξαφνικά αντιλαμβάνονται ότι πρέπει να πληρώσουν ή και από τρίτα που εδώ και καιρό έχουν αντιληφθεί ότι δεν μπορούν να πάρουν άλλα θαλασσοδάνεια, ότι η χώρα καταρρέει, η Κυβέρνηση καταρρέει.

Ο κ. Μητσοτάκης, όμως, αποφάσισε, για άλλη μια φορά, να αποδράσει, να σιωπήσει. Ενδεχομένως, να τον συμβούλευσαν οι επικοινωνιολόγοι του ότι καλό είναι να μην μιλάει για αυτά τα θέματα, διότι στο σπίτι του κρεμασμένου δεν μιλάνε για σκοινί. Ενδεχομένως, να μην θέλει να βάλει τα χέρια του και να τα λερώσει, γιατί κάνουν άλλοι τη βρόμικη δουλειά: Όλοι αυτοί που υπερασπίζεται με μανία εδώ και έξι και πλέον μήνες, από την πρώτη μέρα που εξελέγη. Καναλάρχες, ιδιοκτήτες μέσων ενημέρωσης. Κάνουν αυτοί τη βρόμικη δουλειά.

Όμως, ο κ. Μητσοτάκης σε μια αποστροφή του μου είπε: «Εδώ έχουμε να συζητήσουμε για την Παιδεία. Εάν θέλετε, ζητήστε άλλη προ ημερησίας διάταξης συζήτηση για τη διαπλοκή».

Ξέρετε, κύριε Μητσοτάκη, μην καταθέτετε συχνά αιτήματα, διότι καμία φορά γίνονται αποδεκτά. Γίνονται αποδεκτά!

Καταθέτω, λοιπόν, κύριε Πρόεδρε, αίτημα για προ ημερησίας διάταξη συζήτηση στη Βουλή για τη διαπλοκή και για τη διαφθορά. Μην νομίζετε ότι θα αποδράσετε. Θα έρθετε να μιλήσετε εδώ με ονοματεπώνυμα και με διευθύνσεις, μπροστά στον ελληνικό λαό, ενώπιος ενωπίω. Μπροστά στον ελληνικό λαό! Δεν θα αφήσουμε αυτήν τη λάσπη στον ανεμιστήρα αναπάντητη. Με ονόματα και διευθύνσεις!

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

όσο, όμως, σιωπηλός ήταν ο κ. Μητσοτάκης στα θέματα της διαπλοκής, τόσο ξεκάθαρος ήταν στα ζητήματα που αφορούν τη δική του ιδεολογική τοποθέτηση -και το λέω αυτό με ειλικρίνεια, διότι αυτό δημιουργεί ένα επίπεδο μιας κρυστάλλινης αντιπαράθεσης, ιδεολογικής και πολιτικής- τόσο καθαρός ήταν στα θέματα που αφορούν την ιδεολογική οπτική γωνία στα θέματα που αφορούν την εκπαίδευση. Υπερασπίστηκε τη γνωστή νεοφιλελεύθερη ατζέντα του, που, κατά τη δική μας εκτίμηση, είναι και ταξικά μεροληπτική. Είναι μια ατζέντα που, βεβαίως, είναι ευκρινής, αλλά έχει όρια σε ό,τι αφορά την απήχησή της στην ελληνική κοινωνία, διότι, παρότι ντύνεται τον μανδύα του φιλελευθερισμού, της ελευθερίας, ουσιαστικά υπερασπίζεται δικαιώματα μιας μειοψηφίας, των ολίγων.

Και, βεβαίως, υπερασπίστηκε μια εκπαίδευση για τα δικαιώματα των ολίγων, όπως υπερασπίζεται και σε άλλα ζητήματα, οφείλω επίσης να ομολογήσω -στην απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, στα θέματα που αφορούν την κατεδάφιση του κοινωνικού κράτους, τις απολύσεις, τις περικοπές στο κοινωνικό κράτος- τα συμφέροντα και τα δικαιώματα μια μειοψηφίας.

Και θα έλεγα ότι το βασικό χαρακτηριστικό της τοποθέτησής του για την Παιδεία είναι ότι υπερασπίζεται μια εκπαίδευση κομμένη και ραμμένη στα μέτρα μιας αριστοκρατίας. Προσέξτε, όχι μια εκπαίδευση των αρίστων, αλλά μια εκπαίδευση των ελίτ.

Αυτές είναι οι ιδέες που πρεσβεύει η κοινωνία πολλών ταχυτήτων. Όμως, στο τέλος-τέλος είναι μια κοινωνία κατακερματισμένη, διχασμένη, όπου ο καθένας είναι για τον εαυτό του και όλοι εναντίον όλων.

Και βεβαίως, πιστεύει ο κ. Μητσοτάκης, όπως και όλοι οι νεοφιλελεύθεροι, ότι χάρη σε κάποια αόρατη πρόνοια της αγοράς μπορεί να προοδεύσει ο κόσμος κι όχι ότι η αγορά πρέπει να μπει υπό τον έλεγχο της πολιτείας που έχει νόμους και κανόνες κι ότι η πρόοδος είναι απόρροια αυτής της γενικευμένης σύγκρουσης των πάντων με τους πάντες. Πόσο, αλήθεια, καταστροφική έχει αποδειχθεί αυτή η ιδέα στο διάβα των αιώνων!

