Θα είμαι σύντομος, κύριε Πρόεδρε. Σωστά, κατά την εκτίμησή μας, ενεργήσατε ως προς το συμβάν στο οποίο μόλις αναφερθήκατε.
Θέλω να κάνω μία ειδική παρατήρηση για ένα ζήτημα το οποίο έθιξε στο τέλος της ομιλίας του ο κ. Βελόπουλος και μετά δύο πολύ σύντομες γενικές πολιτικές παρατηρήσεις ως προς το ύφος της συζήτησης, καθώς θεωρώ ότι ως προς τα ζητήματα του τι συμβαίνει στον κόσμο της εργασίας, είχαμε την ευκαιρία να αντιπαρατεθούμε.
Οφείλω βέβαια να επισημάνω ότι μπορούμε να έχουμε διαφορετικές ματιές στα πράγματα, διαφορετική φιλοσοφία στον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε την ανάπτυξη, την ισορροπία μεταξύ ανάπτυξης και προστασίας της εργασίας. Αυτά είναι απολύτως θεμιτά και θα έλεγα και αναμενόμενα, σε μία Κοινοβουλευτική Δημοκρατία. Δεν έχουμε, όμως, δικαίωμα να αμφισβητούμε τα στοιχεία όπως αυτά δίνονται στη δημοσιότητα από τους επίσημους φορείς του ελληνικού κράτους. Αν η ΕΛΣΤΑΤ πιστοποιεί αποκλιμάκωση της ανεργίας, αυτή είναι μια πραγματική διαπίστωση. Εάν έχουμε τα στοιχεία για τους ελέγχους οι οποίοι έγιναν για παραβατικότητα στην αγορά εργασίας, φαντάζομαι ότι δεν αμφισβητείτε ότι αυτά είναι τα στοιχεία. Δεν μπορούν να αμφισβητηθούν τα στοιχεία αυτά. Όπως δεν αμφισβητούνται ούτε τα στοιχεία της ΕΡΓΑΝΗΣ, τα οποία είναι εξαιρετικά χρήσιμα, στη δε επόμενη εκδοχή τους, θα δώσουν τη δυνατότητα στο Υπουργείο να γνωρίζει πλήρως και ηλεκτρονικά όλο το προφίλ των εργαζομένων σε κάθε επιχείρηση, ώστε να μην έχει ο κ. Κουτσούμπας την ανησυχία αν οι εργοδότες μοιράζονται τα στοιχεία αυτά με τις εργοδοτικές οργανώσεις.
Άρα, μία παράκληση, όταν καταθέτουμε, οποιοσδήποτε -και να τα καταθέσει, επίσημα- στοιχεία στα πρακτικά της Βουλής, αυτά τα στοιχεία δεν μπορούμε να τα αμφισβητούμε. Έχουμε ο καθένας το δικαίωμα στη γνώμη του, δεν έχουμε δικαίωμα να παρουσιάζουμε στοιχεία τα οποία δεν είναι πραγματικά, τουλάχιστον όπως αποτυπώνονται από τις επίσημες Αρχές του κράτους.
Κάνω μία παρατήρηση, κ. Βελόπουλε, σχετικά με τους Βορειοηπειρώτες αδελφούς μας. Θέλω και με αυτή την ευκαιρία να επαναλάβω ότι πράγματι υπάρχει μία αδικία η οποία έχει να κάνει με το γεγονός ότι όσοι ήρθαν από την Αλβανία, Έλληνες μέλη της ελληνικής μειονότητας, στην Πατρίδα μας και στοιχειοθέτησαν συνταξιοδοτικό δικαίωμα, δεν είχαν τη δυνατότητα εκ των πραγμάτων να συμπληρώσουν τα 40 χρόνια, καθώς το καθεστώς στην Αλβανία κατέρρευσε το 1989. Οι πιο πολλοί ήρθαν στην Ελλάδα από το 1997. Αυτή είναι μία πραγματικότητα την οποία το Υπουργείο θα λάβει υπόψη του και θα γίνουν οι απαραίτητες διορθωτικές κινήσεις, θέλω να ελπίζω με τη σύμφωνη γνώμη του συνόλου της Εθνικής Αντιπροσωπείας.
Έρχομαι τώρα σε δύο παρατηρήσεις που άκουσα από τον κ. Τσίπρα. Θα απαντούσα και στην κυρία Γεννηματά, αλλά δεν είναι εδώ και δεν κρίνω σκόπιμο να απαντώ σε πολιτικό Αρχηγό που δεν κρίνει απαραίτητη την παρουσία του μέχρι την ολοκλήρωση της συζήτησης.
Μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση, -και αυτό απευθύνεται στο σύνολο της Κοινοβουλευτικής Ομάδας- ότι πρώτη φορά βλέπω Κοινοβουλευτική Ομάδα να χειροκροτεί με ενθουσιασμό τα καταστροφικά σας λάθη. Αυτό είναι πρωτοφανές, δεν το έχω ξαναδεί. Δηλαδή, αν τα είχατε κάνει καλά, θα ανεβαίνατε στα έδρανα, κύριοι της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Αυτό δεν είναι αυτοκριτική, αυτό αγγίζει τα όρια της γραφικότητας.
Και επειδή -και θα κλείσω με αυτό- κάνετε μία αντιπαραβολή ότι εσείς ως μεγάλη δημοκρατική παράταξη πάλι έχετε κάποιου είδους υπεροχή απέναντι στην Κεντροδεξιά διότι είστε οι μόνοι που κάνατε -αυτό είπατε- ειλικρινή αυτοκριτική την οποία κανένα άλλο κόμμα δεν έχει κάνει. Εμείς, κ. Τσίπρα, έχουμε μία άλλη παράδοση στο δικό μας πολιτικό χώρο. Όταν ο πολιτικός Αρχηγός χάνει εκλογές, παραιτείται. Αυτή είναι η μεγάλη μας διαφορά.