Χαιρετισμός του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στην εκδήλωση για την παρουσίαση του βιβλίου του Διευθυντή του Γραφείου Τύπου του Πρωθυπουργού, Δημήτρη Τσιόδρα, με τίτλο «Ευρωπαϊκή Ενοποίηση. Οι περιπέτειες ενός οράματος»

Αξιότιμες κυρίες και κύριοι Επίτροποι, αγαπητοί συνάδελφοι στην κυβέρνηση και στη Βουλή, αγαπητέ Δημήτρη, κύριε εκδότα, φίλες και φίλοι προσκεκλημένοι,

Χαίρομαι ιδιαίτερα που βρίσκομαι σήμερα μαζί σας στην παρουσίαση του βιβλίου του συνεργάτη μου, του Δημήτρη Τσιόδρα, για την «Ευρωπαϊκή Ενοποίηση και την Περιπέτεια ενός Οράματος», όπως εύγλωττα μας προϊδεάζει και ο τίτλος του.

Θέλω να συγχαρώ τον Δημήτρη για τη δημοφιλία του, ειδικά αν κρίνω από τον αριθμό των Υπουργών και Υφυπουργών που βρίσκονται σήμερα εδώ -είναι σίγουρα πολύ περισσότεροι απ’ ό,τι βρίσκονται στις δικές μου ομιλίες στη Βουλή.

Και αυτό σίγουρα οφείλεται στο γεγονός ότι ο Δημήτρης, ως πάντα ευρωπαϊστής και συγγραφέας, προτού ασχοληθεί πιο ενεργά με την πολιτική, είχε πάντα ένα έντονο ενδιαφέρον για τα ευρωπαϊκά ζητήματα.

Θέλω να τονίσω ότι δεν ανακάλυψε τώρα την Ευρωπαϊκή Ένωση και πράγματι έχει γράψει ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο, το οποίο διατρέχει όλη αυτή την δαιδαλώδη διαδρομή του εγχειρήματος της ευρωπαϊκής συμπόρευσης από τα τέλη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν γεννήθηκε η ιδέα της ευρωπαϊκής ενοποίησης, μέχρι τις ημέρες μας.

Είναι σίγουρα μια διαδρομή με πολλές στροφές, με πολλά εμπόδια αλλά και με πολλούς προωθητικούς συμβιβασμούς, οι οποίοι μας ένωσαν περισσότερο, δημιουργώντας όχι απλά μια ενιαία αγορά και ένα πεδίο διακρατικής συνεργασίας, αλλά δημιουργώντας κυρίως -και αυτό δεν πρέπει να το ξεχνάμε καθώς έχουμε και ευρωεκλογές μπροστά μας- μια ευρωπαϊκή κοινότητα αξιών που εξασφαλίζει την ειρήνη και τη δημοκρατία, μετατρέποντας τους διακρατικούς ανταγωνισμούς, που τόσο πλήγωσαν ιστορικά την ήπειρό μας, σε κινητήριες δυνάμεις προόδου, αντί για «φυτίλια» καταστροφικών συγκρούσεων.

Και όποιος έχει ασχοληθεί λίγο με την ευρωπαϊκή ιστορία, γνωρίζει ότι αυτά είναι επιτεύγματα καθόλου αυτονόητα και καθόλου δεδομένα. Αρκεί να ανατρέξει κανείς λίγο στην Ιστορία για να το διαπιστώσει ή απλά να δει τις εξελίξεις των τελευταίων ετών και να αναλογιστεί πόσο δυσκολότερα θα ήταν τα πράγματα, ακόμα και για τα ισχυρότερα κράτη, πόσο πιο δύσκολα θα ήταν να αντιμετώπιζαν μόνα τους τα προβλήματα τα οποία σε μεγάλο βαθμό ζήσαμε και ζούμε ακόμα.

