Κύριε Πρόεδρε, αγαπητοί συνάδελφοι, δίνω σήμερα για δεύτερη εβδομάδα το «παρών» στην Ώρα του Πρωθυπουργού και αυτό όχι μόνο από κοινοβουλευτική συνέπεια, γιατί πράγματι πιστεύω πολύ σε αυτόν τον θεσμό, αλλά γιατί πιστεύω ότι, μετά τα αγροτικά ζητήματα τα οποία συζητήσαμε την προηγούμενη Παρασκευή, έχουμε πράγματι σήμερα μία ευκαιρία να συζητήσουμε -και γιατί όχι να συνδιαμορφώσουμε και έναν κοινό τόπο- για ένα πολύ σημαντικό στοίχημα, αυτό της στέγης.
Και θα ήθελα εξαρχής να ευχαριστήσω τον Πρόεδρο της Κοινοβουλευτικής Ομάδος του ΠΑΣΟΚ για την ερώτηση την οποία κατέθεσε και να πω ότι σε μεγάλο βαθμό συμφωνώ στη διάγνωση του προβλήματος.
Πράγματι, σήμερα η χώρα μας αντιμετωπίζει -για πρώτη φορά ίσως εδώ και πολλές δεκαετίες- ένα μεγάλο πρόβλημα στέγασης, το οποίο αναγκάζει πολλούς νέους να συγκατοικούν με τους γονείς τους έως τα 30 και τα 35 χρόνια, προκαλώντας πολλά δευτερογενή προβλήματα, εμποδίζοντας έτσι να γίνουν καινούργιες οικογένειες και μπλοκάροντας και την καθημερινότητα των νέων ζευγαριών που θέλουν να ξεκινήσουν τη ζωή τους.
Ταυτόχρονα, το πρόβλημα αυτό εκδηλώνεται και σε άλλα διαφορετικά επίπεδα τα οποία δεν θίξατε αλλά νομίζω ότι αξίζει να τα αναφέρουμε, ειδικά σε περιοχές όπου υπάρχει μεγάλη πίεση λόγω της τουριστικής ανάπτυξης. Δημόσιοι λειτουργοί, για παράδειγμα, δυσκολεύονται πολύ να βρουν σπίτι για να μπορέσουν να στεγαστούν.
Και το αποτέλεσμα είναι ότι πολλές φορές πολίτες της περιφέρειας δεν έχουν τους γιατρούς, τους εκπαιδευτικούς που χρειάζονται. Τοπικές επιχειρήσεις πρέπει να καλύψουν ανάγκες σε εργατικό δυναμικό και αυτές δυσκολεύονται πολύ συχνά να εξασφαλίσουν στέγη, αναστέλλοντας έτσι την ανάπτυξη που θα είχαν υπό άλλες προϋποθέσεις.
Και πράγματι, τα τελευταία χρόνια -και θα επανέλθω στο ζήτημα αυτό γιατί νομίζω ότι είναι κρίσιμο- οι βραχυχρόνιες μισθώσεις, ένας θεσμός ο οποίος έχει σε μεγάλο βαθμό τονώσει την αγορά των ακινήτων, ταυτόχρονα όμως έχει και το ανάποδο αποτέλεσμα, να περιορίζει περισσότερο τον αριθμό των διαθέσιμων διαμερισμάτων και σπιτιών, ακινήτων για μακροχρόνια μίσθωση. Η ζήτηση αυξάνεται και η προσφορά για μακροχρόνια μίσθωση μειώνεται.
Και βέβαια το ύψος των μισθωμάτων, σωστά είναι τα νούμερα τα οποία αναφέρατε κ. Ανδρουλάκη: έχουν αυξηθεί σημαντικά κατά 40% σε σχέση με το 2018. Είναι η άλλη όψη του προβλήματος το οποίο αντιμετωπίζαμε πριν από μια δεκαετία, αυτό της πλήρους κατάρρευσης της αξίας της αγοράς ακινήτων με καταστροφικές συνέπειες και για τους ιδιοκτήτες. Σίγουρα καλό για αυτούς οι οποίοι νοικιάζουν σπίτι, αλλά βαθιά προβληματικό για τους ίδιους τους ιδιοκτήτες.
Και βέβαια θέλω να θυμίσω, κ. Ανδρουλάκη, ότι πράγματι η αύξηση στις τιμές των ακινήτων είναι σημαντική τα τελευταία χρόνια, ας θυμηθούμε όμως και το σημείο αφετηρίας από το οποίο ξεκινήσαμε ως αποτέλεσμα της υπερδεκαετούς κρίσης.
