Παναγιώτατε, κυρίες και κύριοι, εκπρόσωποι της τουρκικής κυβέρνησης, κύριε εκπρόσωπε του Προέδρου της Τουρκικής Δημοκρατίας, σεβασμιότατοι, φίλες και φίλοι, είναι μεγάλη η χαρά, μεγάλη η τιμή και μεγάλη η συγκίνηση για μένα που βρίσκομαι μαζί σας σήμερα, αισθανόμενος ότι περπατώ βήματα με ιστορικό βάρος.
Είχα σήμερα τη χαρά και την ευλογία να περιδιαβώ σημαντικότατα μνημεία του Ελληνισμού, της Ορθοδοξίας εδώ στην Κωνσταντινούπολη, μνημεία, όμως και της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς. Μνημεία που ανήκουν πια σε όλη την ανθρωπότητα, οικουμενικά μνημεία.
Όμως, δεν παραβλέπουμε το γεγονός ότι είναι μνημεία του Ελληνισμού. Ενός Ελληνισμού και μιας ελληνικής κοινότητας, μιας ελληνικής και ορθόδοξης μειονότητας εδώ στην Κωνσταντινούπολη, που πέρασε πολύ μεγάλες δυσκολίες. Πληγώθηκε, κυνηγήθηκε, αποδεκατίστηκε, αλλά δεν έχασε τις ρίζες της. Μπορεί να μοιάζει σαν ένας κορμός δέντρου πληγωμένου, οι ρίζες, όμως, υπάρχουν, αναπνέουν, είναι εδώ.
Και βεβαίως, είναι μεγάλη η συγκίνηση και η χαρά που βρίσκομαι σήμερα εδώ στην Χάλκη, στο ιστορικό νησί της Χάλκης, στον ιστορικό και ιερό αυτό τόπο. Στην Χάλκη, όπου τον 9ο αιώνα ο Άγιος Φώτιος, ο Πατριάρχης Φώτιος τότε ίδρυσε την Σταυροπηγιακή Μονή της Αγίας Τριάδος και στην οποία αργότερα στεγάστηκε η Θεολογική Σχολή της Χάλκης, αφότου ιδρύθηκε από τον Πατριάρχη Γερμανό τον Δ΄ το 1844. Μια Σχολή στην οποία φοίτησαν σπουδαίοι άνθρωποι, λόγιοι, ορθόδοξοι θεολόγοι, ιερείς, με σπουδαίες γνώσεις και πολύ σημαντική προσφορά, αλλά και μεγάλες προσωπικότητες, που αργότερα έγιναν σπουδαίοι ιεράρχες. Αρκετοί εξ αυτών διετέλεσαν και στον πατριαρχικό θρόνο, μεταξύ των οποίων και ο σημερινός Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, τον οποίο και ευχαριστώ που είχε τη διάθεση να με ξεναγήσει στους τόπους εκείνους όπου από μικρό παιδί, 15 χρονών έφηβος, ήρθε από την Ίμβρο για να σπουδάσει.
Έχοντας, λοιπόν, όλες αυτές τις αναμνήσεις, τις μεγάλες και συγκινητικές αναμνήσεις και τον ευχαριστώ, είχα την ευκαιρία να μπω μέσα στις αίθουσες εκείνες όπου κάποτε υπήρχε διδασκαλία, η οποία σταμάτησε, δυστυχώς, από το 1971 και μετά. Αλλά και να ξεναγηθώ σε μια κιβωτό σοφίας και γνώσης στον απίστευτο αυτό πλούτο γνώσης και σοφίας, που είναι η Βιβλιοθήκη της Θεολογικής Σχολής, με πάνω από 100.000 βιβλία και να δω τη μεγάλη και αξιόλογη προσπάθεια που καταβάλλεται και με τη συνεισφορά της Βουλής των Ελλήνων, προκειμένου αυτά να καταγραφούν και να ψηφιοποιηθούν για να είναι αντικείμενο ανάγνωσης και γνώσης όλης της Οικουμένης από όποιον τόπο κι αν βρίσκονται, βεβαίως, μέσω της δυνατότητας που μας δίνουν οι νέες τεχνολογίες.