Θέλει, λοιπόν, ένα εκπαιδευτικό σύστημα κατ’ εικόνα και ομοίωση της αγοράς. Και αυτό γίνεται ακόμα πιο καθαρό όταν μιλάει για το δημόσιο πανεπιστήμιο, όπου εκεί βγαίνει και μια προκατάληψη αρνητική για τον ρόλο του.

Θα έλεγα με δυο λόγια, ότι το πρόβλημά σας, κύριε Μητσοτάκη, δεν είναι ότι υπερασπίζεστε μια άποψη θεμιτή κατά τα άλλα, την άποψη ότι πρέπει να υπάρχουν ιδιωτικά πανεπιστήμια. Το πρόβλημά σας είναι ότι μεροληπτείτε υπέρ των ιδιωτικών πανεπιστημίων και σχολείων ενάντια στα δημόσια σχολεία και πανεπιστήμια.

Εμείς από την πλευρά μας κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας για να βάλουμε τα θεμέλια ενός εκπαιδευτικού συστήματος δημόσιου, καθολικού, δημοκρατικού, συμμετοχικού, ανθρωπιστικού, για να οικοδομήσουμε την Παιδεία της ισότητας και της αγάπης για τη γνώση. Γιατί το τι μεταπτυχιακά θα κάνουμε στα πανεπιστήμια, κύριε Μητσοτάκη, δεν μπορεί να το καθορίζει αποκλειστικά η αγορά. Πρέπει να λαμβάνουμε υπόψιν και τις ανάγκες τόσο της κοινωνίας όσο, όμως, και της εκπαιδευτικής διαδικασίας, τα ερωτήματα των επιστημών και των επιστημόνων. Για παράδειγμα, η Ελλάδα είναι η χώρα που θα μπορούσε, πράγματι, να έχει τις σημαντικότερες μεταπτυχιακές σπουδές στη φιλοσοφία, η χώρα του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη. Μπορεί, άραγε, η αγορά να καθορίσει τις ανάγκες για μεταπτυχιακά προγράμματα στη φιλοσοφία; Άρα, εξ ορισμού δεν θα μπορούσαν να γίνουν τέτοια. Είναι, λοιπόν, ακραία αυτή η άποψή σας.

Εκτός, όμως, από την υπεράσπιση της αγοράς, επιδοθήκατε και στο άθλημα της παραπλάνησης και των ανακριβειών. Και θέλω σε ένα προς ένα να δώσω κάποιες απαντήσεις όσο πιο σύντομα μπορώ.

Πρώτον, μας είπατε ότι -και συμφωνούμε σε αυτό- η Παιδεία χρειάζεται εθνική συναίνεση. Ποια είναι η δική σας η στάση; Τελειώσατε την ομιλία σας, λέγοντας ότι θα καταργήσετε όλα όσα έχει φέρει ο ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό δεν συνάδει με την παράδοση της παράταξής σας. Η παράταξή σας είναι μία συντηρητική παράταξη, αλλά, εν πάση περιπτώσει, πάντοτε από τα έδρανα της Αντιπολίτευσης είχε μια λελογισμένη στάση. Εσείς ακολουθείτε μια έξαλλη αντιπολίτευση. Όλα στραβά τα έχουμε κάνει. Και μιλάτε εσείς για συναίνεση, όταν εμείς κάναμε έναν χρόνο διάλογο και εσείς αποχωρήσατε από τη συζήτηση στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων, το πόρισμα της οποίας το υπέγραψαν και μια σειρά από κόμματα της αντιπολίτευσης. Ποια συναίνεση, λοιπόν; Ποιος δεν τη θέλει τη συναίνεση;

Μας είπατε ότι θέλουμε να σας πάμε στο παρελθόν κι όχι στο μέλλον και κάνατε ιδιαίτερη αναφορά στη δεκαετία του ’80. Δεν ξέρω τι κατάλοιπα μπορεί να έχετε από αυτά τα χρόνια, πώς περνάγατε τη δεκαετία του ’80, αλλά νομίζω ότι η δεκαετία του ’80 δεν πισωγύρισε τη χώρα. Εν πάση περιπτώσει, αν μας λέτε ότι εμείς θέλουμε να πάμε στη δεκαετία του ’80, τότε εσείς γιατί κάνατε αναφορά στο 1864 για να υπερασπιστείτε τα ιδιωτικά πανεπιστήμια μέσα από το Σύνταγμα; Πράγματι, για την ευρωπαϊκή παράδοση τα ιδιωτικά πανεπιστήμια αποτελούν παρελθόν, τόσο μακρινό, 1864!

Μας είπατε ότι θέλετε κι εσείς ένα σχολείο που οι μαθητές να έχουν την ευκαιρία να ανιχνεύσουν τα ταλέντα τους.

Τι κάνατε εσείς γι’ αυτήν την ευκαιρία; Φτιάξατε το σχολείο που θέλει να τους κάνει όλους ίδιους. Αποψιλώσατε την εκπαίδευση από προσωπικό, σταματήσατε να δίνετε υποτροφίες και μετά μας λέτε ότι θέλετε να δίνετε ευκαιρίες.

