Δηλώσεις του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη μετά τη συνάντησή του με τον Γενικό Γραμματέα του ΟΟΣΑ Mathias Cormann

Ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης είχε το μεσημέρι συνάντηση στο Μέγαρο Μαξίμου με τον Γενικό Γραμματέα του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης Mathias Cormann, στο πλαίσιο της υπογραφής μνημονίου κατανόησης για την ίδρυση ερευνητικού κέντρου του ΟΟΣΑ στην Κρήτη, με αντικείμενο τη διασύνδεση πληθυσμιακών και οικονομικών εξελίξεων.

Στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων του, το νέο κέντρο θα διοργανώνει κάθε χρόνο διεθνές συνέδριο για πληθυσμιακά ζητήματα, σε συνεργασία με τον Δήμο Χανίων και το Delphi Economic Forum.

Το μνημόνιο κατανόησης υπέγραψαν μαζί με τον Γενικό Γραμματέα του Οργανισμού Mathias Cormann, εκ μέρους της Ελληνικής Κυβέρνησης, ο Υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας και ο Υπουργός Επικρατείας και Ψηφιακής Διακυβέρνησης Κυριάκος Πιερρακάκης, παρουσία του Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης Παναγιώτη Πικραμμένου, του Μόνιμου Αντιπροσώπου της Ελλάδας στον ΟΟΣΑ Γιώργου Πρεβελάκη και του Δημάρχου Χανίων Παναγιώτη Σημανδηράκη.

Ο κ. Cormann παρουσίασε επίσης την τακτική έκθεση του ΟΟΣΑ «Economic Survey of Greece», που δημοσιεύτηκε σήμερα. Αμέσως μετά ο Πρωθυπουργός έκανε τις ακόλουθες δηλώσεις:

«Κύριε Γενικέ Γραμματέα του ΟΟΣΑ, αγαπητέ Mathias, κύριε Αντιπρόεδρε, κύριοι Υπουργοί και Υφυπουργέ, αγαπητέ Δήμαρχε Χανίων.

Αγαπητέ Mathias σε καλωσορίζω και πάλι στην Αθήνα. Πριν από 18 μήνες θυμάμαι ότι μας τιμήσατε επιλέγοντας την Ελλάδα για την πρώτη επίσημη διμερή επίσκεψή σας αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων σας. Ήταν τότε που συζητήσαμε για πρώτη φορά την ιδέα να ιδρυθεί στην Ελλάδα, στην Κρήτη, ένα διεθνές ερευνητικό κέντρο του ΟΟΣΑ για την παγκόσμια δημογραφική πρόκληση και τα φλέγοντα ζητήματα των μετακινήσεων των πληθυσμών.

Μεσολάβησε από τότε η συστηματική συνεργασία του Οργανισμού με την ελληνική ομάδα, υπό την καθοδήγηση του Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, του κ. Πικραμμένου. Τα πορίσματά της τα εξετάσαμε από κοινού τον περασμένο Απρίλιο, στο Forum των Δελφών.

Και έτσι είχαμε την ευκαιρία πριν από λίγο να υπογράψουμε επίσημα την έναρξη αυτής της εξαιρετικά σημαντικής πρωτοβουλίας και για την πατρίδα μας, αλλά πιστεύω και για τον ΟΟΣΑ.

Θέλω να σας εκφράσω την ευγνωμοσύνη μου για τη συνέπειά σας στην προώθηση αυτής της ιδέας και στο πρόσωπό σας να ευχαριστήσω συνολικά τη Γραμματεία του ΟΟΣΑ για την εμπιστοσύνη που δείξατε στη χώρα μας.

Εμπιστοσύνη που πιστοποιεί άλλωστε και η φετινή έκθεση του Οργανισμού, για τη θετική πορεία της ελληνικής οικονομίας. Θα έχω την ευκαιρία στη συνέχεια να επανέλθω και στο ζήτημα αυτό.

Η σημερινή αυτή εξέλιξη ανοίγει τον δρόμο για τη δημιουργία ενός σημαντικού διεθνούς forum. Με αιχμή ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα στρατηγικού χαρακτήρα για ολόκληρη την ανθρωπότητα: τον πληθυσμό. Ενώ η έδρα του στην πατρίδα μας και το όνομα του κέντρου, που θα φέρει το όνομα της Κρήτης, σηματοδοτεί και την υπερεθνική εμβέλειά του, καθώς βρίσκεται στην καρδιά της Μεσογείου ανάμεσα σε τρεις ηπείρους.

Επιπλέον, το πολύ σημαντικό μνημόνιο, το οποίο υπογράφηκε χθες ανάμεσα στο Δήμο Χανίων και στο Οικονομικό Forum των Δελφών, οπλίζουν με πρόσθετες οργανωτικές ικανότητες το νέο αυτό ερευνητικό κέντρο. Ώστε αυτός ο μοναδικός, ιστορικός και γεωγραφικός συμβολισμός του να συνδυάζεται στο εξής με την παραγωγή χρήσιμου, χειροπιαστού έργου για ολόκληρο τον πλανήτη.

Γιατί σε έναν τόσο διασυνδεδεμένο κόσμο οι οικονομίες των χωρών δεν μπορούν να αντιμετωπίζονται πλέον ανεξάρτητα από τους πληθυσμούς τους. Ούτε και οι ισορροπίες των κοινωνιών μακριά από τις δημογραφικές διακυμάνσεις και τις μεγάλες πιέσεις για μετακινήσεις πληθυσμών. Πολύ περισσότερο όταν σε αυτή τη σύνθετη εξίσωση προστίθενται συνέχεια νέες παράμετροι.

Μας το δηλώνουν εμφατικά, άλλωστε, όσα πρωτόγνωρα βιώσαμε: η οικονομική κρίση, η ραγδαία κλιματική μεταβολή, η πανδημία του κορονοϊού, η ενεργειακή έκρηξη, ο πόλεμος με την παράνομη εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, μεγάλες μετακινήσεις πληθυσμών, πολλές εκ των οποίων έχουν την αιτία τους είτε στην κλιματική αλλαγή, είτε σε συγκρούσεις, σε πολεμικές συγκρούσεις σε άλλες ηπείρους, είτε στα μεγάλα ζητήματα της παγκόσμιας οικονομικής ανισότητας. Όλα αυτά είναι τεράστιες νέες προκλήσεις, νέα στοιχήματα, τα οποία θέτουν η εποχή και ο πολιτισμός μας.

Ακριβώς όλα αυτά καλείται τώρα να τα εξετάσει, να τα ερευνά, αυτό το κέντρο της Κρήτης. Όχι μόνο καταγράφοντας εξελίξεις σε αριθμούς αλλά και ανιχνεύοντας λύσεις για τη σύγκλιση των οικονομικών και των κοινωνιών που θα βασίζονται στη συνεργασία.

Άλλωστε αυτός είναι και ο σκοπός που δηλώνει και ο ίδιος ο τίτλος του ΟΟΣΑ: συνεργασία για την κοινή ανάπτυξη. Και επιτρέψτε μου να κλείσω αυτή τη σύντομη εισαγωγή μου επαναλαμβάνοντας ότι δεν θα μπορούσε, πιστεύω, αγαπητέ Mathias, να επιλεγεί καλύτερος τόπος για τη μελέτη των πληθυσμών από την Ελλάδα.

