Ομιλία του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στο Πανεπιστήμιο του Τόκιο

Ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης ήταν ο ομιλητής σε εκδήλωση στο Πανεπιστήμιο του Τόκιο που διοργάνωσε η σχολή Δημόσιας Πολιτικής για μεταπτυχιακές και διδακτορικές σπουδές.

Ακολουθεί η ομιλία του Πρωθυπουργού (σε ανεπίσημη μετάφραση από τα αγγλικά):

Κυρίες και κύριοι, αγαπητοί φοιτητές,

Να ξεκινήσω λέγοντας ότι με χαροποιεί ιδιαίτερα πως βρίσκομαι ξανά σε μία αίθουσα διδασκαλίας. Σας ευχαριστώ που με προσκαλέσατε να μιλήσω σήμερα σε αυτό το παγκοσμίου φήμης ίδρυμα. Είναι τιμή για μένα να μπορώ να απευθυνθώ σε εσάς σήμερα, στο τέλος ενός πολύ επιτυχημένου, πιστεύω, ταξιδιού στην Ιαπωνία, 48 πολύ έντονες ώρες, οι οποίες μας έδωσαν, εκτιμώ, την ευκαιρία να δώσουμε νέα, μεγάλη ώθηση στη σχέση μεταξύ Ιαπωνίας και Ελλάδας. Αλλά εσείς, ο εισαγωγικός ομιλητής, θέσατε μια ενδιαφέρουσα ερώτηση. Μου ζητήσατε να σχολιάσω λίγο αυτό που αποκαλέσατε «οικονομικό θαύμα».

Θέλω να είμαι λίγο πιο διακριτικός και να το χαρακτηρίσω μια ιστορία οικονομικής επιτυχίας (success story). Επιτρέψτε μου όμως να ξεκινήσω με μία ερώτηση: τι σημαίνει η Ελλάδα για εσάς; Αναφέρομαι ιδιαίτερα στους Ιάπωνες φίλους μας στο ακροατήριο. Ίσως για τους περισσότερους από εσάς η χώρα μου είναι ένα μακρινό μέρος που συσχετίζετε με όμορφες αμμώδεις παραλίες, ηλιόλουστα νησιά, αρχαία μνημεία όπως η Ακρόπολη, πλούσια μυθολογία, ίσως με το σουβλάκι, το συρτάκι. Είμαστε όλα αυτά, φυσικά. Αλλά πιθανώς λιγότερο γνωστά σε εσάς είναι τα ακόλουθα δεδομένα: Έλληνες πλοιοκτήτες ελέγχουν περισσότερο από το 17% του παγκόσμιου εμπορικού στόλου σε όρους dwt χωρητικότητας, καθιστώντας την Ελλάδα ηγέτη της παγκόσμιας ναυτιλιακής βιομηχανίας.

Πολλοί από αυτούς τους πλοιοκτήτες άρχισαν να ναυπηγούν τα πλοία τους στην Ιαπωνία αμέσως μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και με τον τρόπο τους συνέβαλαν σε αυτό που σήμερα θεωρώ ένα πραγματικό θαύμα, την ανοικοδόμηση της Ιαπωνίας μετά τον καταστροφικό πόλεμο. Πολλοί από αυτούς συνεχίζουν να κατασκευάζουν τα πλοία τους εδώ, αυτή τη στιγμή που μιλάμε.

Ένα άλλο γεγονός που ίσως δεν είναι τόσο γνωστό σε εσάς για τη χώρα μας: σχεδόν το 50% της ηλεκτρικής μας ενέργειας παράγεται σήμερα από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας. Τον περασμένο Οκτώβριο, για πρώτη φορά στην ιστορία μας, για σχεδόν έξι ώρες, το σύνολο των αναγκών μας σε ηλεκτρική ενέργεια καλύφθηκε από ανανεώσιμες πηγές. Και το 2022 καταλάβαμε την έβδομη θέση παγκοσμίως όσον αφορά τη διείσδυση της αιολικής και της ηλιακής ενέργειας στο ενεργειακό μας μείγμα.

Τελευταίο αλλά εξίσου σημαντικό, όταν σκεφτόμαστε την Ελλάδα, σκεφτόμαστε μία τοποθεσία στον χάρτη. Όμως οι ελληνικές κοινότητες στο εξωτερικό ισοδυναμούν αριθμητικά με τον ελληνικό πληθυσμό στην πατρίδα μας. Συνολικά, οι άνθρωποι που συνδέονται με τον έναν τρόπο ή τον άλλο με την Ελλάδα ανέρχονται στα δέκα εκατομμύρια. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο μπορούμε να πούμε -αστειευόμενοι μεταξύ μας- ότι η Μελβούρνη είναι η τρίτη μεγαλύτερη ελληνική πόλη στον κόσμο.