Η πανδημία, το μεταναστευτικό, η ρωσική επιθετικότητα, οι φυσικές καταστροφές από την κλιματική κρίση, ο τραγικός οικονομικός αντίκτυπος της πανδημίας, ναι, απέδειξε η Ευρωπαϊκή Ένωση πολλές φορές -το απέδειξε ειδικά τα τελευταία τέσσερα χρόνια- ότι μαζί μπορούμε καλύτερα. Ότι ως σύνολο είμαστε ισχυρότεροι από το άθροισμα των μερών μας και ότι παρά τις διαφορετικές προσεγγίσεις, παρά τις οποίες αποκλίσεις, παρά τις καθυστερήσεις, παρά τους συμβιβασμούς, η ευρωπαϊκή οικογένεια είναι σήμερα διπλά αναγκαία. Είναι αναγκαία ως ένα δίχτυ ασφάλειας των πολιτών, αλλά και ως ένας κοινός δρόμος για την πρόοδο όλων των κρατών-μελών.

Είναι κάτι το οποίο διέβλεψε πολύ νωρίς η παράταξη της οποίας έχω την τιμή να ηγούμαι. Η μεγάλη μας Νέα Δημοκρατία και ο ιδρυτής της, Κωνσταντίνος Καραμανλής, τοποθετώντας τη χώρα πολιτικά, αμυντικά, οικονομικά, πολιτιστικά στην Ευρώπη.

Είναι ένας δρόμος στον οποίον η παράταξή μας έμεινε πάντα πιστή, κρατώντας την πατρίδα μας σε αυτόν τον δρόμο ακόμα και όταν κινδύνευσε να τον χάσει από ολέθριες πολιτικές επιλογές. Και στον οποίον ευρωπαϊκό δρόμο βαδίζει και σήμερα, μάλιστα πια στις πρώτες θέσεις και όχι ουραγός στην οικονομική ανάπτυξη. Έχουμε γίνει πια πρωταγωνιστής στον σκληρό πυρήνα της Ένωσης. Η χώρα μας ήταν αυτή που τα τελευταία χρόνια εισηγήθηκε λύσεις σε κοινές προκλήσεις, οι οποίες κατέληξαν σε πρακτικές συγκλίσεις: από την άμυνα στον Covid, το ψηφιακό πιστοποιητικό, τη δημιουργία του Ταμείου Ανάκαμψης, τον ενεργειακό εφοδιασμό.

Και ας μην ξεχνάμε ότι αυτή η κυβέρνηση, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, σε μια πολύ δύσκολη πενθήμερη διαπραγμάτευση -κάποιοι από εμάς τη θυμούνται πολύ καλά- το καλοκαίρι του 2020 έφερε στην πατρίδα μας πρόσθετους πόρους τελικού ύψους 36 δισεκατομμυρίων ευρώ, για την παραγωγική ανασυγκρότηση του τόπου μετά την επίθεση του Covid.

Αυτή η κυβέρνηση με τον αγώνα που έδωσε στα ευρωπαϊκά φόρα κατάφερε και καθιέρωσε και επίσημα τα εθνικά μας σύνορα ως ευρωπαϊκά. Αλλάζοντας σταδιακά την προσέγγιση όλης της Ευρώπης στο ζήτημα της διαχείρισης του μεταναστευτικού, αναγνωρίζοντας πια και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αλλά και τα κράτη-μέλη ότι δεν νοείται συνεκτική μεταναστευτική πολιτική χωρίς αποτελεσματική φύλαξη των εξωτερικών συνόρων της Ένωσης.

Αυτή η κυβέρνηση με ισχυρές συμμαχίες και διακρατικά σχήματα θωράκισε την άμυνα της πατρίδας μας προωθώντας με αυτόν τον τρόπο και την ίδια τη στρατηγική αυτονομία της Ευρώπης συνολικά.

Και όχι μόνο, γιατί με αφορμή τις τελευταίες αγροτικές κινητοποιήσεις αξίζει να θυμηθούμε κάτι το οποίο δεν το τονίζουμε αρκετά: ότι αυτή η κυβέρνηση κατάφερε και διατήρησε στην πατρίδα μας τους ίδιους πόρους από την Κοινή Αγροτική Πολιτική όταν αυτοί μειώθηκαν για άλλες χώρες. Θυμάμαι, προσωπικά έκανα αυτή την διαπραγμάτευση.