Είναι μία χώρα, κατ’ αρχάς, με μεγάλη μεταναστατευτική εμπειρία. Ας μην ξεχνάμε ότι πριν από 100 χρόνια, το 1922, υποδέχθηκε η ίδια παραπάνω από ένα εκατομμύριο Έλληνες από την ανατολή, για να αποκτήσει η ίδια στη συνέχεια μία τεράστια διασπορά σε κάθε γωνιά του κόσμου.

Ενώ και σήμερα, βρίσκεται αντιμέτωπη με την πιο δραματική εκδοχή του φαινομένου, καθώς το μεταναστευτικό, εκτός από πεδίο άθλιας εμπορίας ανθρώπων, γίνεται συχνά και μοχλός κρατικών αλλά και πολιτικών σκοπιμοτήτων. Κάτι που οδηγεί την πατρίδα μας στο να προστατεύσει τα εθνικά και τα ευρωπαϊκά σύνορα, αλλά και καθημερινά να σώζει ζωές κατατρεγμένων.

Ειδικά η Κρήτη, ο τόπος μου, τα Χανιά, η πόλη μου, είναι ένα διαχρονικό σταυροδρόμι συνάντησης ανθρώπων και πολιτισμών. Αλλά και ένα διαρκές εργαστήριο ιδεών, με ιστορία, με ανθρωποκεντρικό πολιτισμό που χάνεται στα βάθη των αιώνων, που όμως μπορούν να δίνουν -πιστεύω- έναν πνευματικό τόνο σε κάθε μονοδιάστατη οικονομική ή τεχνοκρατική προσέγγιση. Να γιατί, αγαπητέ Mathias, η σημερινή πρωτοβουλία είναι πράγματι μοναδική και για την Ελλάδα και για τον ΟΟΣΑ».

Ακολουθεί η τοποθέτηση του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη μετά την παρουσίαση από τον κ. Cormann της τακτικής έκθεσης του ΟΟΣΑ «Economic Survey of Greece»:

«Ευχαριστώ Mathias, και ευχαριστούμε γι’ αυτήν την εμπεριστατωμένη ανάλυση της έκθεσης του ΟΟΣΑ με θέμα την ελληνική οικονομία.

Επισημάνατε σωστά εξ αρχής ότι το 2022 ήταν ένα εξαιρετικά δύσκολο έτος, το οποίο σφραγίστηκε από την παγκόσμια ενεργειακή κρίση και το πληθωριστικό σοκ το οποίο προκάλεσε η απρόκλητη εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Ένα ενεργειακό πληθωριστικό σοκ το οποίο σας διαβεβαιώνω ότι το αισθάνθηκαν πολύ πιο έντονα οι ευρωπαϊκές χώρες-μέλη του Οργανισμού.

Και αυτό φυσικά σε συνέχεια της πανδημίας του Covid-19, αλλά θα έλεγα και εν μέσω ειδικών προκλήσεων που αφορούν τη χώρα μου. Αναφέρομαι και στις μεγάλες δυσκολίες της οικονομικής ανάταξης ύστερα από μία μακρά περίοδο καθήλωσης, όπως βέβαια και στις ιδιαίτερες προκλήσεις που συνδέονται με τη γειτονιά μας, την Ανατολική Μεσόγειο, και τη συμπεριφορά της γειτονικής μας Τουρκίας.

Είναι συνεπώς αξιοσημείωτο το συμπέρασμα της έκθεσης ότι στη διάρκεια αυτών των εξαιρετικά ταραγμένων καιρών, αυτής της ταραγμένης περιόδου, η εθνική οικονομία, η ελληνική οικονομία ξεπέρασε τις προσδοκίες και τις ίδιες τις προβλέψεις που είχε κάνει ο Οργανισμός. Αποδείχθηκε σε πολλά μέτωπα η θετική έκπληξη της Ευρώπης. Να θυμίσω ότι το 2021 πετύχαμε ανάπτυξη ύψους 8,4%, υπερδιπλάσια των αρχικών προβλέψεων, το τρίτο υψηλότερο στην ευρωζώνη. Το 2022 το ποσοστό αυτό εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει το 5,5%, πάλι σχεδόν διπλάσιο του ευρωπαϊκού μέσου όρου.

Και η δική μας εκτίμηση για το 2023 είναι ότι η ανάπτυξη θα είναι κοντύτερα στο 2% παρά στο 1%, ένα ποσοστό το οποίο -εφόσον επιβεβαιωθεί και πάλι- θα είναι τριπλάσιο του ευρωπαϊκού μέσου όρου.

Όλα αυτά συμβαίνουν την ίδια ώρα που, όπως είπατε, η ανεργία υποχωρεί και υποχωρεί πολύ γρήγορα. Σχεδόν 300.000 νέες θέσεις εργασίας έχουν προστεθεί στον συνολικό αριθμό των Ελλήνων απασχολούμενων. Και αυτό σημαίνει ότι ο δημόσιος πλούτος αυξάνεται αλλά και οι κοινωνικές αδικίες μειώνονται. Και ότι η κεντρική πολιτική επιλογή της Κυβέρνησης για λελογισμένες μειώσεις φόρων, σε συνδυασμό με τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, την προσέλκυση σημαντικών επενδύσεων, έφερε τελικά τα προβλεπόμενα αποτελέσματα.

Βέβαια, αναφερθήκατε σωστά στο πρόβλημα του δημοσίου χρέους της χώρας, όμως η Ελλάδα είναι η ευρωπαϊκή χώρα που μπόρεσε και αποκλιμάκωσε το δημόσιο χρέος της πιο γρήγορα από οποιαδήποτε άλλη. Μια υποχώρηση η οποία ξεπερνά τις 35 μονάδες, ενώ παράλληλα αντιμετωπίσαμε και μια άλλη μεγάλη πρόκληση που ήταν ο μεγάλος αριθμός των μη εξυπηρετούμενων δανείων στο τραπεζικό μας σύστημα. Από το 45% τον Ιούνιο του 2019, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια έχουν μειωθεί σε μονοψήφιο ποσοστό τον Σεπτέμβριο του 2022. Είναι τόσο εντυπωσιακή αυτή η βελτίωση που κανείς δεν μιλά σήμερα για προβλήματα στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα.

Αντίθετα, συζητάμε προκλήσεις όπως η επέκταση της πιστωτικής πολιτικής των τραπεζών αλλά και ο τρόπος με τον οποίο οι τράπεζες θα γίνουν πιο ανταγωνιστικές και θα αυξήσουν πια τα επιτόκια καταθέσεων, έτσι ώστε να δίνουν καλύτερες αποδόσεις στους καταθέτες. Δεν θα κάναμε αυτές τις συζητήσεις, σάς διαβεβαιώνω, πριν από κάποια χρόνια.

Και πλέον, όπως είπατε, επενδύσεις και εθνικές εξαγωγές έχουν αυξηθεί σημαντικά. Το ποσοστό των εξαγωγών, αγαθών και υπηρεσιών, στην πατρίδα μας έχει ξεπεράσει το 40%. Βρισκόταν στο 20% πριν από μια δεκαετία. Είναι μια τεράστια αλλαγή του ίδιου του παραγωγικού μοντέλου της ελληνικής οικονομίας προς μια οικονομία -όπως εισηγείται και ο ΟΟΣΑ- πιο ανταγωνιστική, πιο καινοτόμα, πιο εξωστρεφή.