Επομένως, η ιστορία της σημερινής Ελλάδας είναι πράγματι μια ιστορία δυναμικού οικονομικού μετασχηματισμού. Πιστεύω ότι είναι μια ιστορία την οποία συμμερίζονται και πέρα από τα σύνορα της Ελλάδας. Οι επιχειρήσεις μας έχουν αναπτυχθεί έχοντας αυτοπεποίθηση και δυναμισμό κι αυτό ακριβώς είπα σε μερικούς από τους πιο σημαντικούς επιχειρηματικούς οργανισμούς και επενδυτές στην Ιαπωνία, όταν τους συνάντησα χθες και νωρίτερα σήμερα.

Είμαι ο πρώτος Έλληνας Πρωθυπουργός που επισκέπτεται την Ιαπωνία από το 2005. Όταν ο προκάτοχός μου επισκέφθηκε τη χώρα σας, πριν από 17 χρόνια, ήταν στον απόηχο της επιτυχημένης διοργάνωσης των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 από την Ελλάδα, αλλά και μετά το μεγαλύτερο θαύμα στην ιστορία των ομαδικών αθλημάτων -αυτό ήταν πράγματι θαύμα, για όσους από εσάς είναι φίλοι του ποδοσφαίρου- που δεν ήταν άλλο από την κατάκτηση του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος ποδοσφαίρου το 2004. Ήταν καλές μέρες για τη χώρα. Αλλά δεν γνωρίζαμε ότι μια βαθιά κρίση ήταν επικείμενη.

Όπως επισημάνατε, η Ελλάδα πέρασε μια δεκαετή οικονομική και, κάποιοι θα έλεγαν, υπαρξιακή κρίση τα χρόνια που ακολούθησαν. Σκεφτείτε το. Κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης χάσαμε σχεδόν το ένα τέταρτο του ΑΕΠ μας. Περισσότεροι από 500.000 νέοι Έλληνες αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη χώρα σε αναζήτηση καλύτερων θέσεων εργασίας και η κρίση διήρκεσε περισσότερο από όσο ήταν απαραίτητο, επειδή κάποια στιγμή λαϊκιστές ήρθαν στην εξουσία και συνέχισαν να προωθούν ουτοπικές «λύσεις».

Το αποτέλεσμα ήταν ότι έπρεπε να υπογράψουμε τρίτο μνημόνιο, τον Ιούλιο του 2015, αφού ο προκάτοχός μου και το υπουργικό του συμβούλιο πραγματικά έσπρωξαν την Ελλάδα στο χείλος της καταστροφής. Βρεθήκαμε σοβαρά στα πρόθυρα να αποβληθούμε από την ευρωζώνη, που θα ήταν απόλυτη καταστροφή για τη χώρα μας. Δόξα τω Θεώ, αποφύγαμε τα χειρότερα. Θα μπορούσατε όμως να πείτε ότι η χώρα ξαφνικά «έπιασε πάτο».

Ωστόσο, είμαστε ένα έθνος με ισχυρό αίσθημα ανεξαρτησίας καθ’ όλη τη νεότερη ιστορία μας. Η Ελληνική Επανάσταση ξεκίνησε ουσιαστικά το 1821, είμαστε ανεξάρτητο έθνος από το 1830. Στην ιστορία μας έχουμε δει πολλούς θριάμβους και είχαμε επίσης να αντιμετωπίσουμε πολλές καταστροφές. Σε γενικές γραμμές, η πορεία μας ήταν πάντα θετική και νομίζω ότι είναι ένα χαρακτηριστικό προσόν του ελληνικού λαού, ότι έχουμε αποδειχθεί εξαιρετικά ανθεκτικοί. Αντέξαμε κατά τη διάρκεια αυτής της δεκαετούς κρίσης και καταφέραμε να γλιτώσουμε τα χειρότερα.

Γι’ αυτό θέλω να σας μιλήσω. Πώς καταφέραμε να πετύχουμε αυτή την αλλαγή σελίδας; Εγώ, όπως αναφέρατε, έγινα Πρωθυπουργός τον Ιούλιο του 2019, κερδίζοντας απόλυτη πλειοψηφία στο κοινοβούλιο. Είχα καταστήσει το όραμά μου πολύ σαφές στον ελληνικό λαό.

Τους είπα ότι ήθελα να αποκαταστήσω την εμπιστοσύνη στη χώρα, να βάλω τη χώρα σε τροχιά υψηλότερης ανάπτυξης, να επαναφέρω τη μακροοικονομική σταθερότητα, αλλά κυρίως να γίνω ο Πρωθυπουργός που θα απελευθερώσει τις πραγματικές δυνατότητες της χώρας, ώστε να γίνει ένας αξιόπιστος ευρωπαϊκός και διεθνής εταίρος με μια ενεργητική προσέγγιση στην προσπάθεια διαμόρφωσης των εξελίξεων στην περιοχή μας.