Μας είπατε για τα Πρότυπα σχολεία. Ξέρετε, τα ιστορικά Πρότυπα σχολεία συνεχίζουν να λειτουργούν. Εμείς θέλουμε να δώσουμε το βάρος στα Πειραματικά. Είναι αλήθεια. Όμως, εγώ δεν γνωρίζω πουθενά στον κόσμο, σε καμμία εκπαιδευτική μεθοδολογία, να υπάρχει ταύτιση του Πρότυπου με το Πειραματικό, κάτι το οποίο έκανε η κ. Διαμαντοπούλου, την οποία εξήρατε πριν από λίγο.

Υπάρχουν τα πρότυπα. Τα ιστορικά Πρότυπα σχολεία συνεχίζουν να λειτουργούν. Όμως, θέλουμε να ρίξουμε το βάρος στα Πειραματικά -όπως με επιτυχία έγινε στην Ελλάδα την δεκαετία του ’80 που ξορκίζετε- όπου δοκιμάζονται νέες εκπαιδευτικές μέθοδοι σε μαθητές με διάφορες και διαφορετικές ικανότητες, προκειμένου μετά να εφαρμοστούν και στο σύνολο της εκπαίδευσης. Και γι’ αυτό στα Πειραματικά σχολεία δεν πρέπει να πηγαίνουν μόνο μαθητές του είκοσι, αλλά από όλο το φάσμα.

Μας λέτε ότι υποβαθμίσαμε το Ολοήμερο σχολείο. Μα, πώς το κάναμε αυτό; Αφού τώρα -και για πρώτη φορά- όλα τα Δημοτικά μπορούν να λειτουργήσουν ως Ολοήμερα και όλα τα παιδιά να πάνε σε αυτά. Ξέρετε ότι μέχρι πέρυσι υπήρχαν σχολεία που δεν έκαναν Αγγλικά και Πληροφορική από την Α’ Δημοτικού, και πως τώρα κάνουν όλα τα παιδιά στα δημόσια Δημοτικά σχολεία της χώρας μας από την Α’ Δημοτικού Αγγλικά και Πληροφορική; Αυτό ακριβώς θα καταργήσετε, όταν λέτε ότι θα έλθετε και θα καταργήσετε όλα αυτά που κάναμε εμείς στην εκπαίδευση;

Τις ώρες τις μειώσαμε όχι επειδή είμαστε με τη λογική της ήσσονος προσπάθειας, όπως επιχειρηματολογήσατε, αλλά επειδή είναι παιδαγωγική επιστημονική άποψη το ότι τα παιδιά του Δημοτικού δεν μπορούν να αποδώσουν με τόσο βαρύ πρόγραμμα, τόσες πολλές ώρες. Και αυτό δεν είναι δική μας θέση. Είναι πάγια θέση των εκπαιδευτικών.

Μας λέτε πως οι αλλαγές στο Γυμνάσιο έγιναν χωρίς διάλογο. Βεβαίως, αν είχατε παραμείνει στην Επιτροπή Μορφωτικών, θα ξέρατε αν έγινε ή δεν έγινε διάλογος. Μάλλον γι’ αυτό το λέτε. Όμως, πείτε μας για το περιεχόμενο. Αφήστε το αν έγινε διάλογος. Πείτε μας, διαφωνείτε με τις αλλαγές στο Γυμνάσιο; Πείτε καθαρά στην ελληνική οικογένεια πως εσείς είσαστε ικανοποιημένος με το εξετασιοκεντρικό Γυμνάσιο και θέλετε έτσι να παραμείνει και ό,τι αλλαγές γίνονται για να καταργηθεί αυτό το Γυμνάσιο – εξεταστικό κέντρο, θα τις αλλάξετε και θα γυρίσουμε ξανά πίσω.

Μας λέτε για τις αλλαγές που κάναμε πέρυσι στο Λύκειο. Μάλιστα. Εσάς δεν σας έφθαναν οι πανελλήνιες εξετάσεις και η ζημιά που έχουν κάνει στο σχολείο, αλλά είχατε ψηφίσει να δίνουν τα παιδιά πανελλήνιες και στην Α’ Λυκείου ακόμα και να πληρώνουν οι γονείς φροντιστήρια και να εξοντώνεται η εφηβεία των παιδιών και τα παιδιά να λειτουργούν σαν ρομπότ που δίνουν εξετάσεις. Ε, αυτά εμείς τα καταργήσαμε και γι’ αυτά είμαστε περήφανοι.

Επίσης, μας είπατε πως νομοθετήσαμε να μην μπορεί να γίνει απόλυση στα ιδιωτικά σχολεία και άρα, να μην μπορεί να επιλέξει ο σχολάρχης το προσωπικό και κάποιος που δεν κάνει καλά τη δουλειά του, δεν είναι καλός εκπαιδευτικός, να μην μπορεί να αντικατασταθεί. Δεν είναι ακριβές, κύριε Μητσοτάκη. Δεν πρέπει να είστε καλά ενημερωμένος.