Μάλιστα, έβλεπα τα στατιστικά στοιχεία, φέτος υπήρξε χρονιά ρεκόρ στην κατάθεση διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, πατεντών. Αυτό λέει κάτι για τον βαθμό διείσδυσης της καινοτομίας σε όλες τις πτυχές της ελληνικής οικονομίας.

Και βέβαια είναι ακριβώς όπως είπα αυτή η πολιτική που μας επιτρέπει να δημιουργούμε δημοσιονομικό χώρο αλλά να τον επιστρέφουμε στοχευμένα, όπως εισηγείται πάντα και ο ΟΟΣΑ, και όχι οριζόντια, για να στηρίζουμε εκείνα τα κοινωνικά στρώματα που χρειάζονται μεγαλύτερη βοήθεια σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς.

Είναι κάτι το οποίο το κάναμε όχι μόνο κατά την διάρκεια της κρίσης του Covid, το κάνουμε και τώρα κατά την διάρκεια της ενεργειακής κρίσης με αποτέλεσμα για παράδειγμα στους λογαριασμούς του ηλεκτρικού ρεύματος η Ελλάδα μετά τη στήριξη να έχει από τις χαμηλότερες τιμές ηλεκτρικής ενέργειας σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Και αυτό φυσικά το πετυχαίνουμε μέσω ενός μηχανισμού αναδιανομής κερδών παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας και έκτακτης φορολόγησής τους.

Θεωρούμε ότι αυτές οι πολιτικές είναι έκτακτες αλλά δίκαιες και επιβεβλημένες, λαμβάνοντας υπόψη την έκταση της ενεργειακής κρίσης την οποία κληθήκαμε να αντιμετωπίσουμε.

Το καλό είναι ότι οι αγορές -όπως είπατε- συμμερίζονται αυτή τη θετική πορεία. Θέλω να θυμίζω ότι από το 2019 έχουμε πετύχει 11 συνολικά αναβαθμίσεις διεθνών οίκων αξιολόγησης. Απέχουμε πια ένα βήμα μόνο από την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, κάτι το οποίο εκτιμώ ότι θα μπορέσουμε να το πετύχουμε εντός του τρέχοντος έτους. Και βέβαια η χώρα μας πια κινείται εκτός της ευρωπαϊκής εποπτείας στην οποία είχε εισέλθει ως μεταμνημονιακή παρακολούθηση από το 2018.

Όλες αυτές οι εξελίξεις, είναι εξελίξεις που επιβεβαιώνουν τις τολμηρές αλλά και τις συνετές πολιτικές οι οποίες ακολουθούνται, αλλά που προσφέρουν και μεγαλύτερη άνεση στην άσκηση της δημοσιονομικής πολιτικής. Με άλλα λόγια, ο τόπος μας έχει αφήσει για τα καλά πίσω τον κατήφορο των μνημονίων, ακολουθώντας μια νέα τροχιά προόδου και καλύπτοντας γρήγορα το χαμένο έδαφος από την Ευρώπη.

Έχετε δίκιο και νομίζω ότι η μεγάλη χρησιμότητα αυτών των εκθέσεων είναι ακριβώς να μάς βγάζουν από την παγίδα του εφησυχασμού. Έχουμε ακόμα μεγάλες προκλήσεις μπροστά μας.

Αναφερθήκατε σε αυτές. Ο πληθωρισμός μπορεί να δείχνει σημάδια σημαντικής κάμψης, είναι όμως ακόμα μαζί μας. Η αβεβαιότητα, σε γεωπολιτικό επίπεδο, επηρεάζει τις προοπτικές της παγκόσμιας -και ιδίως της ευρωπαϊκής- οικονομίας και είναι βέβαιο ότι αυτοί οι κόντρα άνεμοι, “headwinds” όπως τους αποκαλείτε στη γλώσσα των οικονομολόγων σας, θα επηρεάσουν και την απόδοση της ελληνικής οικονομίας το 2023.

Ωστόσο είμαι απολύτως πεπεισμένος ότι υπάρχουν τα “αναχώματα” ώστε η οικονομία μας να φανεί ανθεκτική και το 2023. Η συνεχιζόμενη ανάπτυξη από τις επενδύσεις, οι ακόμα υψηλές καταθέσεις, η διαρκώς μειούμενη πορεία του δημοσίου χρέους, αλλά και οι σημαντικοί πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης και των υπόλοιπων ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών εργαλείων είναι σημαντικά “αναχώματα” απέναντι στις εξωγενείς κρίσεις που καλούμαστε να διαχειριστούμε.

Αλλά το σημαντικότερο όπλο της πατρίδας μας είναι ότι είμαστε απολύτως διατεθειμένοι να προχωρήσουμε στον δρόμο ο οποίος έχει αποδείξει ότι φέρνει αποτελέσματα, με σταθερότητα, με συνέπεια και με συνέχεια.

Με τη συστράτευση της Πολιτείας και των πολιτών πετύχαμε πολλά αυτά τα 3,5 χρόνια. Όμως, όπως επισημαίνει και η έκθεση, μπορούν να γίνουν και πρέπει να γίνουν πολλά περισσότερα.

Από αυτά τα οποία αναφέρατε, ξεχωρίζω τις μεγάλες μεταρρυθμίσεις αλλά και τις επενδύσεις που είναι ήδη ενταγμένες στο Ταμείο Ανάκαμψης, αλλά και την έμφαση που αποδίδει -και σωστά κατά την άποψή μου- η έκθεσή σας στην ανάγκη να υπάρξει περαιτέρω επιτάχυνση στην απονομή της Δικαιοσύνης.

Εφόσον οι Έλληνες πολίτες μας εμπιστευτούν και πάλι για μία δεύτερη τετραετία η μεταρρύθμιση της Δικαιοσύνης θα αποτελέσει κεντρική πολιτική μας προτεραιότητα.

Και φυσικά θα συνεχίσουμε τον αγώνα για τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης. Έχουμε κάνει πολύ σημαντικά βήματα στην ψηφιοποίηση των συναλλαγών και με αυτόν τον τρόπο μειώνουμε τη φοροδιαφυγή και την εισφοροδιαφυγή.

Και βέβαια θα εξακολουθούμε να κινούμαστε πολύ γρήγορα στον αδιαπραγμάτευτο στόχο της πράσινης μετάβασης. Η Ελλάδα είναι ήδη μία χώρα πρωταγωνίστρια στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, γίνεται όμως ταυτόχρονα και κόμβος μεταφοράς υγροποιημένου φυσικού αερίου. Αύριο θα γίνει κόμβος μεταφοράς ηλεκτρικού ρεύματος από τον ήλιο της Αφρικής προς την υπόλοιπη Ευρώπη.

Για εμάς όλες οι αναπτυξιακές πολιτικές μας πρέπει και οφείλουν να έχουν και πράσινη και ψηφιακή διάσταση. Είναι οι δύο πολιτικές που οριζόντια διατρέχουν ολόκληρο το κυβερνητικό μας σχέδιο για την Ελλάδα του 2030.

Θα σημειώσω τέλος με έμφαση και το σημείο της έκθεσής σας που αναφέρεται στη διασύνδεση της παραγωγικότητας με την αύξηση των μισθών, των απολαβών. Πράγματι, το έχουμε πει πολλές φορές, οι μισθοί στη χώρα μας είναι ακόμα χαμηλοί.