Θα ήθελα, λοιπόν, με την ευκαιρία της παρουσίας μου εδώ, να πω ότι -πέραν της ιστορικότητας αυτής της επισκέψεως που συμπίπτει με μια σημαντική γιορτή για τη Χάλκη και τη Θεολογική Σχολή και την ελληνορθόδοξη μειονότητα- σήμερα είχα τη χαρά να ανακαλύψω ότι η παρουσία όλων ημών εδώ στη Χάλκη, η δική μου, του Οικουμενικού Πατριάρχη, αλλά και όλων των επισκεπτών, δεν υπήρξε αντικείμενο διχόνοιας, αλλά υπήρξε αντικείμενο ελπίδας, αντικείμενο χαράς, αντικείμενο θετικής ανταπόκρισης από τους απλούς πολίτες του ιστορικού αυτού τόπου, τους Τούρκους πολίτες, που έσπευσαν στην αποβάθρα μόλις έφτασαν τα πλοία μας, κατά δεκάδες, εκατοντάδες, για να μας χαιρετίσουν, να μας σφίξουν το χέρι, να μας εκφράσουν την αγάπη τους. Αγάπη που είναι ειλικρινής και είναι η καρδιά της ελληνοτουρκικής φιλίας, την οποία θέλουμε να οικοδομήσουμε.
Και το μήνυμα που θέλουμε να αναδείξουμε σήμερα εδώ από τον ιστορικό αυτό τόπο, είναι ότι η επαναλειτουργία της Σχολής της Χάλκης δεν θα αποτελέσει αντικείμενο ή μήνυμα διχόνοιας ή διενέξεων, διαφοροποιήσεων ή διχασμών, αλλά θα αποτελέσει ένα μήνυμα φιλίας, αλληλοκατανόησης και αδελφοσύνης ανάμεσα στους λαούς μας.
Πιστεύω βαθύτατα ότι οι θρησκείες, η πίστη στις διαφορετικές θρησκείες μας, μονοθεϊστικές θρησκείες που έχουν στο επίκεντρο τον άνθρωπο και άρα την αγάπη προς τον άνθρωπο και προς τον συνάνθρωπο, ανεξαρτήτως του πού και σε ποιον πιστεύει, τόσο οι θρησκείες, όσο όμως και οι μειονότητες, η μουσουλμανική μειονότητα στην Ελλάδα και η ελληνική μειονότητα στην Τουρκία, πρέπει να αποτελούν, όχι πεδίο διαμάχης και εντάσεων, αλλά γέφυρες ανάμεσα στους λαούς μας.
Και το λέω αυτό, διότι αγαπητές φίλες και αγαπητοί φίλοι δεν αποτελεί αντικείμενο διμερούς συμφωνίας, διαπραγμάτευσης, συναλλαγής ή ανταλλαγής, η αυτόβουλη υποχρέωση των κυβερνήσεών μας να προασπίζουν και να υπερασπίζουν τα συμφέροντα, τις διεκδικήσεις και τα δικαιώματα των μειονοτήτων σε κάθε μια χώρα ξεχωριστά. Δεν αποτελεί αντικείμενο διμερούς διαπραγμάτευσης, αλλά αυτόβουλης υποχρέωσης και απόδειξης ότι είμαστε κράτη και κυβερνήσεις, που σεβόμαστε την αρχή της ισοπολιτείας, την αρχή της ισότητας και των θρησκευτικών ελευθεριών των πολιτών μας.