Εμείς, αυτό που κάναμε ήταν να επαναφέρουμε αυτό που είχε ψηφίσει η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας στην αρχή της Μεταπολίτευσης. Να μην μπορεί να γίνει απόλυση χωρίς τεκμηρίωση σε υπηρεσιακό συμβούλιο. Και ξέρετε γιατί; Ακριβώς επειδή οι εκπαιδευτικοί επιτελούν δημόσιο λειτούργημα. Δίνουν απολυτήρια και άρα πρέπει να διασφαλίζεται πως είναι ανεπηρέαστοι από πιέσεις. Δεν είναι απλά εργαζόμενοι εκπαιδευτικοί. Είναι και εργαζόμενοι και λειτουργοί.

O αείμνηστος Ράλλης ως Υπουργός Παιδείας, που το είχε θεσπίσει αυτό, ήταν σοβιετικός όπως εμείς που μας κατηγορείτε τώρα; Θα τρίζουν τα κόκαλά του.

Μας είπατε για την αξιολόγηση. Εμείς ετοιμάζουμε έναν συνολικό νόμο για την αξιολόγηση στο δημόσιο. Αλλά για να δούμε τι εννοείτε εσείς όταν μιλάτε για αξιολόγηση και να δούμε μήπως εννοείτε το ίδιο και στα σχολεία, στους εκπαιδευτικούς, διότι αυτό το οποίο εσείς φέρατε ως Υπουργός δεν ήταν ακριβώς αξιολόγηση, αλλά ένας νόμος για να διευκολύνετε τις απολύσεις, γιατί εσείς ορίζατε με νόμο πως μόνο το 10% μπορεί να αριστεύει. Πριν από λίγο μας είπατε ότι άριστος είναι όποιος προσπαθεί. Δεν μπορούν να προσπαθούν και να τα καταφέρουν περισσότεροι από το 10%; Στο νόμο που εσείς ορίσατε μάς είπατε ότι το 15% υποχρεωτικά κατατάσσεται στην κατώτατη, στη χαμηλότερη κλίμακα, προφανώς για να απολύονται.

Λοιπόν, εσείς δεν θέλατε αξιολόγηση, θέλατε δικαιολογία για απολύσεις. Η αξιολόγηση είναι άλλο πράγμα από αυτό που εσείς εννοείτε. Κανείς δεν είναι αντίθετος στην έννοια της αξιολόγησης, αλλά πρέπει να δούμε με ποιους όρους και με ποιες προϋποθέσεις και ιδίως σε ό,τι αφορά τους εκπαιδευτικούς, διότι επαναλαμβάνω ότι δεν είναι απλά εργαζόμενοι, αλλά είναι εργαζόμενοι και ταυτόχρονα λειτουργοί.

Για τα μεταπτυχιακά εκφράσατε δυσαρέσκεια γιατί να είναι χαμηλά τα δίδακτρα. Υπάρχουν μεταπτυχιακά των δέκα και των δεκαπέντε χιλιάδων ευρώ. Ο ένας τρόπος να τα δει κανείς αυτά είναι να πει πως υπάρχει ζήτηση που τα κρατάει σε λειτουργία, άρα μια χαρά. Ο άλλος είναι να πει πως η συντριπτική πλειονότητα του ελληνικού λαού, ειδικά στις μέρες μας, στις μέρες της κρίσης, αποκλείεται εξαιτίας αυτών των υψηλών διδάκτρων από υπηρεσίες τις οποίες προσφέρει το ίδιο το εκπαιδευτικό σύστημα για το οποίο πληρώνει φόρους.

Όχι, λοιπόν, κύριε Μητσοτάκη. Δεν πρέπει να αποφασίζει μόνο η αγορά για το τι μεταπτυχιακά θα γίνονται. Εμείς επιχειρήσαμε να βάλουμε μια τάξη στο τοπίο των μεταπτυχιακών προγραμμάτων και μια χαρά μπορούν να αποφασίζουν τα ιδρύματα και τα τμήματα τι μεταπτυχιακά θα κάνουν.

Δεν ξέρω αν σας έχουν ενημερώσει σωστά ή αν διαβάσατε τον νόμο. Εμείς λέμε απλώς ότι το Υπουργείο στο τέλος θα κάνει έλεγχο νομιμότητας για να δει αν δικαιολογούνται όντως τα ποσά που ζητούν από τους φοιτητές για μεταπτυχιακά προγράμματα. Τι πρόβλημα έχετε με αυτό; Είστε κατά της διαφάνειας ή ενδεχομένως από αυτό που κάναμε εμείς ενοχλούνται κάποιοι μεγαλοκαθηγητάδες που πλούτιζαν από τα μεταπτυχιακά προγράμματα και εξ ονόματός τους τώρα θέλετε εδώ να μιλήσετε;

Για τα Θρησκευτικά άκουσα την κριτική σας για τις διαδικασίες. Ελπίζω να οφείλεται στο γεγονός ότι δεν γνωρίζατε ότι εδώ και τρία χρόνια γίνεται μια διαδικασία ουσιαστικού διαλόγου στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, στο ΙΕΠ, και ταυτόχρονα δοκιμαστικά τα προγράμματα αυτά έχουν πάει σε μια σειρά από σχολεία. Ο διάλογος φυσικά, όπως είπα και στην ομιλία μου, θα συνεχιστεί και το τελευταίο που θα ήθελε κανείς να κάνει είναι μια σύγκρουση με την Εκκλησία. Αντιθέτως, είμαστε ανοικτοί να ακούσουμε τις απόψεις και να συνθέσουμε. Όποιες παρατηρήσεις υπάρχουν στο τέλος της διαδικασίας φέτος που θα γίνει αξιολόγηση του μαθήματος, θα ενσωματωθούν πριν υπάρξει σύγγραμμα.