Γι’ αυτό και το πρώτο κυβερνητικό μας μέλημα ήταν να στηρίξουμε το διαθέσιμο εισόδημα, μειώνοντας φόρους και εισφορές.

Το επόμενο στοίχημά μας, θα είναι οι καλύτεροι μισθοί οι οποίοι θα συγκλίνουν πια με τους ευρωπαϊκούς και θα αντανακλούν την πρόοδο της ελληνικής οικονομίας σε όλα τα επίπεδα. Κι όλα αυτά φυσικά θα γίνουν, πάντα, στο πλαίσιο μιας ολοκληρωμένης κοινωνικής πολιτικής, που θα πλαισιώνεται από προσιτή στέγη, ιδίως για τη νέα γενιά, από ένα σύστημα δημόσιας υγείας με αξιοπρεπή φροντίδα για όλους.

Και με πολιτικές -και χαίρομαι που το αναφέρατε- ενεργούς γήρανσης. Γιατί ένα από τα αντικείμενα που θα μελετήσει το νέο κέντρο του ΟΟΣΑ στην Κρήτη θα αφορά ακριβώς αυτές τις παγκόσμιες ανισορροπίες μεταξύ ανεπτυγμένων κοινωνιών που γερνούν πολύ γρήγορα και αναπτυσσόμενων κοινωνιών που αυτή τη στιγμή προσφέρουν στο παγκόσμιο εργατικό δυναμικό εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπων, οι οποίοι και αυτοί θα αναζητούν το δικαίωμα στην ατομική και τη συλλογική προκοπή.

Μπορούμε συνεπώς, κλείνοντας, να είμαστε χαρούμενοι αγαπητέ Mathias για τη σημερινή μέρα την οποία, όπως είπα, σφραγίζουν δυο σημαντικά γεγονότα: η επίσημη έκθεση του ΟΟΣΑ για την ελληνική οικονομία αλλά και η ίδρυση του νέου κέντρου του Οργανισμού στην Κρήτη για τα ζητήματα των πληθυσμών και το παγκόσμιο δημογραφικό πρόβλημα. Νομίζω ότι είναι δύο καλές ειδήσεις για τον ΟΟΣΑ και για την Ελλάδα και προσβλέπω στη συνέχιση της συνεργασίας μας με τον Οργανισμό.

Η Κυβέρνηση αυτή έχει αποδείξει ότι αναζητεί πάντα βέλτιστες λύσεις εφαρμοσμένης πολιτικής και ο ΟΟΣΑ είναι ένας Οργανισμός ο οποίος μπορεί να μας προσφέρει τα εργαλεία για να γίνουμε καλύτεροι σε πολλά διαφορετικά πεδία πολιτικής, προς όφελος πάντα όλων των Ελλήνων πολιτών.

Σάς ευχαριστώ και πάλι για την παρουσία σας εδώ. Ελπίζω ότι την επόμενη φορά θα μπορούμε να σάς υποδεχτούμε με καλύτερο καιρό».

Ακολουθεί η τοποθέτηση του Γενικού Γραμματέα του ΟΟΣΑ: (ανεπίσημη μετάφραση από τα αγγλικά)

Σας ευχαριστώ πολύ αγαπητέ κ. Πρωθυπουργέ, αγαπητέ Αντιπρόεδρε της Κυβέρνησης, Υπουργοί, Αγαπητέ Αντιπρόσωπε κ. Πρεβελάκη, Αγαπητέ Δήμαρχε των Χανίων, συνάδελφοι και φίλοι,

Με χαροποιεί ιδιαίτερα που βρίσκομαι και πάλι στην Αθήνα και έχω την ευκαιρία να συζητήσω με εσάς κ. Πρωθυπουργέ και κάποιους από τους συνεργάτες σας για τις πολλές προκλήσεις αλλά και τις ευκαιρίες που βρίσκονται μπροστά μας και ποια είναι η βέλτιστη ανταπόκριση σε αυτές, ώστε να θέσουμε την Ελλάδα και τις χώρες του ΟΟΣΑ, σε ολόκληρο τον κόσμο, στη καλύτερη δυνατή βάση και τροχιά για το μέλλον. Όπως επεσήμανε ο κ. Αντιπρόσωπος, σήμερα συναντιόμαστε για δύο σημαντικούς λόγους: πρώτον, για την υπογραφή του μνημονίου κατανόησης για τη δημιουργία του κέντρου του ΟΟΣΑ στην Κρήτη για τα πληθυσμιακά, καθώς και επίσης για τη δημοσίευση της έρευνας «Economic Survey» του 2023 για την Ελλάδα.

Θα ήθελα να αναφερθώ πρώτα στην ίδρυση του Κέντρου του ΟΟΣΑ για πληθυσμιακά ζητήματα στην Κρήτη. Κύριε Πρωθυπουργέ, σας ευχαριστώ πολύ, εσάς και την Κυβέρνησή σας, για την αφοσίωσή σας σε αυτή την σπουδαία πρωτοβουλία που προσανατολίζεται στο μέλλον. Ευχαριστώ πολύ και τον Δήμο Χανίων στην Κρήτη, αλλά και το Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών, για τη στήριξή τους, είναι δύο πολύτιμοι εταίροι σε αυτό το έργο.

Η δημιουργία αυτού του κέντρου του ΟΟΣΑ είναι ένα σημαντικό βήμα ώστε να κατανοήσουμε καλύτερα κάποιες από τις πολύπλοκες συνδέσεις ανάμεσα στις πληθυσμιακές τάσεις, τη μετανάστευση και τις οικονομικές και κοινωνικές εξελίξεις. Σκοπός είναι το κέντρο να λειτουργήσει ως κόμβος για την ανάπτυξη ικανοτήτων, την ανταλλαγή γνώσης και τον πολιτικό διάλογο υψηλού επιπέδου.

Το κέντρο θα επεκτείνει το διασυνοριακό έργο του ΟΟΣΑ, τα δεδομένα και την ανάλυση για την σχέση ανάμεσα στον πληθυσμό και τις οικονομικές προκλήσεις σε έξι τομείς πολιτικών: τις οικονομικές και πολιτικές αιτίες και συνέπειες διαγενεακών θεμάτων και τις επιπτώσεις σε παιδιά, νέους και γηράσκοντες, τις αγορές εργασίας και την οικονομική ανάπτυξη και μεγέθυνση, την προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης σε χώρες χαμηλού εισοδήματος με ταχέως αυξανόμενο πληθυσμό, τη βελτίωση της διαχείρισης της μετανάστευσης -συμπεριλαμβανομένων των δεσμών μεταξύ συνεργασίας για την ανάπτυξη και των μεταναστευτικών πολιτικών-, την αποτελεσματική και αποδοτική ενσωμάτωση μεταναστών και την ασφαλή επανεγκατάσταση προσφύγων και την ενδυνάμωση της διασποράς με στόχο την προώθηση της οικονομικής και κοινωνικής αλλαγής τόσο στις χώρες προέλευσης όσο και τις χώρες προορισμού. Αλλά και την κατανόηση των επιπτώσεων της δημογραφικής αλλαγής σε επίπεδο κάτω από αυτό του εθνικού κράτους (sub-national).