Τα ακίνητα σήμερα έχουν αυξηθεί σημαντικά και αυτό είναι και μία ένδειξη, όπως είπατε, ότι ο ασθενής δεν χρειάζεται πια φάρμακο. Αυτό σημαίνει ότι ο ασθενής θεραπεύτηκε και η οικονομία πηγαίνει καλά. Χαίρομαι που το αναγνωρίζετε, είναι σημαντικό αυτό να το λέμε.
Όμως, οι τιμές των ακινήτων ακόμα δεν έχουν φτάσει στο σημείο που βρίσκονταν το 2007-2008, είναι κάτω από αυτό το επίπεδο. Έχουν αυξηθεί σημαντικά από μία πολύ χαμηλή βάση.
Δύσκολα, λοιπόν, μπορούμε να διαφωνήσουμε στις διαπιστώσεις γύρω από αυτή την αλυσίδα ανόδου των ενοικίων, όμως η αντιμετώπιση ενός σύνθετου προβλήματος δεν είναι το ίδιο άκοπη και σίγουρα δεν είναι και το ίδιο απλή. Πολύ περισσότερο όταν το πρόβλημα δεν είναι μόνο ελληνικό, είναι πανευρωπαϊκό.
Στην Ελλάδα, όμως, διαρθρώνεται, θα σας έλεγα, με διαφορετικό τρόπο. Άλλο η Αυστρία, μία χώρα με μεγάλη παράδοση στη στεγαστική πολιτική για πάνω από ένα αιώνα, άλλη κουλτούρα και άλλη αντίληψη στα θέματα της στεγαστικής πολιτικής έχει η Ισπανία και η Πορτογαλία και άλλη η δομή της αγοράς ακινήτων στη χώρα μας που, όπως ξέρετε, δεν είχε ποτέ μεγάλα προγράμματα εργατικής στέγης.
Και βέβαια, εμείς προσερχόμαστε σε αυτή τη συζήτηση και με ένα σχετικό συγκριτικό πλεονέκτημα σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Και αυτό δεν είναι άλλο απ’ ότι στη χώρα μας έχουμε σχετικά ψηλά ποσοστά ιδιοκατοίκησης: επτά στους δέκα συμπολίτες μας, επτά στα δέκα νοικοκυριά μένουν στο δικό τους σπίτι και βέβαια πολλές οικογένειες διαθέτουν δεύτερο και τρίτο ακίνητο. Όμως, τρεις στους δέκα αναγκάζονται να νοικιάσουν και για αυτό βρισκόμαστε σήμερα εδώ για να συζητήσουμε πώς θα αντιμετωπίσουμε αυτό το πρόβλημα.
Και βέβαια ας μην ξεχνάμε ότι αυτό το μεγάλο μεταπολεμικό κύμα προς τα αστικά κέντρα, αυτή η θεμιτή προσδοκία της γενιάς που βγήκε από τον πόλεμο για ένα «κεραμίδι στο κεφάλι», όπως λεγόταν τότε, συγκέντρωσε σταδιακά πολλές ιδιοκτησίες στις πόλεις. Κτήρια τα οποία κατασκευάστηκαν τη δεκαετία του ’60, του ’70, του ’80, μετατράπηκαν σήμερα, δυστυχώς, σε ένα γηρασμένο στοκ ακινήτων αφού κατά περιόδους «πάγωσε» η ανοικοδόμηση.
Και βέβαια μην ξεχνάμε ότι χαμηλά έσοδα, υψηλοί φόροι στο παρελθόν οδήγησαν σε μεγάλο βαθμό ώστε τα κτήρια αυτά να μην ανακαινίζονται και πολλά τελικά να καταστούν μη κατοικήσιμα. Εκτιμούμε ότι 700.000 κτίρια, διαμερίσματα και σπίτια, μπορεί να είναι κλειστά σήμερα και να ανήκουν σε αυτή την κατηγορία. Και βέβαια τον κύκλο αυτόν, των ελληνικών ιδιαιτεροτήτων, πλαισιώνουν σήμερα και άλλες που προέκυψαν από τη σημαντική οικονομική πρόοδο της τελευταίας πενταετίας με τον τουρισμό σε κεντρικό ρόλο. Πολλά μικρά και μεσαία εισοδήματα -ναι, αλήθεια είναι- στράφηκαν απότομα προς τη βραχυχρόνια μίσθωση των ιδιοκτησιών τους, τονώνοντας έτσι σημαντικά το εισόδημά τους.
Αυτό το οποίο είπα και νομίζω ότι το παρερμηνεύσατε, κ. Ανδρουλάκη, είναι ότι σε μία οικονομία αυτό το οποίο μπορεί να είναι κόστος για κάποιον, είναι όφελος για κάποιον άλλον. Αλλά δεν είναι όφελος κατ’ ανάγκη για τους μεγάλους, είναι όφελος και για τους μικρούς ιδιοκτήτες, οι οποίοι σήμερα επιλέγουν να μισθώσουν το σπίτι τους στο Airbnb από το να κάνουν μια μακροχρόνια μίσθωση. Αυτός είναι ωφελημένος από αυτή την πολιτική, κάποιος άλλος είναι ζημιωμένος.