Δεν σας άκουσα, όμως, να μιλάτε με ευκρίνεια για κάτι. Σ’ όλα τα άλλα, στα της παιδείας, ήσασταν ευκρινής, ομολογώ. Σ’ αυτό όχι και τόσο. Για την «ταμπακιέρα» να μας πείτε.

Συμφωνείτε ή διαφωνείτε με το ότι πρέπει να υπάρξει αλλαγή στα αναλυτικά προγράμματα, ώστε να φύγουμε από το μάθημα ομολογίας πίστης και να πάμε σ’ ένα μάθημα το οποίο θα έχει μια ευρύτερη οπτική;

Μας είπατε πως θέλετε λύκεια που να συνεργάζονται με επιχειρήσεις για την επαγγελματική εκπαίδευση. Μα εσείς –εννοώ το κόμμα σας- ως κυβέρνηση διαλύσατε την επαγγελματική εκπαίδευση. Βγάλατε καθηγητές σε διαθεσιμότητα, καταργήσατε τις δημοφιλείς ειδικότητες των ΕΠΑΛ. Και όλα αυτά γιατί; Για να έχουν πελατεία τα ΙΕΚ, κύριε Μητσοτάκη.

Εμείς τα επαναφέραμε αυτά. Εμείς θεσπίσαμε πλαίσιο για να είναι εγγυημένα τα εργασιακά δικαιώματα των παιδιών που κάνουν πρακτική άσκηση. Και θέλουμε να στρέφονται και προς την επαγγελματική εκπαίδευση τα παιδιά, αλλά όχι από ηττοπάθεια, ότι δεν μπορούν να γίνουν άριστοι και για αυτό πάνε εκεί, αλλά επειδή θα έχουν επιλογή να πάνε εκεί. Και θέλουμε, εάν αργότερα το αποφασίσουν, αφού τελειώσουν το επαγγελματικό λύκειο, να μπορούν να δώσουν εξετάσεις για το πανεπιστήμιο. Για αυτό, θεσπίσαμε αυτήν τη δυνατότητα, ενώ εσείς την είχατε καταργήσει.

Τέλος, είπατε πως θέλετε σύνδεση της Εκπαίδευσης με την αγορά και πως υπάρχει ένα χάσμα δεξιοτήτων, δηλαδή πως η αγορά ζητά δεξιότητες που τα πανεπιστήμια δεν τις προσφέρουν. Αλήθεια, κύριε Μητσοτάκη, σε ποια χώρα ζείτε; Αυτό είναι σήμερα το πρόβλημα της ανεργίας; Αυτό είναι το πρόβλημα και όχι ότι τα παιδιά πάνε με το πτυχίο στο χέρι και μεταπτυχιακά, υπερκαταρτισμένοι, να πιάσουν μια δουλειά και τους λένε ότι «είστε υπερκαταρτισμένοι και δεν μπορούμε να δώσουμε τόσο όσα αντιστοιχούν στα πτυχία σας»; Αυτό είναι το πρόβλημα, που αναγκάζονται να κρύβουν τα πτυχία τους για να βρουν δουλειά; Και αν ήταν αυτό το πρόβλημα, τότε γιατί οι πτυχιούχοι των ελληνικών πανεπιστημίων βρίσκουν δουλειά στο εξωτερικό;

Αν υπάρχει αναντιστοιχία δεξιοτήτων και αγοράς, αυτό δεν οφείλεται στην κακή κατάσταση των πανεπιστημίων, οφείλεται στην κακή κατάσταση της αγοράς. Και για να αλλάξει αυτό, πρέπει να δουλέψουμε με έμφαση στην ενίσχυση της έρευνας και της καινοτομίας, που τώρα την ενισχύουμε όσο ποτέ άλλοτε, πράγμα το οποίο δεν κάνατε ποτέ εσείς.

Το 2015, τη χρονιά της μεγάλης κρίσης, φτάσαμε στο 1% του ΑΕΠ για την έρευνα και φτιάχνουμε ειδικό ταμείο για στήριξη επιχειρήσεων έντασης γνώσης, πράγματα που εσείς ποτέ δεν υλοποιήσατε, ποτέ δεν θελήσατε, δεν σκεφτήκατε καν να εφαρμόσετε και ας μιλάτε σε όλους τους τόνους για τις νέες τεχνολογίες, την καινοτομία.

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, θέλω να κλείσω με ένα σχόλιο και αυτό το σχόλιο έχει να κάνει με τα όσα είπε ο κ. Μητσοτάκης περί προσωπικών βιωμάτων. Πράγματι, είμαστε όλοι προϊόν των βιωμάτων μας, της πορείας μας, της προσωπικής μας ιστορίας και καταγωγής. Εγώ, κύριε Μητσοτάκη, είμαι υπερήφανος για τη δική μου πορεία. Διότι ήταν τιμή μου να συμμετέχω σε κάποιες από τις εξάρσεις, τις σημαντικές εκλάμψεις του μαθητικού και φοιτητικού κινήματος στον τόπο μας. Γιατί το μαθητικό και φοιτητικό κίνημα, το νεολαιίστικο κίνημα στον τόπο μας έπαιξε σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της σύγχρονης πολιτικής ιστορίας.