Οι δραστηριότητες του κέντρου θα εδράζονται σε δύο βασικούς πυλώνες: το ψηφιακό παρατηρητήριο πληθυσμιακών τάσεων, το οποίο θα παρακολουθεί τη μεταβαλλόμενη σύσταση και διανομή του παγκόσμιου πληθυσμού και το ετήσιο Συνέδριο της Κρήτης για τον διάλογο για τον Πληθυσμό, του οποίου στόχος είναι η προώθηση του διαλόγου και της κατανόησης των διάφορων προκλήσεων και ευκαιριών σχετικά με τον πληθυσμό και τη μετανάστευση.

Το κέντρο θα υποστηρίξει επίσης την εφαρμογή πολιτικών και συμβουλών μέσω εκπαιδευτικής κατάρτισης και έρευνας. Προκειμένου να προωθήσει το έργο του, το κέντρο θα συγκαλέσει διάφορους ενδιαφερόμενους φορείς, συμπεριλαμβανομένων εθνικών κυβερνήσεων και της τοπικής αυτοδιοίκησης, διεθνών οργανισμών, του ιδιωτικού τομέα, της κοινωνίας των πολιτών, του ακαδημαϊκού κόσμου, αλλά και σχετικών δεξαμενών σκέψης.

Η δημιουργία αυτού του κέντρου σαφώς συμπίπτει με μια σημαντική στιγμή στην κοινή μας ιστορία, κατά την οποία ο κόσμος αντιμετωπίζει μεγάλη ανισορροπία στις δημογραφικές προοπτικές. Στις περισσότερες προηγμένες οικονομίες παρατηρείται ταχεία γήρανση του πληθυσμού. Σχεδόν στα μισά από τα 38 κράτη-μέλη του ΟΟΣΑ τουλάχιστον ένας στους δέκα θα είναι 80 ετών και άνω μέχρι το 2050. Στην Ελλάδα, όπως και σε πολλές άλλες χώρες του ΟΟΣΑ, το μέρος του πληθυσμού που είναι σε ηλικία να εργαστεί αναμένεται να συρρικνωθεί τουλάχιστον κατά ένα τρίτο έως το 2060.

Η μείωση της συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό που σχετίζεται με την γήρανση του πληθυσμού αποτελεί τροχοπέδη για την παραγωγικότητα και την ανάπτυξη και, συνεπώς, για τα κυβερνητικά έσοδα. Και αυτό την στιγμή που οι δημόσιες δαπάνες για τις συντάξεις, την υγεία και τις κοινωνικές υπηρεσίες για τη φροντίδα του γηράσκοντος πληθυσμού θα συνεχίσουν να αυξάνονται.

Η γήρανση του πληθυσμού είναι μια διαρθρωτική πρόκληση για πολλές ανεπτυγμένες οικονομίες ανά τον κόσμο, με μακροπρόθεσμες επιπτώσεις για την ανάπτυξη, την παραγωγικότητα, την αγορά εργασίας και την ισότητα μεταξύ των γενεών. Θα πρέπει να αναπτύξουμε και να εφαρμόσουμε μεταρρυθμίσεις για να έχουμε την καλύτερη δυνατή ανάπτυξη και τις βέλτιστες ευκαιρίες, στο πλαίσιο ενός γηράσκοντος πληθυσμού. Μέρος της απάντησης θα πρέπει να είναι η τόνωση της συμμετοχής στην νεότερων γυναικών αλλά και γυναικών μεγαλύτερης ηλικίας στην απασχόληση.

Η διασφάλιση της εκπαίδευσης και ανάπτυξης προσόντων αφορά τόσο τους νέους και -μέσω της προσήλωσης στη δια βίου μάθηση και την ανάπτυξη προσόντων- όσο και στα άτομα μεγαλύτερης ηλικίας. Θα πρέπει να επιδιώξουμε αυτές τις βελτιώσεις συνυπολογίζοντας και αξιοποιώντας τις μεγάλες αναμορφώσεις που υφίσταται η αγορά εργασίας, οι οποίες σχετίζονται με τον παράλληλο ψηφιακό και πράσινο μετασχηματισμό των οικονομιών μας.

Στον ΟΟΣΑ έχουμε ήδη αρχίσει να εκπονούμε συστάσεις για την αντιμετώπιση των προκλήσεων αυτών. Για παράδειγμα, η σύσταση για τις πολιτικές σχετικά με τη γήρανση και την εργασία, η οποία εστιάζει στην ενίσχυση των πρωτοβουλιών για την εργασία σε μεγαλύτερες ηλικίες, ενθαρρύνοντας εργοδότες να κρατούν και να προσλαμβάνουν εργαζόμενους μεγαλύτερης ηλικίας, και προωθώντας την απασχολησιμότητα των εργαζόμενων σε όλο τον επαγγελματικό τους βίο.

Παράλληλα, ενώ η γήρανση του πληθυσμού εκτυλίσσεται σε ανεπτυγμένες οικονομίες, οι περισσότερες οικονομίες μεσαίου εισοδήματος καθώς και οι λιγότερο αναπτυγμένες οικονομίες θα δουν τον πληθυσμό που είναι σε ηλικία εργασίας να αυξάνεται τις επόμενες δεκαετίες.

Σε χώρες εκτός του G20 ο πληθυσμός σε ηλικία εργασίας θα αυξηθεί κατά περίπου 1,2 δισεκατομμύρια έως το 2050. Μόνο στην Αφρική θα αναλογούν τα τρία τέταρτα αυτής της αύξησης. Αυτό πιθανότατα θα συνεχίσει να αποτελεί παράγοντα που θα οδηγεί τη διεθνή μετανάστευση προς χώρες του ΟΟΣΑ και ευρωπαϊκές χώρες τις επόμενες δεκαετίες. Ήδη το 2021, 4,8 εκατομμύρια νέοι μόνιμοι μετανάστες έφτασαν στις χώρες του ΟΟΣΑ, αριθμός που ισοδυναμεί με αύξηση της τάξεως του 22% σε σύγκριση με το 2020. Ο επιθετικός πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας έχει δημιουργήσει τη μεγαλύτερη μετακίνηση προσφύγων σε χώρες του ΟΟΣΑ από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Μέχρι τα μέσα Σεπτεμβρίου του 2022, σχεδόν 5 εκατομμύρια πρόσφυγες από την Ουκρανία είχαν καταγραφεί στις χώρες του ΟΟΣΑ. Δυνητικές μελλοντικές γεωπολιτικές κρίσεις θα μπορούσαν να αυξήσουν περαιτέρω τις εισροές προσφύγων, όπως συνέβη στο πλαίσιο των πολέμων στην Ουκρανία και τη Συρία. Η μετανάστευση, εάν τύχει ορθής διαχείρισης, μπορεί να είναι και έχει ήδη αποδειχθεί επωφελής για τις χώρες προέλευσης και τις χώρες προορισμού των μεταναστών. Το έργο του ΟΟΣΑ αποδεικνύει ότι οι μετανάστες συνεισφέρουν περισσότερο στους φόρους και τις κοινωνικές εισφορές από ό,τι λαμβάνουν σε ατομικά επιδόματα. Και πέρα ​​από αυτή τη δημοσιονομική συνεισφορά, οι μετανάστες φέρνουν δεξιότητες και αφοσίωση για να οικοδομήσουν ένα καλύτερο μέλλον για τους εαυτούς τους και για τις οικογένειές τους.

