Δήλωση του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη κατά την άφιξή του στη Σύνοδο ΕΕ – Δυτικών Βαλκανίων

Πριν από 19 ακριβώς χρόνια, στη Σύνοδο Κορυφής της Θεσσαλονίκης, είχε ανοίξει ο δρόμος για την είσοδο των Δυτικών Βαλκανίων στην Ευρωπαϊκή οικογένεια. Δυστυχώς, από τότε, η πρόοδος η οποία έχει σημειωθεί, πρακτικά, είναι ελάχιστη. Και καταλαβαίνω απόλυτα γιατί στις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων υπάρχει μία σχετική δυσπιστία γύρω από τις προθέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πραγματικά, να εντάξει στην Ευρωπαϊκή οικογένεια τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων.

Είναι μία ευκαιρία να επανεκκινήσουμε αυτή τη διαδικασία με ακόμα μεγαλύτερη ένταση. Απαραίτητη προϋπόθεση για να συμβεί αυτό, είναι να λυθεί επιτέλους η διαφωνία μεταξύ Σόφιας και Σκοπίων, έτσι ώστε να ξεκινήσουν και επίσημα οι διαπραγματεύσεις μεταξύ Βόρειας Μακεδονίας και Αλβανίας σχετικά με την ενταξιακή τους διαδικασία.

Η Ελλάδα στέκεται στο πλευρό των Δυτικών Βαλκανίων, ως η μεγαλύτερη οικονομία της περιοχής, ως μία χώρα η οποία έχει καρπωθεί τα οφέλη από την είσοδο στην Ευρωπαϊκή οικογένεια. Θα στηρίξει τα Δυτικά Βαλκάνια στην προσπάθειά τους να γίνουν και αυτά μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Γνωρίζουμε ότι για τα κράτη αυτά, η διαδικασία είναι δύσκολη. Υπάρχουν συγκεκριμένες προϋποθέσεις οι οποίες πρέπει να τηρηθούν και αυτό είναι κάτι που τα κράτη των Δυτικών Βαλκανίων πρέπει να γνωρίζουν.

Όμως, η άποψή μου είναι ότι είναι πολύ σημαντικό να δοθεί ένα συγκεκριμένο χρονικό ορόσημο προκειμένου αυτή η διαδικασία να έχει ολοκληρωθεί. Η πρότασή μου προς το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο είναι αυτό το ορόσημο να είναι το 2033, τριάντα χρόνια δηλαδή μετά τη Σύνοδο της Θεσσαλονίκης, έτσι ώστε τα Δυτικά Βαλκάνια και οι πολίτες τους να γνωρίζουν ότι στο τέλος αυτής της μακράς διαδικασίας μπορούν πραγματικά να προσβλέπουν ότι θα γίνουν μέλη της Ευρωπαϊκής οικογένειας. Η Ελλάδα θα σταθεί στο πλευρό των κρατών αυτών, σε αυτή τη δύσκολη προσπάθεια, σε αυτή τη μακρά διαδρομή στην οποία ήδη πορεύονται.