Είχα τη δυνατότητα να συμμετάσχω στους μαθητικούς αγώνες του ’90-’91 ενάντια σε έναν αυταρχικό και οπισθοδρομικό, αντιεκπαιδευτικό νόμο τότε της Κυβέρνησης του πατέρα σας, όπως ήταν τιμή μου να συμμετέχω και στο φοιτητικό κίνημα, βεβαίως σε μια εποχή παρακμής του κινήματος και του ρόλου των φοιτητικών συλλόγων.

Αλλά αυτοί οι αγώνες, οι κοινωνικοί αγώνες, οι συλλογικοί αγώνες είναι αγώνες που πήγαν την κοινωνία μπροστά, διασφάλισαν και κατοχύρωσαν δικαιώματα, υπερασπίστηκαν τη δημόσια παιδεία, τη δωρεάν παιδεία, την ίδια τη δημοκρατία.

Κύριε Μητσοτάκη, ξέρετε κάτι; Το βασικό σας πρόβλημα, όταν μιλάτε για την εκπαίδευση, παρότι κατηγορείτε εμένα για τα δικά μου προσωπικά βιώματα, μάλλον είναι τα δικά σας βιώματα. Διότι μέχρι να ασχοληθείτε με την πολιτική δεν είχατε περάσει ούτε απ’ έξω από δημόσιο σχολείο και δημόσιο πανεπιστήμιο και δεν μπορείτε να τα υπερασπιστείτε. Δεν μπορείτε να υπερασπιστείτε τη δημόσια παιδεία, παρά μονάχα την ιδιωτική.

 

Τριτολογία του Πρωθυπουργού στην προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση στη Βουλή των Ελλήνων σχετικά με την Παιδεία

Θα χρειαστώ δυο λεπτά μόνο, κύριε Πρόεδρε, γιατί η συζήτηση ήταν πολύωρη. Όλοι είμαστε κουρασμένοι και πεινασμένοι, ίσως, κάποιοι από εμάς.

Θέλω να πω ότι σήμερα διεξήχθη μια συζήτηση που όσοι την παρακολούθησαν, έβγαλαν κάποια συμπεράσματα. Το λέω με την έννοια ότι ακούστηκαν απόψεις, ακούστηκαν θέσεις και αυτό έχει ενδιαφέρον. Δεν είναι ο κανόνας για τις συζητήσεις που διεξάγουμε στο Κοινοβούλιο. Ακούστηκαν διαφορετικές απόψεις.

Σε ό,τι αφορά τις τοποθετήσεις μου με τον Αρχηγό της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, εκφράστηκαν δύο διαφορετικές οπτικές για την Παιδεία, όπως διαφορετικές οπτικές έχουμε και για την οικονομία. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι αποτυπώθηκαν οι απόψεις και οι θέσεις για τα θέματα της Παιδείας από την πλευρά εκπροσώπησης δύο διαφορετικών κόσμων. Από τη μια πλευρά είναι ο δημόσιος χώρος και η υπεράσπισή του και από την άλλη είναι ο κόσμος της αγοράς.

Θέλω να πω ότι παρά το γεγονός πως κατατίθενται απόψεις με μεγάλη απόσταση μεταξύ τους – το ομολόγησε και ο Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης – εντούτοις τα θέματα της Παιδείας απαιτούν εξοντωτικό, θα έλεγα, διάλογο και προσπάθεια σύνθεσης. Υπάρχουν θέματα που δεν μπορεί αυτό να επιτευχθεί, αλλά, παρόλα αυτά, αξίζει τον κόπο.

Όμως, προϋπόθεση για τη σύνθεση είναι οι καθαρές θέσεις – σε ό,τι αφορά τις θέσεις σας, ήταν καθαρές, κύριε Μητσοτάκη – όχι όμως η διαστρέβλωση. Διότι σε ό,τι αφορά την αποτίμηση του δικού μας έργου, υπήρξε διαστρέβλωση σε πολλά σημεία. Δεν θέλω να αναφερθώ ξανά, γιατί θα ανοίξει ξανά συζήτηση. Να πω επιγραμματικά μόνο, Ολοήμερο σχολείο, Πειραματικά, ιδιωτικά σχολεία, τα Πρότυπα, το τι έχει συμβεί. Δεν έχει, όμως, τώρα νόημα να ανοίξω ξανά τη συζήτηση. Λέω, λοιπόν, ότι πρώτη προϋπόθεση είναι οι καθαρές θέσεις και όχι η διαστρέβλωση.

Η δεύτερη προϋπόθεση είναι να μην αποχωρούμε από τον διάλογο, διότι στον διάλογο που διεξήχθη, σε καλό, πιστεύω, κλίμα, στην αρμόδια Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων για έναν και πλέον χρόνο, υπήρξε προσπάθεια συνθέσεων.