Ωστόσο, μπορούμε να κάνουμε περισσότερα για να αξιοποιήσουμε τις δυνατότητες που προσφέρουν οι μετανάστες, μέσω καλών δημόσιων πολιτικών. Το κέντρο του ΟΟΣΑ για τα πληθυσμιακά ζητήματα στην Κρήτη θα επιδιώξει, λοιπόν, να αξιοποιήσει και να διευρύνει τη γνώση του ΟΟΣΑ σχετικά με τις πληθυσμιακές τάσεις και τις διασυνδέσεις με την οικονομική ανάπτυξη, ώστε να υποστηρίξει καλύτερες πολιτικές για καλύτερη ζωή.

Ανυπομονούμε να συνεργαστούμε στενά με όλους εσάς σε αυτή την τόσο αναγκαία προσπάθεια και να κάνουμε το κέντρο του ΟΟΣΑ για πληθυσμιακά ζητήματα στην Κρήτη ένα εξαιρετικά επιτυχημένο έργο προς όφελος των πολιτών, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε ολόκληρο τον ΟΟΣΑ και ακόμα παραπέρα.

Στρέφομαι τώρα στα ευρήματα και τις συστάσεις της έκθεσης του ΟΟΣΑ «Economic Survey of Greece» για το 2023. Πρώτον, πολύ θερμές και ειλικρινείς ευχαριστίες στο Υπουργείο Οικονομικών και στην ελληνική αντιπροσωπεία στον ΟΟΣΑ για την υποστήριξη στην προετοιμασία αυτής της έρευνας.

Η Ελλάδα είναι ένα ιδιαίτερα σημαντικό ιδρυτικό μέλος του ΟΟΣΑ και είμαστε περήφανοι για τη δουλειά που έχουμε κάνει μαζί, και για τη στήριξη της Ελλάδας στις γεμάτες προκλήσεις αλλά επιτυχημένες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις τα τελευταία χρόνια. Οι μεταρρυθμιστικές προσπάθειες της Ελλάδας αποδίδουν. Η ελληνική οικονομία βρίσκεται στο σωστό δρόμο και θα είναι σημαντικό να παραμείνει στην ίδια πορεία. Η ισχυρή και ταχεία ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας από την κρίση του Covid-19 συνιστά απόδειξη αυτών των προσπαθειών. Η ανάκαμψη αυτή βοήθησε την Ελλάδα να ξεπεράσει περαιτέρω τις εναπομείνασες συνέπειες της οικονομικής κρίσης που προηγήθηκε.

Η απασχόληση αυξήθηκε με θεαματικό ρυθμό, με ραγδαία πτώση της ανεργίας. Οι απασχολούμενοι Έλληνες αυξήθηκαν κατά 250.000 σε σύγκριση με την περίοδο πριν την πανδημία. Το ποσοστό ανεργίας μειώθηκε στο 11,6% τον Οκτώβριο του 2022, στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2010. Οι επιχειρήσεις εξαντλούν παραγωγικές δυνατότητες που είχαν αφήσει αναξιοποίητες. Αυτές οι εξελίξεις προετοιμάζουν το έδαφος προκειμένου οι επιχειρήσεις να επενδύσουν και να αυξήσουν την παραγωγικότητά τους.

Σημαντικά και έγκαιρα μέτρα δημοσιονομικής στήριξης συνέβαλαν στην προστασία της ελληνικής οικονομίας και των πολιτών κατά τη διάρκεια του Covid-19 και των αναταράξεων στο κόστος της ενέργειας που προκλήθηκαν από τον επιθετικό πόλεμο της Ρωσίας εναντίον της Ουκρανίας.

Κατά τα επόμενα χρόνια, τα δημοσιονομικά σχέδια που έχουν ανακοινωθεί προβλέπουν επιστροφή σε μέτριου ύψους πρωτογενή πλεονάσματα, καθώς αυτή η στήριξη θα περιοριστεί. Οι αυξανόμενες τιμές της ενέργειας ως αποτέλεσμα του επιθετικού πολέμου της Ρωσίας στην Ουκρανία έχουν, ωστόσο, δημιουργήσει ισχυρές αντιξοότητες (headwinds) όσον αφορά την ανάπτυξη, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά σε όλη την Ευρώπη και σε άλλα μέρη του κόσμου. Μετά από μια δεκαετία με χαμηλό επίπεδο πληθωρισμού οι τιμές έχουν αυξηθεί, λόγω της αύξησης των παγκόσμιων τιμών των πρώτων υλών.

Ο πληθωρισμός σε ετήσια βάση εκτινάχθηκε στο 12,1% τον Σεπτέμβριο του 2022, το υψηλότερο ποσοστό των τελευταίων 25 ετών. Έκτοτε μειώθηκε, στο 7,6% τον Δεκέμβριο, καθώς οι επιδοτήσεις και οι χαμηλότερες τιμές της ενέργειας σε παγκόσμιο επίπεδο έχουν μειώσει το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας. Ωστόσο, με αυτές τις αντιξοότητες η εμπιστοσύνη μεταξύ των εταιρειών έχει μειωθεί. Τα δεδομένα για τη δραστηριότητα και τις μετακινήσεις των πολιτών (high frequency data) δείχνουν ότι οι δαπάνες και η (οικονομική) δραστηριότητα επιβραδύνονται. Σε αυτό το πλαίσιο, αναμένουμε ότι η αύξηση του ΑΕΠ θα διαμορφωθεί λίγο πάνω από το 1% το 2023.

Και καθώς αυτές οι αντιξοότητες υποχωρούν, οι επενδύσεις θα αυξηθούν και θα συμβάλλουν στην ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης, και πάλι προς το 2%, το 2024, που εξακολουθεί να είναι πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.

Πώς μπορεί η Ελλάδα να κινηθεί καλύτερα μέσα από αυτές τις αντιξοότητες προς μια πορεία βιώσιμης ανάπτυξης; Στην έκθεσή μας δίνουμε έμφαση σε τρεις προτεραιότητες. Πρώτον, η Ελλάδα πρέπει να συνεχίσει να επιδιώκει τη μείωση των δεικτών του δημόσιου χρέους, προωθώντας παράλληλα μία δυναμική οικονομία.

Η οικονομική ανάκαμψη και οι ανατιμήσεις έχουν οδηγήσει το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ στο χαμηλότερο επίπεδο της τελευταίας δεκαετίας. Όμως, στο 175% του ΑΕΠ στο τέλος του 2022, το δημόσιο χρέος εξακολουθεί να είναι πολύ υψηλό. Τρεις παράγοντες μπορούν να βοηθήσουν στη διατήρηση της πτωτικής τάσης: η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων της κυβέρνησης και της δυναμικής των επενδύσεων για τη συντήρηση της ισχυρότερης οικονομικής ανάπτυξης, η διατήρηση της δημοσιονομικής αξιοπιστίας -την οποία κέρδισε με προσπάθεια- για τη μείωση του επιτοκίου του δημόσιου χρέους της Ελλάδας, η επίτευξη επενδυτικής βαθμίδας για τη χώρα θα περιορίσει το κόστος χρηματοδότησης του χρέους.