Θα έρθω μετά στο θέμα της Golden Visa, γιατί αλήθεια είναι ότι η Golden Visa είναι ένα μέτρο το οποίο έχει φέρει στη χώρα μας πολλά κεφάλαια, παραπάνω από 2 δισεκατομμύρια, και ένα μέτρο το οποίο όταν υλοποιήθηκε ήταν πράγματι απαραίτητο για να μπορέσει να τονωθεί η κτηματαγορά. Θα έρθω στη συνέχεια στο τι πιστεύουμε ότι πρέπει να γίνει με το ζήτημα της Golden Visa.
Και βέβαια, δύο ακόμα παράμετροι που νομίζω ότι αξίζει να αναφέρουμε, γιατί έχουν θέση σε αυτό το παζλ: η πρώτη, δυστυχώς, συνδέεται με τη συγκυρία, καθώς την ώρα που η ελληνική οικονομία έχει αλλάξει τροχιά και οι τράπεζες επιστρέφουν στον χρηματοδοτικό τους ρόλο, ο όψιμος πληθωρισμός δυστυχώς εκτίναξε και τις τιμές των οικοδομικών υλικών, καθιστώντας πιο ακριβή και την κατασκευή αλλά και την επισκευή ενός σπιτιού, αλλά φυσικά και τα επιτόκια, καθιστώντας πιο δύσκολη, πιο δυσχερή τη χορήγηση στεγαστικής πίστης.
Και βέβαια η δεύτερη παράμετρος αφορά τον στόχο της δημοσιονομικής ισορροπίας: κάθε κυβερνητική παρέμβαση δεν θα πρέπει να συνεπάγεται κόστη τα οποία να ναρκοθετούν τον κεντρικό στόχο για την παραγωγή διατηρήσιμων πρωτογενών πλεονασμάτων, κάτι στο οποίο η κυβέρνηση μας έχει δεσμευτεί και το οποίο για εμάς είναι αδιαπραγμάτευτο.
Όπως είπα, λοιπόν, μπορεί στην κορυφή το φαινόμενο να εκδηλώνεται με παρεμφερή τρόπο, όμως η δική μας αγορά ακινήτων έχει τα δικά της ειδικά χαρακτηριστικά, γι’ αυτό καλό είναι να μην υιοθετούμε κατ’ ανάγκη λύσεις copy-paste, αλλά να συνδιαμορφώνουμε -και το λέω με πραγματικά καλή διάθεση, διότι διέκρινα από την ομιλία σας έναν συναινετικό τόνο με κατάθεση συγκεκριμένων προτάσεων- να κοιτάξουμε να συνδιαμορφώσουμε λύσεις οι οποίες τελικά να είναι εφαρμόσιμες, ωφέλιμες και φυσικά σωστά κοστολογημένες και εντός των δυνατοτήτων του Κρατικού Προϋπολογισμού.
Νομίζω ότι αδικείτε την κυβέρνησή μας όταν λέτε ότι δεν έχουμε ασχοληθεί καθόλου με το ζήτημα των ακινήτων και της αύξησης των τιμών τους και της αύξησης των τιμών των ενοικίων. Καταρχάς θέλω να σας θυμίσω, επειδή όπως σας είπα κάθε νόμισμα έχει δύο όψεις, ότι η κυβέρνηση αυτή το 2019 αντιμετώπισε σε μεγάλο βαθμό το πρόβλημα της υπερφορολόγησης της ακίνητης περιουσίας, μειώνοντας τον ΕΝΦΙΑ αθροιστικά κατά 35%.
Διευκολύναμε την κινητικότητα στην αγορά, μέσω ουσιαστικά της κατάργησης του φόρου γονικών παροχών, ώστε πράγματι μέσα σε δύο χρόνια να έχουν γίνει παραπάνω από 140.000 τέτοιες μεταβιβάσεις. Και αυτό είναι καλό, όταν ένα ακίνητο μπορεί να περάσει από τους γονείς στα παιδιά, υπάρχει μεγαλύτερη δυνατότητα και συχνά μεγαλύτερη διάθεση για την αξιοποίησή του.
Και βέβαια θέλω να θυμίσω ότι δεν υπάρχει ΦΠΑ σε νεόδμητες οικοδομές από το 2020, ένα μέτρο το οποίο παρατείνεται για να μπορέσουμε να τονώσουμε και την κτηματαγορά ως προς την οικοδόμηση νέων κατοικιών.