Και αξίζει να θυμίσουμε επίσης, επειδή οι ευρωεκλογές έχουν και μια ευρωπαϊκή διάσταση και επειδή η Νέα Δημοκρατία είναι πρωταγωνίστρια στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, ότι ήταν το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα το οποίο κατάφερε και έβαλε κάποιους φραγμούς σε ενίοτε υπερβολικές απαιτήσεις και προτάσεις των Σοσιαλιστών και των Πρασίνων. Ποιες ήταν αυτές; Στο όνομα της αναζητούμενης και επιθυμητής οικολογικής μετάβασης της γεωργίας, να περιοριστούν πολύ οι εκτάσεις που καλλιεργούνται, να μειωθούν ενισχύσεις, να αυστηροποιηθούν οι τρόποι παραγωγής. Για όλα αυτά, για τα οποία σήμερα εν πολλοίς δικαιολογημένα διαμαρτύρονται οι Ευρωπαίοι αγρότες. Γιατί η πράσινη μετάβαση είναι απαραίτητη, αλλά ειδικά στον πρωτογενή τομέα πρέπει να γίνει με προσοχή και με μέτρο.

Οι κυματισμοί της συγκυρίας, άλλωστε, πολιορκούν τα κράτη-μέλη σε πολλά διαφορετικά πεδία. H διεθνής ακρίβεια κάνει επιτακτικές τις έκτακτες παρεμβάσεις αλλά ταυτόχρονα και τις μόνιμες αυξήσεις του εισοδήματος. Μία συνδυασμένη πολιτική την οποία και εμείς ακολουθούμε, ενώ ένας πόλεμος στην καρδιά της ηπείρου μας, κάτι το οποίο φάνταζε πριν από κάποια χρόνια ως τελείως αδιανόητο, αλλά και η κρίση στην Ανατολική Μεσόγειο καθιστούν προτεραιότητα πια την άμυνα και την ασφάλεια.

Την ίδια ώρα, όπως είπε στην εισαγωγή της και η κα Πελώνη, ζωντανεύουν ξανά λαϊκίστικα συνθήματα ευρωσκεπτικισμού που διαλαλούν εύκολες λύσεις σε σύνθετα, σε δύσκολα προβλήματα. Αυταρχικές συμπεριφορές που απειλούν τη δημοκρατία, που η ευρωπαϊκή μας παράδοση τη θέλει πάντα ανοιχτή και πάντα ανεκτική και συμπεριληπτική. Και βέβαια, με την έκρηξη της τεχνητής νοημοσύνης να μας καλεί πλέον στην αντιμετώπιση τελείως νέων προκλήσεων, το τοπίο της επόμενης μέρας προβλέπεται πολύ διαφορετικό από το σημερινό σε όλα τα πεδία της πολιτικής.

Συνεπώς, οι Ευρωεκλογές του Ιουνίου αποκτούν μία ξεχωριστή σημασία, όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά για την Ευρώπη συνολικά. Δεν θα κρίνουν μόνο την πολιτική σταθερότητα στο εσωτερικό της ηπείρου, μέσα σε ένα περιβάλλον εξαιρετικά ασταθές, αλλά γιατί θα κληθούν να αναδείξουν και στο Ευρωκοινοβούλιο εκείνες τις πολιτικές δυνάμεις αλλά και εκείνους του εκπροσώπους, τους νέους Ευρωβουλευτές, που θα μπορούν να συντονίσουν τα βήματά τους με αυτό το αχαρτογράφητο μέλλον.