Το μήνυμά μου ήταν απλό: ήθελα να μειώσω τους φόρους χωρίς να θέσω σε κίνδυνο τη δημοσιονομική σταθερότητα. Ήθελα να καταστήσω την Ελλάδα ελκυστικό επενδυτικό προορισμό και να δημιουργήσω πολλές και καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας. Και ήθελα να διασφαλίσω ότι η Ελλάδα θα αντιμετωπίζεται ως αξιόπιστος και ισχυρός εταίρος στην περιοχή μας, πρωταγωνιστής στις ευρωπαϊκές εξελίξεις και όχι ουραγός, μια χώρα που εστιάζει σε λύσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο αντί να αντιμετωπίζει μόνο τα δικά της προβλήματα και να ζητά βοήθεια από τους Ευρωπαίους.

Πιστεύω ότι αυτά τα 3,5 χρόνια έχουμε επιτύχει σε πολλούς από αυτούς τους στόχους. Η Ελλάδα σήμερα απέχει μόνο ένα βήμα από την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας. Αυτό είναι πολύ σημαντικό, διότι θα «ξεκλειδώσει» σημαντικές νέες δεξαμενές κεφαλαίων που μπορούν να επενδύσουν στην ελληνική οικονομία.

Επιτρέψτε μου να σας δώσω ένα παράδειγμα που αφορά την Ιαπωνία: όταν εξετάζαμε, με το επιτελείο μας, τα στατιστικά στοιχεία για τις ιαπωνικές επενδύσεις στην Ελλάδα σε βάθος χρόνου, κορυφώθηκαν κάποια στιγμή το 2007, όταν Ιάπωνες διαχειριστές κεφαλαίων επένδυσαν περίπου 10 δισεκατομμύρια δολάρια στην Ελλάδα. Στα χρόνια της κρίσης αυτός ο δείκτης υποχώρησε σχεδόν στο μηδέν, επειδή χάσαμε την επενδυτική βαθμίδα και πολλοί, πιο συντηρητικοί διαχειριστές κεφαλαίων δεν μπορούσαν να επενδύσουν σε ελληνικά assets. Φανταστείτε πόσα περισσότερα κεφάλαια μπορούμε να προσελκύσουμε μόνο από την Ιαπωνία απλά ανακτώντας επενδυτική βαθμίδα.

Αν κοιτάξετε τις επιδόσεις της οικονομίας σε όρους ανάπτυξης, ξεπεράσαμε την κρίση του COVID πολύ ταχύτερα -θα έλεγα- από ό,τι πολλοί είχαν προβλέψει. Η οικονομική δραστηριότητα αυξήθηκε κατά 8,4% το 2021, κινήθηκε και πάλι ανοδικά, κατά 5,6%, το 2022. Προσδοκούμε ανάπτυξη κοντά στο 2%, παρά τις πολλες αντιξοότητες και προκλήσεις, το 2023.

Αυτό το επίπεδο ανάπτυξης είναι σημαντικά υψηλότερο σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ευρωζώνης. Το 2022 η ανάπτυξή μας ήταν διπλάσια του μέσου όρου της ευρωζώνης. Το 2023 μπορεί να πάμε ακόμα καλύτερα, καθώς έχουμε αποδείξει ότι είμαστε πολύ ανθεκτικοί.

Κληθήκαμε να διαχειριστούμε ταυτόχρονα την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων και την αντιμετώπιση κάθε είδους κρίσης που ανέκυψε, καμία εκ των οποίων δεν προκλήθηκε από εμάς: η πανδημία, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία αλλά και αντιμετώπιση ενός δύσκολου και περίπλοκου γείτονα. Καταφέραμε, όμως, να ανταποκριθούμε και στα δύο. Διαχειριστήκαμε τις κρίσεις ταυτόχρονα αντιμετωπίσαμε μακροπρόθεσμα ζητήματα, ενώ διασφαλίσαμε πως νομοθετούμε όχι μόνο για την αντιμετώπιση των σημερινών προβλημάτων, αλλά για να θέσουμε τα θεμέλια για ένα πιο σταθερό βιώσιμο μέλλον.

Ίσως αυτό είναι κάτι που θα αποτελέσει αντικείμενο συζήτησης στα δικά σας μαθήματα δημόσιας πολιτικής. Πώς συνδυάζεται, δηλαδή, η βραχυπρόθεσμη διαχείριση κρίσεων με τον μακροπρόθεσμο σχεδιασμό; Δεν είναι πάντα εύκολο, διότι όταν πρέπει να αντιμετωπίσετε τόσες πολλές κρίσεις ταυτόχρονα, πρέπει να βεβαιωθείτε ότι ένα ποσοστό, ένα μέρος των δυνάμεών σας προορίζεται πάντα για πιο μακροπρόθεσμες πρωτοβουλίες, ενώ θα πρέπει παράλληλα να εξασφαλίσετε πως γίνεται η διάκριση μεταξύ του επείγοντος και του σημαντικού.