Δεν έχουμε να αποδείξουμε τίποτα ο ένας στον άλλον. Έχουμε να αποδείξουμε απέναντι στους εαυτούς μας, απέναντι στη Διεθνή Κοινότητα και απέναντι στις αρχές και τις αξίες, τις οποίες πρεσβεύουμε. Μόνο στους εαυτούς μας έχουμε να αποδείξουμε.
Ως εκ τούτου, θεωρώ ότι η σημερινή μέρα δίνει τα σωστά μηνύματα και θέλω αυτά τα σωστά μηνύματα και εγώ να εκπέμψω. Και θέλω να πω ότι υπάρχουν ζητήματα διαφωνίας ανάμεσα στις δύο κυβερνήσεις και στις δύο χώρες, που όμως μόνο μέσα από τον διάλογο και την καλή πρόθεση μπορούμε να τα επιλύσουμε.
Θέλω να παραδεχτώ ότι η τουρκική κυβέρνηση έκανε βήματα τα προηγούμενα χρόνια, ιδιαίτερα στο ζήτημα της περιουσίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ένα μεγάλο κομμάτι της οποίας επεστράφη. Και θέλω να πιστεύω ότι είμαστε κοντά σε εκείνη την ημέρα που αυτά τα βήματα θα γίνουν ακόμα σημαντικότερα. Θέλω να πιστεύω, Παναγιώτατε, ότι είμαστε κοντά σε εκείνη τη μέρα που σε αυτές τις αίθουσες, που με ξεναγήσατε πριν από λίγο, θα υπάρξουν και πάλι χαρούμενα γέλια φοιτητών και μαθητών, που θα διδάσκονται από άξιους ανθρώπους για να γίνουν άξιοι κήρυκες της Θεολογίας, αλλά και της φιλίας και της αδελφοσύνης ανάμεσα στους λαούς μας.
Θέλω, επίσης, να σας ευχαριστήσω για τα καλά σας λόγια και για τη φιλοξενία σας. Και θέλω να πω ότι ο θεσμός του Οικουμενικού Πατριαρχείου αποτελεί θεματοφύλακα οικουμενικών και πανανθρώπινων αξιών και είναι ένας θεσμός, τον οποίο η ελληνική κυβέρνηση στηρίζει. Και θα ήθελα να σας συγχαρώ για το έργο σας, διότι έχουμε τη χαρά και την τύχη αυτού του ιδιαίτερου θεσμού να ηγείται μια προσωπικότητα με διεθνή αναγνώριση και δυναμισμό. Και θέλω να πιστεύω ότι η δική σας παρουσία και συνεισφορά θα είναι καταλυτική, προκειμένου να κάνουμε πράξη αυτό που πιστεύουμε, δηλαδή οι θρησκείες να είναι αυτές που ενώνουν τους ανθρώπους και όχι αυτές που χωρίζουν τους ανθρώπους. Η θρησκευτική πίστη να είναι αυτή που ενώνει τους ανθρώπους και όχι αυτή που χωρίζει τους ανθρώπους.
Με αυτές, λοιπόν, τις σκέψεις, Παναγιώτατε, αγαπητές φίλες και αγαπητοί φίλοι, θα ήθελα για άλλη μια φορά να σας ευχαριστήσω θερμά για την υποδοχή και τα θερμά σας λόγια και τα δώρα. Κυρίως, όμως, για τη ξενάγηση στον ιστορικό αυτό τόπο. Και να σας πω ότι αισθάνομαι στις πλάτες μου αυτό το μεγάλο βάρος της Ιστορίας, αλλά έχω και την πηγαία αισιοδοξία ότι την επόμενη φορά που θα διαβώ ξανά τούτο το κατώφλι, δεν θα το διαβώ μόνος, αλλά με τον Πρόεδρο Ερντογάν και μαζί σας Παναγιώτατε, προκειμένου να κηρύξουμε μια λαμπρή ημέρα για τη φιλία και την αλληλοκατανόηση των λαών μας, την επανέναρξη της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης.
Σας ευχαριστώ θερμά.