Τα ήπιου ύψους πρωτογενή πλεονάσματα στον προϋπολογισμό -ακόμη και μία μέτρια αύξηση του πρωτογενούς πλεονάσματος κατά 0,5% του ΑΕΠ- μπορούν να οδηγήσουν σε σημαντική βελτίωση της δυναμικής του χρέους. Και φυσικά, κατανοώ απόλυτα ότι τα τελευταία τρία χρόνια περίπου σημειώθηκε μία ταχεία δημοσιονομική εξυγίανση, στο πλαίσιο ενός συνολικά πολύ απαιτητικού περιβάλλοντος.

Η Ελλάδα μπορεί να διατηρήσει πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα, υποστηρίζοντας παράλληλα την ανάπτυξη. Επί του παρόντος, η Ελλάδα δαπανά λιγότερα από τις περισσότερες χώρες του ΟΟΣΑ στους τομείς που υποστηρίζουν περισσότερο την ανάπτυξη: υποδομές, εκπαίδευση και έρευνα. Η επανεξέταση του πόσο καλά στηρίζουν την οικονομία διάφορες μορφές δαπανών και επενδύσεων μπορεί να βοηθήσει στην καλύτερη κατανομή των δημόσιων πόρων. Επομένως, χαιρετίζουμε τις αδιάκοπες προσπάθειες της κυβέρνησης να αξιολογήσει καλύτερα την απόδοση των δαπανών της.

Ασφαλώς, η Ελλάδα μειώνει επίσης πολλούς φορολογικούς συντελεστές, βελτιώνει το φορολογικό μείγμα, το καθιστά πιο φιλικό προς την ανάπτυξη με καλά στοχευμένες περικοπές στους φόρους στην εργασία και στο εταιρικό εισόδημα. Ενθαρρύνει την αύξηση των επενδύσεων, οδηγώντας σε ισχυρότερη ανάπτυξη και περισσότερες θέσεις εργασίας.

Ταυτόχρονα, η διατήρηση των εσόδων είναι καίριας σημασίας. Επομένως, η βελτίωση της φορολογικής συμμόρφωσης είναι απαραίτητο συστατικό της λύσης. Και εδώ, η ψηφιοποίηση πολλών συναλλαγών με αφορμή την κρίση του COVID-19 και μέσω των επίμονων προσπαθειών της κυβέρνησης βελτίωσε τις εισπράξεις ΦΠΑ, όπως και την πιο αποτελεσματική διαχείριση των εσόδων. Ο περιορισμός των εξαιρέσεων και των ειδικών μειωμένων συντελεστών και η μεγαλύτερη χρήση φόρων που έχουν το μικρότερο κόστος συμβάλλει επίσης στην εισροή περισσότερων εσόδων, χωρίς να βλάπτει την ανάπτυξη.

Η δεύτερη προτεραιότητα είναι η επίτευξη ισχυρότερης αύξησης του ΑΕΠ, μέσω της περαιτέρω ενίσχυσης των επενδύσεων και της απασχόλησης.

Η κυβέρνηση υλοποιεί πολλές από τις επενδύσεις και τις μεταρρυθμίσεις που περιλαμβάνονται στο Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2.0». Η πλήρης εφαρμογή αυτών των μέτρων και η διασφάλιση ότι βελτιώνουν τις καθημερινές συνθήκες για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά σε όλη την Ελλάδα θα είναι εξαιρετικά σημαντική.

Τώρα είναι επίσης η ώρα να προετοιμαστούν οι μεταρρυθμίσεις και οι επενδύσεις που θα ακολουθήσουν το Σχέδιο «Ελλάδα 2.0» και θα αποτελούν συνέχειά του. Η βελτίωση της πρόσβασης στη χρηματοδότηση θα είναι σημαντική για την αναζωογόνηση των επενδύσεων. Οι τράπεζες θα χρειαστούν ισχυρότερες κεφαλαιακές βάσεις εάν θέλουν να ξαναρχίσουν τον μεγαλύτερης κλίμακας δανεισμό, ειδικά για πιο καινοτόμα και πιο ριψοκίνδυνα έργα.

Θα πρέπει επίσης να αναπτυχθούν εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης. Η βελτίωση της πρόσβασης των μεσαίων επιχειρήσεων στις αγορές ομολόγων μέσω διαφανούς ανταλλαγής πληροφοριών και υποστηρικτικών κανονισμών θα διευρύνει και θα ενισχύσει τη χρηματοδότηση επενδύσεων. Ένα μεγάλο ποσοστό των επιχειρήσεων στην Ελλάδα παραμένουν πολύ μικρές. Η εξασφάλιση ανταγωνιστικών αγορών μπορεί να βοηθήσει τις πιο δυναμικές και παραγωγικές επιχειρήσεις να επεκταθούν, όπως και η ελαχιστοποίηση των περιττών ρυθμιστικών επιβαρύνσεων. Οι αλληλεπιδράσεις με τον δημόσιο τομέα στην Ελλάδα γίνονται πολύ πιο απλές, πιο αποτελεσματικές, με μεγάλα βήματα στον ψηφιακό μετασχηματισμό της ελληνικής δημόσιας διοίκησης.

Η Δικαιοσύνη πρέπει επίσης να ασπαστεί αυτή την ευρύτερη πρόοδο και μεταρρυθμιστική δυναμική. Οι υποθέσεις αστικού και εμπορικού δικαίου στην Ελλάδα απαιτούν πολύ χρόνο ώστε να κλείσουν. Η συσσώρευση εκκρεμοδικιών σημαίνει ότι η έναρξη της εκδίκασης ορισμένων τρεχουσών υποθέσεων έχει προγραμματιστεί για το 2026 και στη συνέχεια αναμένεται να απαιτηθούν αρκετά χρόνια προκειμένου να τελεσιδικήσουν.

Οι καθυστερήσεις αυτές παρατηρούνται παρά το γεγονός ότι το σύστημα Δικαιοσύνης στην Ελλάδα διαθέτει συγκριτικά καλύτερους πόρους από αυτά των περισσότερων άλλων χωρών του ΟΟΣΑ. Η επέκταση των ίδιων μεταρρυθμίσεων οι οποίες βελτιώνουν την αποτελεσματικότητα των ευρύτερων δημόσιων υπηρεσιών -μέσω της συστηματικής εφαρμογής της ψηφιοποίησης, αναθεώρησης και του εξορθολογισμού των διαδικασιών- θα μπορούσε να συμβάλλει στη βελτίωση των επιδόσεων και της αποτελεσματικότητας και του τομέα της Δικαιοσύνης στην Ελλάδα.

Περισσότερες γυναίκες έχουν ενταχθεί στην αγορά εργασίας και το χάσμα ανάμεσα στα ποσοστά απασχόλησης ανδρών και γυναικών έχει μειωθεί. Από την περίοδο πριν από την κρίση του Covid, το ποσοστό των ενήλικων γυναικών που εργάζονται έχει αυξηθεί κατά τέσσερις ποσοστιαίες μονάδες, στο 51%, αν και εξακολουθεί να είναι 19% χαμηλότερο από το ποσοστό συμμετοχής των ανδρών και εξακολουθεί να είναι πολύ κάτω από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ, που είναι περίπου 62%. Επομένως, εδώ υπάρχει περαιτέρω δυνατότητα βελτίωσης.