Και, πράγματι, πολλές από τις μεταρρυθμίσεις που έχουμε εφαρμόσει, από την εργασιακή μεταρρύθμιση έως την αναμόρφωση του συστήματος τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, από τη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού έως την ψηφιοποίηση της δημόσιας διοίκησης, είναι όντως μεταρρυθμίσεις που θα έχουν μακροπρόθεσμο αποτέλεσμα για την ελληνική οικονομία. Ασφαλώς, με αυτή την έννοια έχουμε ανοίξει το δρόμο για ένα πιο ελπιδοφόρο μέλλον.

Έχουμε επίσης πρόσβαση σε σημαντικά ευρωπαϊκά κονδύλια του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, ο οποίος δημιουργήθηκε σε ευρωπαϊκό επίπεδο μετά το ξέσπασμα της πανδημίας COVID-19, με σκοπό να συμβάλει στον πράσινο και ψηφιακό μετασχηματισμό.

Σε ό,τι αφορά το ψηφιακό κομμάτι, αυτό -κατά τη γνώμη μου- είναι ίσως το μεγαλύτερο success story αυτής της κυβέρνησης. Η ικανότητα αξιοποίησης της δύναμης της τεχνολογίας για την απλούστευση των συναλλαγών μεταξύ των πολιτών, των επιχειρήσεων και του κράτους.

Η Ελλάδα ήταν διαβόητη για την έγχαρτη γραφειοκρατία της. Είμαι σίγουρος πως κάποιοι από εσάς στην Ιαπωνία μπορείτε να το καταλάβετε. Καταφέραμε, όμως, να ψηφιοποιήσουμε περισσότερες από 1.000 διαδικασίες και υπηρεσίες, γεγονός που σημαίνει ότι μπορεί κανείς απρόσκοπτα να συναλλάσσεται με το κράτος μέσω της εφαρμογής gov.gr.

Αυτό γλίτωσε τους πολίτες από, κυριολεκτικά, εκατοντάδες ώρες αναμονής σε ουρές, από αχρείαστη ταλαιπωρία, ενώ παράλληλα αντιμετωπίστηκαν και περιστατικα διαφθοράς στις καθημερινές συναλλαγές, που είναι ένα ενδημικό φαινόμενο όταν παρεμβάλλεται περιττή και πλεονάζουσα γραφειοκρατία.

Ο ψηφιακός μετασχηματισμός έχει οδηγήσει και στην ανάδυση ενός ακμάζοντος οικοσυστήματος τεχνολογικών εταιρειών, το οποίο δεν στοχεύει μόνο να εξυπηρετήσει την ελληνική αγορά, αλλά δραστηριοποιείται σε ευρωπαϊκό και σε παγκόσμιο επίπεδο. Αυτό είναι πολύ ενθαρρυντικό για εμάς.

Βλέποντας, λοιπόν, τις διεθνείς αξιολογήσεις μας δίνει κάποια ικανοποίηση το γεγονός ότι ο «Economist» μας τοποθέτησε στην κορυφή της λίστας με τις χώρες που σημείωσαν τη σημαντικότερη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος. Αυτό δεν είναι κάτι που θα περίμενε κανείς πριν από τρία χρόνια. Είναι όμως πολύ ενθαρρυντικό να το βλέπουμε και να έχουμε τη «σφραγίδα» ενός σημαντικού διεθνούς μέσου.

Αυτή η μετάβαση σε μια νέα οικονομική πραγματικότητα επιβεβαιώθηκε επίσης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία έλαβε την ιστορική απόφαση τον περασμένο Αύγουστο να θέσει τέλος σε αυτό που αποκαλούμε καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας, στο οποίο η Ελλάδα υπαγόταν για περισσότερα από τέσσερα χρόνια. Πλέον, είμαστε ουσιαστικά απαλλαγμένοι από την αυστηρή ευρωπαϊκή εποπτεία.

Και ναι, ορθώς επισημάνατε πως αποπληρώσαμε τα δάνειά μας προς το ΔΝΤ νωρίτερα από ό,τι προβλέπαμε. Πρόκειται για μία σημαντική συμβολική χειρονομία, διότι το ΔΝΤ έχει συνδεθεί στην Ελλάδα με μία πολύ «βαριά» εποπτεία, η οποία πραγματικά έσπρωξε τη χώρα -μερικές φορές, θα έλεγα, αδικαιολόγητα σκληρά- σε έναν φαύλο κύκλο λιτότητας, από τον οποίο μόλις εξερχόμαστε.