Εγώ διάβασα το πόρισμα του διαλόγου – το οποίο δεν το υπογράφει το Κόμμα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, το υπογράφουν, όμως, άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης – και το θεωρώ ένα γόνιμο βήμα, παρά τις συμφωνίες και διαφωνίες με τα επιμέρους σημεία τα οποία μπορεί κανείς να έχει, και χρήσιμο υλικό.

Η τρίτη προϋπόθεση είναι να μη λειτουργούμε σε μια λογική ότι θα κατεδαφίσουμε τα πάντα. Εγώ με χαρά σήμερα είδα εδώ την κα. Γιαννάκου που ήρθε να παρακολουθήσει τη συζήτηση. Μπορεί να είχαμε διαφωνίες με όσα έκανε, μπορεί η στρατηγική μας να είναι διαφορετική, αλλά ούτε ο κ. Μπαλτάς, ούτε ο κ. Φίλης, Υπουργοί της Κυβέρνησης της δικής μας, δεν μπήκαν σε μια λογική ισοπεδωτική σε σχέση με πολλά από τα οποία έκανε η κ. Γιαννάκου. Βεβαίως, σε πολλές άλλες επιλογές, εξαιτίας αυτής της διαφορετικής οπτικής την οποία ανέλυσα αρχικά, υπήρχαν παρεμβάσεις. Έτσι και εσάς σας αδικεί η λογική του ότι, «θα τα γκρεμίσουμε όλα όσα κάνατε, θα τα καταργήσουμε όλα με έναν νόμο». Δεν ταιριάζει και στην παράδοση της παράταξή σας.

Θέλω, επίσης, να πω ότι παρά την τελείως διαφορετική οπτική μας για την αξιολόγηση – και δεν θέλω να ξαναμπώ σε αυτήν την αντιπαράθεση – υπάρχει κάτι το οποίο θα άξιζε τον κόπο να δούμε αν μπορούμε να προσεγγίσουμε. Όλοι αντιλαμβανόμαστε ότι βεβαίως και υπάρχει ανάγκη να αξιολογείται το έργο. Το θέμα είναι με ποιον τρόπο και για ποιον λόγο. Αν μπορούσε, λοιπόν, ο διάλογος εκεί να επεκταθεί, θα είχε ίσως ένα νόημα.

Σε σχέση με τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, υπάρχει διαφωνία. Δεν αξίζει, όμως, τον κόπο αυτή η διαφωνία να πηγαίνει σε ένα επίπεδο αντιπαράθεσης καφενείου, ότι όποιος διαφωνεί με τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, δεν έχει το δικαίωμα να κάνει μια επιλογή για τα παιδιά του σε ιδιωτικό δημοτικό σχολείο. Επίσης νομίζω ότι αυτή η τοποθέτηση δεν είναι μια τοποθέτηση που εμπλουτίζει τον πολιτικό διάλογο.

Αντιθέτως, θα έλεγα, οι θέσεις μας για το πανεπιστήμιο, το οποίο επιθυμούμε, για την Παιδεία και την προοπτική, δηλαδή, αυτού του τόπου, πρέπει να διατυπώνονται με καθαρότητα, αλλά και σε μία προοπτική σύνθεσης, ώστε να μπορέσουμε να βρούμε μία κοινή βάση.

Το θέμα των ιδιωτικών πανεπιστημίων είναι ένα θέμα το οποίο έχει και μία συνταγματική χροιά. Συνεπώς, πιστεύω ότι θα έχουμε πεδίον δόξης λαμπρό στη συζήτηση που θα ανοίξει για τη Συνταγματική Αναθεώρηση, να καταθέσουμε τις θέσεις και τις προτάσεις μας. Διότι, εγώ ομολογώ ότι στο σημείο αυτό – ενώ για τα άλλα σας είπα ότι είχατε καθαρές θέσεις – δεν έχω καταλάβει τι ακριβώς προτείνατε. Προτείνετε ιδιωτικά πανεπιστήμια, τα οποία, όπως κάποιοι λένε, θα είναι ανώτερα του δημόσιου ελληνικού πανεπιστημίου; Για να είναι ανώτερα, θα πρέπει να έχουν τις υποδομές και τεράστια κεφάλαια. Και δεν βλέπω ποιοι θα μπορούσαν αυτή τη στιγμή να επενδύσουν στο χώρο της γνώσης.

Όπως, επίσης, εντόπισα και μία αντίφαση σε ό,τι είπατε σε σχέση με τον κλειστό αριθμό γιατρών, για παράδειγμα, που δώσατε, ότι η χώρα σήμερα δεν έχει ανάγκη από τόσους πολλούς γιατρούς όσους παράγουν τα ελληνικά δημόσια πανεπιστήμια – και το εντόπισε και ο Υπουργός Παιδείας αυτό στη δευτερολογία του – διότι, κύριε Μητσοτάκη, είναι αντίφαση σε σχέση με τη φιλελεύθερη οπτική σας. Το να φτιάχνουμε, να παράγουμε, όσους ακριβώς γιατρούς, για παράδειγμα, μπορεί να καταναλώσει η αγορά και οι ανάγκες μιας κοινωνίας, είναι μία λογική κεντρικού σχεδιασμού, που ξέρω ότι δεν την έχετε. Και είναι αντίφαση σε σχέση και με την άποψή σας για ιδιωτικά πανεπιστήμια, αλλά αντίφαση και σε σχέση με την άποψή σας να δοθεί η αυτοτέλεια στα ίδια τα πανεπιστήμια να ορίζουν τον αριθμό.