Δεν είναι κάλπες που προσφέρονται μόνο για κομματική καταγραφή ισχύος, ούτε πολύ περισσότερο για την αποστολή ανέξοδων μηνυμάτων διαμαρτυρίας προς εσωτερική κατανάλωση. Αντίθετα, θα σηματοδοτήσουν αν η Ευρώπη πράγματι είναι σε θέση την επόμενη μέρα να επιταχύνει τους ρυθμούς της εξέλιξής της. Και αν τελικά στο Ευρωκοινοβούλιο θα διαμορφωθούν νέες συμμαχίες της κοινής λογικής, που θα μπορούν να συμφωνούν σε κοινό τόπο για την πραγματική πρόοδο της ενωμένης ηπείρου μας.

Απέναντι στις προκλήσεις αυτές, λοιπόν, ο τόπος ζητά από εμάς να δυναμώσουμε την εθνική φωνή στο κέντρο αποφάσεων της Ένωσης. Να ενισχύσουμε την παράταξη που έχει δείξει ότι και ξέρει και μπορεί να παρεμβαίνει στους ευρωπαϊκούς συσχετισμούς.

Και βέβαια, να στείλουμε στις Βρυξέλλες και στο Στρασβούργο πρόσωπα με γνώση του ρόλου τους, γειωμένα στην κοινωνία αλλά και έτοιμα να σταθούν στον απαιτητικό χώρο του Ευρωκοινοβουλίου, με δεδομένη την αφοσίωση και την εργατικότητά τους.

Από την πλευρά μας, εγώ μπορώ να διαβεβαιώσω για ένα πράγμα: εμείς ως Νέα Δημοκρατία θα μείνουμε πιστοί στην πολιτική την οποία υπηρετούμε με συνέπεια εδώ και 4,5 χρόνια, του υπεύθυνου πατριωτισμού, του κοινωνικού προοδευτισμού, αλλά και του φιλελεύθερου οικονομικού προσανατολισμού.

Με άλλα λόγια, αυτή η πολιτική του πολυδύναμου εκσυγχρονισμού που επιβεβαιώθηκε εκκωφαντικά στις κάλπες του Μαΐου και του Ιουνίου και έδωσαν στη Νέα Δημοκρατία ακόμα πιο ισχυρό ποσοστό από αυτό το οποίο είχε πάρει στις εκλογές του 2019.

Είναι μια πολιτική, δεν το έχω κρύψει, που στοχεύει στην πραγματική σύγκλιση της Ελλάδας με την Ευρώπη, αλλά και στη διατήρησή της στην καρδιά της Ευρώπης και πάντα στο κέντρο της λήψης των σημαντικών ευρωπαϊκών αποφάσεων.

Αυτές, λοιπόν, τις κατευθύνσεις για τις οποίες σας μίλησα συνοπτικά, υπηρετεί και το βιβλίο του Δημήτρη, προσφέροντας ευκαιρίες προβληματισμού, αφού η ευρωπαϊκή ενοποίηση, τα επόμενα βήματά της, η εμβάθυνση, η διεύρυνση, συζητήσεις που γνωρίζω καλά, κυρίες και κύριοι Επίτροποι, γίνονταν και επί δικών σας ημερών, αλλά τώρα αποκτούν διαφορετικά χαρακτηριστικά. Γίνονται πιο επείγοντα ως προς την απάντηση την οποία πρέπει να δώσουμε σε διαχρονικά ερωτήματα.

Από την άποψη αυτή, το βιβλίο και η σημερινή εκδήλωση θα μπορούσε να είναι μια αφορμή για την έναρξη ενός πραγματικά ποιοτικού δημοσίου διαλόγου που θα διεξάγεται παράλληλα με την πορεία μας προς τις ευρωεκλογές.

Κλείνω αυτόν τον χαιρετισμό, που είναι βέβαια μικρός για να χωρέσει τη μεγάλη εκτίμηση που τρέφω προς τον Δημήτρη. Εύχομαι το βιβλίο να είναι καλοτάξιδο και καλοτάξιδη να είναι και η πορεία του συγγραφέα στους επόμενους στόχους του. Η χώρα μας έχει ανάγκη από φρέσκες ιδέες και από ικανούς ανθρώπους να τις κάνουν πράξη.

Σας ευχαριστώ.