Πρέπει να επισημάνω ότι αυτές οι οικονομικές επιδόσεις επιτεύχθηκαν χωρίς να τεθεί σε κίνδυνο η «υγεία» των δημόσιων οικονομικών. Αυτό για εμάς είναι ιδιαίτερα σημαντικό, επειδή στην αρχή αυτής της κρίσης είχαμε υψηλή αναλογία χρέους-ΑΕΠ. Το χρέος μειώνεται με εξαιρετικά γρήγορο ρυθμό. Πρόκειται για την ταχύτερη μείωση του χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ σε σύγκριση με οποιαδήποτε άλλη χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Ταυτόχρονα, όμως, αλλάζουμε τον «ιστό» της οικονομίας. Ο στόχος μας ήταν πάντα να κάνουμε την Ελλάδα μια πιο ανοιχτή και εξωστρεφή οικονομία, περισσότερο επικεντρωμένη στις εξαγωγές, στην καινοτομία. Καταφέραμε να το πετύχουμε αυτό. Σήμερα οι εξαγωγές αντιστοιχούν σε παραπάνω από το 40% του ΑΕΠ μας. Πρόκειται για εξαγωγές αγαθών αλλά και υπηρεσιών. Άρα δεν είναι μόνο ο τουρισμός και η ναυτιλία, αλλά και οι εξαγωγές αγαθών. Αυτό σημαίνει πως οι ελληνικές επιχειρήσεις γίνονται πιο εξωστρεφείς και επιδιώκουν να εξυπηρετήσουν περιφερειακές αλλά και παγκόσμιες αγορές.

Παράλληλα, αν εξετάσουμε την εισροή άμεσων ξένων επενδύσεων στη χώρα, το 2021 ήταν χρονιά που καταγράφηκε ιστορικό υψηλό, το 2022 ήταν επίσης χρονιά με ρεκόρ. Ελπίζουμε ότι και το 2023 θα έχουμε νέο ρεκόρ.

Έχουμε δει να εκδηλώνεται σημαντικό ενδιαφέρον από ξένες εταιρείες για επενδύσεις στην Ελλάδα. Επιτρέψτε μου να σας δώσω μερικά παραδείγματα: Όλες οι μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας, ξεκινώντας από τη Microsoft, στη συνέχεια η Amazon, η Google, η Digital Realty, όλες δημιουργούν μεγάλα data centers στην Ελλάδα και επενδύουν στο πεδίο της τεχνολογίας.

Η Pfizer έχει δημιουργήσει ένα μεγάλο κέντρο τεχνητής νοημοσύνης στη Θεσσαλονίκη. Η GIC, από τη Σιγκαπούρη, επένδυσε σε μία από τις κορυφαίες ελληνικές ξενοδοχειακές επιχειρήσεις. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη συναλλαγή στον ευρωπαϊκό ξενοδοχειακό τομέα που πραγματοποιήθηκε το 2022.

Θα έλεγα, λοιπόν, ότι παρά τις αντιξοότητες σε παγκόσμιο επίπεδο -και υπάρχουν πολλές- η Ελλάδα βρίσκεται σε καλή θέση, στην πορεία για βιώσιμη ανάπτυξη. Σαφώς έχουμε ξεπεράσει τις προσδοκίες. Και, παράλληλα με όλα τα πιο ισχυρά οικονομικά στοιχεία, ίσως το πιο σημαντικό για μένα είναι ότι η ανάκαμψη συνοδεύτηκε από τη δημιουργία πολλών θέσεων εργασίας. Όταν αναλάβαμε την εξουσία, η ανεργία ήταν στο 17%. Τώρα βρίσκεται στο 11%. Εκτιμώ ότι πολύ σύντομα το ποσοστό θα είναι μονοψήφιο.

Πολλές από τις θέσεις εργασίας που δημιουργήσαμε είναι για νέους ανθρώπους, πολύ περισσότερες είναι για γυναίκες. Έτσι, αυξήσαμε τη συμμετοχή των γυναικών στο εργατικό δυναμικό. Και δεν υπάρχει καλύτερη κοινωνική πολιτική, πιο δίκαιη κοινωνική πολιτική από τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Στο τέλος της ημέρας, οι άνεργοι είναι αυτοί που συνήθως αντιμετωπίζουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο φτώχειας. Πάντα έδινα και θα συνεχίσω να δίνω έμφαση στη δημιουργία θέσεων εργασίας, διασφαλίζοντας πως αυτές οι θέσεις είναι καλά αμειβόμενες.

Αν τα πρώτα τέσσερα χρόνια δόθηκε έμφαση στη μείωση των φόρων, τα επόμενα τέσσερα χρόνια -εφόσον ο λαός μάς εμπιστευτεί ξανά- θα επικεντρωθούν στην αύξηση των μισθών. Γνωρίζω πως αυτή η συζήτηση είναι σε εξέλιξη και εδώ στην Ιαπωνία, αλλά είναι μια σημαντική συζήτηση. Καθώς η οικονομία αναπτύσσεται, καθώς οι επιχειρήσεις θα καταγράφουν καλύτερες επιδόσεις, είναι σημαντικό να διασφαλίσουμε πως και οι εργαζόμενοι -και όχι μόνο οι μέτοχοι και οι εργοδότες- θα επωφεληθούν. Πραγματικά επιμένω σε αυτό. Και θα φροντίσουμε να έχουμε τις κατάλληλες πολιτικές για να δώσουμε και στις επιχειρήσεις τα κίνητρα να κινηθούν προς αυτή την κατεύθυνση.