Στο σημείο αυτό επιτρέψτε μου να κάνω και μία αναφορά:

Πρώτον, η αξιολόγηση δεν αντιβαίνει της ισότητας. Μπορεί να υπάρξει δυνατότητα αξιολόγησης διατηρώντας τη δυνατότητα ίσων ευκαιριών.

Δεύτερον, εγώ θέλω να επαναλάβω κάτι που για εμάς μπορεί να ακούγεται λίγο ιδεολογικό, αλλά ας το ακούσετε γιατί έχει μία αξία να το πούμε. Εγώ θεωρώ το γεγονός ότι στην ελληνική κοινωνία υπάρχει μία μεγάλη παράδοση –θετική κατά τη γνώμη μου – η έγνοια, το βάσανο, το μεράκι τα παιδιά μας να σπουδάσουν και άρα, να πάνε σε πανεπιστήμια και να σπουδάσουν, είτε στην Ελλάδα είτε στο εξωτερικό από το υστέρημα, αυτό, σε τελική ανάλυση είναι θετικό, είναι θετική κληρονομιά. Είναι, ίσως, το πιο σημαντικό κεφάλαιο που έχουμε αυτή τη στιγμή στην προοπτική ανασυγκρότησης της χώρας, το ανθρώπινο κεφάλαιο, οι υψηλά εξειδικευμένοι επιστήμονες, νέοι επιστήμονες, είτε έξω είτε μέσα. Και αυτοί που είναι έξω, πρέπει να κάνουμε μία προσπάθεια να προσφέρουν στον τόπο και να τους ξαναφέρουμε μέσα. Όμως, αυτοί είναι το σημαντικό μας ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.

Και το λέω με την εξής έννοια: Η γνώση – κατά την άποψή μας – έχει αυταξία. Είναι σημαντικό πράγμα να μορφώνεται κανείς, ανεξαρτήτως εάν μπορεί ή δεν μπορεί, ανάλογα με τη συγκυρία, να απορροφηθεί από την αγορά εργασίας. Εάν αφήναμε τα πάντα να τα καθορίσει η αγορά, θα χάναμε αυτό το σημαντικό συγκριτικό πλεονέκτημα και θα χάναμε την αξία της γνώσης, το σημαντικό να μορφώνονται οι πολίτες, να είναι πολίτες μορφωμένοι, να αγαπάνε τη γνώση, καλά ενημερωμένοι, για να μπορούν να συμβάλουν αποτελεσματικά και στην προκοπή στην πορεία του τόπου.

Και το τελευταίο: Διαφωνήσαμε σε πολλά. Κατάλαβα όμως, ότι υπάρχει μία συμφωνία σε ένα θέμα, στο θέμα των Θρησκευτικών, όπου και εσείς – εάν δεν κάνω λάθος – είπατε ότι είναι απαραίτητο -χρησιμοποιώ τη φράση σας- να υπάρξει αναμόρφωση, να προχωρήσουμε στην αναμόρφωση και την αλλαγή των αναλυτικών προγραμμάτων. Προφανώς, αυτό θα γίνει μέσα από τον αναγκαίο διάλογο.

Επαναλαμβάνω, λοιπόν, ότι φέτος τα προγράμματα, στα οποία έχει καταλήξει το Ινστιτούτο, στο οποίο συμμετείχαν διακεκριμένοι θεολόγοι – και έγινε πολύ σοβαρή, κατά την άποψή μου, δουλειά – θα πάνε στα σχολεία. Είναι δοκιμαστική η φετινή χρονιά. Εάν δεν αρκούσε η μία συνεδρία με την παρουσία της Επιτροπής της Εκκλησίας, θα υπάρξουν και άλλες. Θα ακούσουμε τις απόψεις. Ούτως ή άλλως, στο τέλος της χρονιάς θα αξιολογηθεί το μάθημα. Και πιστεύω ότι θα έχουν τη δυνατότητα οι επιστήμονες του Ινστιτούτου, του ΙΕΠ, να καταγράψουν και να ενσωματώσουν τις παρατηρήσεις – γόνιμες παρατηρήσεις, ουσιαστικές παρατηρήσεις – και από την πλευρά της Εκκλησίας. Και σύγγραμμα θα έρθει την επόμενη χρονιά.

Πιστεύω, λοιπόν, και κρατώ ως θετικό την αναφορά στο ότι είναι απαραίτητη αυτή η αλλαγή. Και προσθέτω ότι είναι απαραίτητος και ο γόνιμος διάλογος και όχι οι συγκρούσεις σε μία κρίσιμη εποχή για τον τόπο, για την χώρα συνολικά.

Χρειαζόμαστε πνευματική ενότητα και χρειάζεται να προλαβαίνουμε τις συγκρούσεις και όχι να ρίχνουμε λάδι στη φωτιά μελλοντικών συγκρούσεων.

Σας ευχαριστώ.