Τα κυβερνητικά μέτρα για την περαιτέρω πρόοδο, με την επέκταση της πρόσβασης στην ποιοτική παιδική μέριμνα, την υποστήριξη όσον αφορά τη φροντίδα ηλικιωμένων συγγενών ή την επέκταση της άδειας στους νέους πατέρες, για παράδειγμα, είναι πολύ ευπρόσδεκτα βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση. Η ενθάρρυνση των εργασιακών χώρων να υιοθετήσουν πιο ευέλικτες ρυθμίσεις εργασίας, αξιοποιώντας τα διδάγματα της πανδημίας, μπορεί επίσης να συμβάλει στην περαιτέρω κάλυψη του χάσματος. Για τους ενήλικες, περισσότερες ευκαιρίες συμμετοχής σε προγράμματα αναβάθμισης δεξιοτήτων και επανεκπαίδευσης μπορούν να συμβάλλουν στην αύξηση της απασχόλησης και της προθυμίας των εργαζομένων να αξιοποιήσουν τις αναδυόμενες ευκαιρίες.

Η τρίτη προτεραιότητα είναι να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα της ανάκαμψης, δεδομένης της κλιματικής αλλαγής. Η Ελλάδα έχει μειώσει τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου σχεδόν κατά το ήμισυ σε σχέση με την κορύφωσή τους, το 2007, γεγονός που τη βάζει στην πορεία προς την επίτευξη του στόχου για μείωση κατά 55% σε σχέση με τα επίπεδα του 1990 έως το 2030 και να καταστεί μία οικονομία με μηδενικό ισοζύγιο εκπομπών έως το 2050. Ωστόσο, η Ελλάδα εξακολουθεί να προκαλεί περισσότερες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου ανά μονάδα του ΑΕΠ από πολλές άλλες χώρες του ΟΟΣΑ. Θα χρειαστεί ένα μείγμα εργαλείων πολιτικής για να συνεχιστεί η μετάβαση προς το μηδενικό ισοζύγιο.

Μέρος της λύσης είναι η τιμολόγηση των εκπομπών. Η Ελλάδα το κάνει ήδη αυτό για μεγάλο μέρος των εκπομπών της, αλλά η τιμή δεν είναι σταθερή για διαφορετικούς εκπέμποντες ή πηγές εκπομπών, παρόλο που η σταθερότητα στην ενημέρωση για την τιμολόγηση βοηθά τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά να βρουν το χαμηλότερο κόστος για τη μείωση των εκπομπών τους.

Το άλλο μέρος της λύσης είναι ένας προσαρμοσμένος συνδυασμός επενδύσεων, οικονομικών κινήτρων και κανονισμών για τους τομείς που ευθύνονται για το μεγαλύτερο μέρος των εκπομπών, δηλαδή τις μεταφορές και τα κτίρια. Η μείωση των εκπομπών από τις οδικές μεταφορές αποτελεί ιδιαίτερη πρόκληση. Ο στόλος αυτοκινήτων της Ελλάδας είναι παλαιός και τα περισσότερα οχήματα που αγοράζονται είναι μεταχειρισμένα.

Η στροφή προς τα οχήματα που δεν παράγουν ρύπους είναι πιθανό να διαρκέσει πολύ καιρό. Η μεταφορά των μετακινήσεων εκτός του οδικού δικτύου θα πρέπει να αποτελέσει μέρος της λύσης. Η Ελλάδα, αυτή τη στιγμή, χρησιμοποιεί το σιδηροδρομικό της δίκτυο λιγότερο από άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Πιστεύουμε ότι σχετικά μικρές επενδύσεις μπορούν να βοηθήσουν στην αλλαγή των τρόπων μεταφοράς.

Ομοίως, τα κτίρια είναι συγκριτικά ανεπαρκώς μονωμένα και αποτελούν σημαντική πηγή εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Ένα σχετικά μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού δεν μπορεί να θερμάνει επαρκώς το σπίτι του, προσθέτοντας πιέσεις στα νοικοκυριά σε μία εποχή που οι τιμές της ενέργειας είναι υψηλές. Η επέκταση των προγραμμάτων ανακαίνισης κατοικιών, η παροχή κινήτρων στον ιδιωτικό τομέα για ανάληψη δράσης μέσω του καθορισμού ενός σαφούς χρονοδιαγράμματος για την αυστηροποίηση των προτύπων ενεργειακής απόδοσης μπορεί να συμβάλλει στην πρόοδο.

Όλα αυτά τα μέτρα μεταβάλλουν το σχετικό κόστος της κατανάλωσης των νοικοκυριών και συνεπάγονται απώλεια αγοραστικής δύναμης, ιδίως για τα νοικοκυριά με το χαμηλότερο εισόδημα. Όμως, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μας, τα έσοδα από μια σταθερή τιμή εκπομπών που θα είναι αρκετά υψηλή ώστε να μειώσει ουσιαστικά τις εκπομπές θα ήταν επαρκή για να αποζημιώσουν τα νοικοκυριά με χαμηλό εισόδημα.

Το κλίμα αλλάζει ήδη στην Ελλάδα, όπως αποδεικνύεται από την αύξηση των πυρκαγιών και των χειμερινών καταιγίδων τα τελευταία χρόνια. Και, μέχρι στιγμής, μεγάλο μέρος του κόστους αυτών των καταστροφών έχει επωμιστεί το δημόσιο ταμείο. Η επέκταση της ασφάλισης περιουσίας με προσιτά ασφάλιστρα θα επέτρεπε τον επιμερισμό του κόστους και θα προστάτευε καλύτερα τους πολίτες από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Η απαίτηση ασφάλισης μπορεί να ενθαρρύνει τους ιδιώτες επενδυτές να ελαχιστοποιήσουν την έκθεσή τους σε κλιματικούς κινδύνους και μπορεί να παρέχει ταχύτερη πρόσβαση σε στήριξη σε περίπτωση φυσικής καταστροφής.

Κλείνοντας, οι πολιτικές της Ελλάδας στην πανδημία Covid-19 εξασφάλισαν ισχυρή και ταχεία ανάκαμψη. Το Σχέδιο Ανάκαμψης «Ελλάδα 2.0» θέτει ήδη τα θεμέλια για τη βελτιστοποίηση της ικανότητας της Ελλάδας να αντιμετωπίσει μελλοντικές προκλήσεις και να εκμεταλλευτεί όλες τις μελλοντικές ευκαιρίες που έχετε μπροστά σας.

Η διασφάλιση της αποτελεσματικής εφαρμογής αυτού του φιλόδοξου προγράμματος μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων θα συμβάλλει στη βελτίωση του επενδυτικού κλίματος και των δημόσιων υπηρεσιών για τις επιχειρήσεις, τους εργαζόμενους και τα νοικοκυριά. Και καθώς το μέγεθος, η αύξηση, η ηλικία, η δομή και η γεωγραφική κατανομή του πληθυσμού συνεχίζει να επηρεάζει και να διαμορφώνει τις οικονομίες μας, προσβλέπουμε με ενδιαφέρον στα συμπεράσματα του κέντρου στην Κρήτη σχετικά με τον καλύτερο τρόπο για τη βελτιστοποίηση των οφελών και την αντιμετώπιση αυτών των επιπτώσεων.

Σας ευχαριστώ και πάλι, κ. Πρωθυπουργέ, εσάς και την κυβέρνησή σας, για την πολύτιμη συνεργασία σας μαζί μας, στον ΟΟΣΑ, και για τη φιλοξενία εδώ σήμερα. Είναι πραγματική τιμή να βρίσκομαι εδώ. Σας ευχαριστώ.