Πιστεύω ότι σε περιόδους κρίσης πρέπει να είσαι ριζοσπαστικός αλλά και πρακτικός. Ηγούμαι μιας κεντροδεξιάς κυβέρνησης αλλά πιστεύω πως καταφέραμε να είμαστε αρκετά φιλελεύθεροι στις οικονομικές μας πολιτικές και αρκετά προοδευτικοί στις κοινωνικές μας πολιτικές, χωρίς να θέτουμε σε κίνδυνο την ανάγκη ενίσχυσης της εθνικής μας ασφάλειας. Και πιστεύω ότι δεν υπάρχουν εγγενείς αντιφάσεις, ιδεολογικές αντιφάσεις, στο να είμαστε σε θέση να εφαρμόσουμε αυτές τις πολιτικές.

Η δημόσια πολιτική συχνά αφορά την εξεύρεση καινοτόμων λύσεων σε νέα προβλήματα. Για παράδειγμα, πώς αντιμετωπίζεις το γεγονός ότι σε μια ενεργειακή κρίση υπάρχουν πολλές ενεργειακές εταιρείες που έχουν υπερκέρδη; Πώς θα τις φορολογήσεις; Πώς χρησιμοποιείς τα έσοδα; Αποφασίσαμε να βάλουμε σε ευρωπαϊκό επίπεδο -το εφαρμόζουμε και στην Ελλάδα- έναν έκτακτο φόρο στα διυλιστήριά μας που είχαν πολύ μεγάλα κέρδη ως αποτέλεσμα των διακυμάνσεων στην αγορά πετρελαίου το 2022.

Χρησιμοποιούμε αυτά τα κέρδη από τα δύο διυλιστήρια για να παράσχουμε έκτακτη στήριξη στα νοικοκυριά για τις αγορές στα σούπερ μάρκετ. Ουσιαστικά θα τους δώσουμε μια «κάρτα αγορών» για να τους βοηθήσουμε να αντιμετωπίσουν το ζήτημα του κόστους ζωής. Πρόκειται για ένα εφάπαξ μέτρο, διότι ο φόρος είναι επίσης εφάπαξ. Επομένως, αυτά τα δύο μέτρα είναι σε μεγάλο βαθμό ευθυγραμμισμένα.

Επιτρέψτε μου λοιπόν να θέσω το ερώτημα: ποια είναι η θέση της Ελλάδας στον κόσμο σήμερα; Η Ελλάδα είναι η παλαιότερη κοινοβουλευτική δημοκρατία στη Νοτιοανατολική Ευρώπη και την Ανατολική Μεσόγειο. Είναι πλήρως ενσωματωμένη στη Δυτική κοινότητα. Είμαστε μέλη του ΝΑΤΟ από το 1952. Ενταχθήκαμε στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, η οποία έχει εξελιχθεί σήμερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το 1981. Είμαστε μέρος της ευρωζώνης. Είμαστε μέλη της ζώνης Σένγκεν για την ελεύθερη μετακίνηση των πολιτών. Αλλά επίσης είμαστε ενεργοί παράγοντες στα Δυτικά Βαλκάνια και φιλοδοξούμε να διαδραματίσουμε ηγετικό ρόλο στην περιοχή μας. Είμαστε πολύ κοντά στη Μέση Ανατολή, κοντά στη Βόρεια Αφρική. Βρισκόμαστε κυριολεκτικά στο «σταυροδρόμι» τριών ηπείρων. Είναι ένα πλεονέκτημα. Προσπαθούμε να το αξιοποιήσουμε κατάλληλα.

Και βέβαια, στη δική μας περιοχή του κόσμου είχαμε επίσης να αντιμετωπίσουμε αυτό που πολλοί από εμάς θεωρούσαν αδιανόητο: έναν πόλεμο στην Ευρώπη που, θα έλεγα, άλλαξε τα πάντα. Έχει αλλάξει την παγκόσμια γεωπολιτική. Πιστεύω ότι έφερε επίσης την Ιαπωνία πιο κοντά στην Ευρώπη. Η Ιαπωνία ήταν πάντα κοντά στις ΗΠΑ, η Ευρώπη ήταν κοντά στις ΗΠΑ, εκτιμώ όμως ότι είναι μια καλή ευκαιρία να έρθει η Ιαπωνία πιο κοντά στην Ευρώπη και η Ευρώπη πιο κοντά στην Ιαπωνία. Όχι μόνο για οικονομικούς αλλά και για γεωπολιτικούς λόγους.

Ο πόλεμος, όπως σας είπα, ήρθε μετά από πολλές άλλες κρίσεις που είχαμε να αντιμετωπίσουμε.

Στην πολιτική επιστήμη χρησιμοποιούμε συχνά τον όρο «πολυκρίση». Αυτό ακριβώς έχουμε να αντιμετωπίσουμε σήμερα. Ας ελπίσουμε ότι κάποια στιγμή θα μπορέσουμε να πλεύσουμε σε πιο ήρεμα νερά. Αλλά προς το παρόν εμείς, οι πολιτικοί και οι υπεύθυνοι για τη χάραξη πολιτικής, πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι για αυτό το εξαιρετικά περίπλοκο διεθνές περιβάλλον.

Όταν βρεθήκαμε αντιμέτωποι με τον πόλεμο στην Ουκρανία, για εμάς δεν υπήρχε καμία αμφιβολία ότι έπρεπε να υποστηρίξουμε πλήρως την Ουκρανία στον αγώνα της για ανεξαρτησία. Νομίζω ότι πολλοί, ιδίως η Ρωσία, εξεπλάγησαν από την ενότητα που επέδειξε η Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και από την ενότητα των ελεύθερων δημοκρατιών του κόσμου στην υποστήριξη της Ουκρανίας.

Αυτό ήταν ιδιαίτερα σημαντικό για εμάς, όχι απλώς επειδή έχουμε την ηθική υποχρέωση να στηρίξουμε την Ουκρανία, αλλά θα έλεγα για δύο επιπλέον λόγους: ο ένας από αυτούς δεν είναι πολύ γνωστός, έχουμε μια πολύ δυναμική ελληνική κοινότητα στις περιοχές της Μαριούπολης και της Οδησσού. Η Μαριούπολη, όπως γνωρίζετε, ήταν μία από τις πόλεις που χτυπήθηκαν πρώτες από τη ρωσική εισβολή.

Ταυτόχρονα, στη δική μας γειτονιά, έχουμε να αντιμετωπίσουμε έναν δύσκολο γείτονα -και αναφέρομαι στην Τουρκία. Και θέλουμε να διασφαλίσουμε ότι σε καμία περίπτωση δεν θα επιτρέψουμε, να δημιουργηθεί ένα προηγούμενο ότι τα σύνορα μπορούν να αλλάξουν με τη βία και ότι δεν θα υπάρχει σεβασμός στο Διεθνές Δίκαιο. Έχουμε λοιπόν έναν πρόσθετο λόγο για να είμαστε πολύ υποστηρικτικοί προς την Ουκρανία στη μάχη που δίνει για να διασφαλίσει ότι θα παραμείνει ένα ανεξάρτητο, ελεύθερο και κυρίαρχο έθνος.

Ωστόσο, είναι ενδιαφέρον ότι κάθε κρίση παρουσιάζει ευκαιρίες. Και αυτή η κρίση, η οποία ανέδειξε την εξάρτηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης από το ρωσικό φυσικό αέριο, προσέφερε μία ευκαιρία στη χώρα μου να επανατοποθετηθεί στον περιφερειακό, τον ευρωπαϊκό αλλά και τον παγκόσμιο ενεργειακό χάρτη.

Πώς τα καταφέραμε; Πρώτα απ’ όλα, φροντίζοντας να προσφέρουμε ένα εναλλακτικό σημείο εισόδου για υγροποιημένο φυσικό αέριο, όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά και την Ευρώπη. Επενδύοντας σημαντικά στις υποδομές επαναεριοποίησης στη βόρεια Ελλάδα μπορέσαμε να προμηθεύσουμε φυσικό αέριο όχι μόνο στους Έλληνες καταναλωτές και στις ελληνικές επιχειρήσεις, αλλά και σε πολλούς από τους εταίρους μας στα Βαλκάνια. Και είναι δέσμευσή μου να διασφαλίσω ότι θα είμαστε πάροχος ενεργειακής ασφάλειας για τους γείτονές μας.

Παράλληλα, έχουμε όλο και μεγαλύτερο ρόλο σε ό,τι αφορά τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας. Όπως σας είπα στην εισαγωγή μου, είμαστε και θέλουμε να παραμείνουμε ηγετική δύναμη και να ενισχύσουμε ακόμη περισσότερο τη θέση μας στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας. Έχουμε 10 GW εγκατεστημένη ισχύ αιολικής και ηλιακής ενέργειας και άλλα 3 GW υδροηλεκτρικής ενέργειας. Θέλουμε να φτάσουμε τα 25 GW μέχρι το 2030.

Θέλουμε να είμαστε σε θέση να εξάγουμε πράσινη ενέργεια και έχουμε αρκετό επενδυτικό ενδιαφέρον για να είμαστε σίγουροι ότι θα μπορέσουμε να επιτύχουμε αυτόν τον στόχο. Και φυσικά να αναπτύξουμε εντελώς νέες βιομηχανίες, όπως η υπεράκτια αιολική ενέργεια, η οποία θα παρέχει σε 10-15 χρόνια το μεγαλύτερο μέρος της ενέργειας που παράγεται από τα αιολικά πάρκα, απλώς και μόνο επειδή μπορούν να τοποθετηθούν πολύ μεγαλύτερες ανεμογεννήτριες στη θάλασσα και επειδή οι ροές του ανέμου στη θάλασσα είναι πράγματι πιο σταθερές και πιο προβλέψιμες από ό,τι στην ξηρά.

Αυτή είναι λοιπόν μια μικρή περίληψη του τι έχουμε επιτύχει και πώς καταφέραμε να αντιμετωπίσουμε κρίσεις και να τις μετατρέψουμε σε ευκαιρίες.

Θέλω να σάς αφήσω με ένα θετικό μήνυμα προτού περάσουμε σε ερωτήσεις που μπορεί να έχετε. Αν έχουμε χρόνο να τις απαντήσουμε, θα χαρώ πολύ να το κάνω: ιστορίες αλλαγής σελίδας μπορούν πράγματι να συμβούν. Υπάρχουν ορισμένες συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Πιστεύω ότι χρειαζόμαστε σταθερή και ικανή ηγεσία, αλλά χρειάζεται επίσης η απαραίτητη κοινωνική συναίνεση.

Το αξιοσημείωτο με την Ελλάδα είναι ότι πολλές από τις δύσκολες μεταρρυθμίσεις που εφαρμόσαμε δεν αποδείχθηκαν τόσο δύσκολες τελικά. Σκεφτόμασταν με όρους του τι ήταν δύσκολο πριν από πέντε ή δέκα χρόνια, αλλά η ελληνική κοινωνία έχει ωριμάσει πολύ. Για παράδειγμα, έννοιες όπως οι ιδιωτικοποιήσεις ή το κεφαλαιοποιητικό σύστημα στις επικουρικές συντάξεις ήταν ανάθεμα πριν από 5 ή 10 χρόνια. Αυτό δεν ισχύει πλέον. Όταν μιλάμε στους νέους μας και τους λέμε «κοιτάξτε, θέλουμε να ανοίξουμε τα πανεπιστήμια σε συνεργασίες με τον ιδιωτικό τομέα» -κάτι που είναι αυτονόητο για κάθε κορυφαίο πανεπιστήμιο, αλλά εξακολουθούσε να θεωρείται κάτι «κακό» στην Ελλάδα- ξαφνικά υπάρχει πολύ μεγαλύτερη αποδοχή, επειδή οι περισσότεροι καταλαβαίνουν ότι αν ο κόσμος αλλάζει, πρέπει και εμείς να αλλάζουμε και να προσαρμοζόμαστε.

Όλες αυτές οι αλλαγές που εφαρμόσαμε δεν θα είχαν γίνει, εκτιμώ, αν δεν ήμασταν σε θέση να εξηγήσουμε γιατί είναι σημαντικές και να βεβαιωθούμε ότι έχουμε αρκετή υποστήριξη για να τις προωθήσουμε. Και ελπίζω ότι οι ιαπωνικές εταιρείες, οι Ιάπωνες επενδυτές θα μπορέσουν επίσης να επωφεληθούν από αυτή την ελληνική ιστορία ανάπτυξης.

Θα αναχωρήσω από την Ιαπωνία πολύ αισιόδοξος, όπως σας είπα, για το επίπεδο των σχέσεών μας. Πιστεύω ότι εξηγήσαμε όσο καλύτερα μπορούσαμε σε ανθρώπους που μπορεί να μην είναι τόσο ενημερωμένοι για το τι συμβαίνει στη δική μας «γωνιά» του κόσμου γιατί η Ελλάδα αποτελεί μια ενδιαφέρουσα ιστορία αλλαγής σελίδας. Οι επενδυτές συχνά κινούνται αντίθετα στο ρεύμα, δεν αναζητούν απαραίτητα τους πιο προβλέψιμους επενδυτικούς προορισμούς. Και είμαι απόλυτα βέβαιος ότι κάτι πραγματικά καλό θα προκύψει από αυτό το ταξίδι.

Για όσους είναι φοιτητές της δημόσιας πολιτικής, όπως πολλοί από εσάς σε αυτή την αίθουσα -και επίσης για τους φοιτητές του αύριο- οι επιτυχίες μας, οι αποτυχίες μας, αυτή η ελληνική ιστορία, παρέχει ένα πολύ ενδιαφέρον παράδειγμα προς μελέτη θα έλεγα, μια ενδιαφέρουσα περίπτωση για το τι πραγματικά σημαίνει δημόσια πολιτική στην πράξη. Χαίρομαι πάντα όταν έχω την ευκαιρία να μιλήσω για την εμπειρία μας, όπως σήμερα, στο υψηλού κύρους πανεπιστήμιό σας.

Ευχαριστώ πολύ για την προσοχή σας.