Και βέβαια να μιλήσω λίγο πιο αναλυτικά για τα προγράμματα «Εξοικονομώ», «Εξοικονομώ-Ανακαινίζω για νέους», που ήδη τρέχουν και πριμοδοτούν τους ιδιοκτήτες να φτιάξουν και να ενοικιάσουν τα σπίτια τους ή το νέο πρόγραμμα «Ανακαινίζω-Ενοικιάζω» που επιδοτεί δαπάνες ανακαίνισης κλειστών διαμερισμάτων και το οποίο ξεκινά άμεσα το επόμενο διάστημα. Μάλιστα, έχει και ένα σημαντικό φορολογικό κίνητρο και είναι μία παρέμβαση και αυτή με την οποία μπορούν να ανοίξουν δεκάδες χιλιάδες νέες κατοικίες, ενώ μόλις πρόσφατα, προχθές για την ακρίβεια, άνοιξε ένας νέος κύκλος 110 εκατομμυρίων με ειδική στόχευση να καλυφθούν ενεργειακές αναβαθμίσεις, αποκλειστικά -το τονίζω- σε σπίτια ευάλωτων νοικοκυριών.
Και θέλω να τονίσω ότι υπάρχει έκπτωση φόρου έως 16.000 ευρώ για τα σπίτια εκείνα τα οποία ανακαινίζονται υπό την προϋπόθεση ότι οι συναλλαγές γίνονται με ψηφιακά μέσα, ώστε να μπορούμε να αντιμετωπίσουμε -και ας μην κοροϊδευόμαστε- την εκτεταμένη φοροδιαφυγή που συχνά συνοδεύει τις οικοδομικές δραστηριότητες.
Άρα, το ζήτημα του πώς θα χρησιμοποιήσουμε χρηματοδοτικά εργαλεία για να δώσουμε κίνητρα σε ιδιοκτήτες να ανακαινίσουν την κατοικία τους, είναι κάτι το οποίο μας απασχολεί και έχουμε αναπτύξει μια σειρά από πρωτοβουλίες σε αυτή την κατεύθυνση.
Σε αυτό βέβαια βοηθάει και η ίδια η αγορά, διότι καθώς οι τιμές των ενοικίων ανεβαίνουν, κάποιος ο οποίος έχει ένα κλειστό διαμέρισμα, τώρα θα το σκεφτεί δεύτερη φορά αν αξίζει τον κόπο να το κρατήσει κλειστό ή αν πρέπει να επενδύσει κάποια χρήματα, και με μία βοήθεια από το κράτος, ώστε το ακίνητο αυτό να είναι πάλι αξιοποιήσιμο.
Και βέβαια ας μιλήσουμε και για το πλαίσιο των βραχυχρόνιων μισθώσεων. Εκεί έχει ήδη γίνει μία πρώτη σημαντική πρωτοβουλία από το Υπουργείο Οικονομικών: όσοι εκμεταλλεύονται περισσότερα από τρία διαμερίσματα, όσοι δηλαδή έχουν κάνει την μακροχρόνια μίσθωση μια επιχειρηματική δραστηριότητα -δεν συζητάμε απλά για να νοικιάζεις το δικό σου σπίτι ή το δεύτερο διαμέρισμα το οποίο έχεις-, επιβαρύνονται πια με τις υποχρεώσεις μιας ξενοδοχειακής επιχείρησης.
Και βέβαια να μιλήσουμε και λίγο πιο πολύ για την Golden Visa. Ξέρετε, είναι βολικό πάντα σε κάθε σύνθετο πρόβλημα να υπάρχει ένας «κακός» τον οποίο να στοχοποιούμε. Εν προκειμένω έχετε επιλέξει ο «κακός» της αγοράς ακινήτων να είναι η Golden Visa.
Κοιτάξτε να δείτε: 7% των αγοραπωλησιών των ακινήτων τα τελευταία δύο χρόνια αφορούσαν την Golden Visa. Απλά για να ξεκαθαρίσουμε ότι δεν είναι η Golden Visa αυτή η οποία προκαλεί την αύξηση στις τιμές των ακινήτων. Ταυτόχρονα, έχει φέρει πολλά χρήματα στην πατρίδα μας. Εμείς ήδη κάναμε μια πρώτη κίνηση, κ. Ανδρουλάκη, να αυξήσουμε το όριο της Golden Visa στις 500.000 ευρώ για περιοχές υψηλής ζήτησης.
Θεωρώ ότι πρέπει να πάμε παραπέρα. Και θεωρώ πράγματι ότι ο διαχωρισμός περιοχών στην Αττική, όπου κάποιες περιοχές έχουν όριο 500.000 και κάποιες έχουν 250.000 ευρώ, σωστά επισημαίνετε ότι έχει δημιουργήσει μια μεγάλη πίεση προς τη Δυτική Αθήνα, περιοχές δηλαδή οι οποίες αυτή τη στιγμή δεν θα ήταν υπό κανονικές συνθήκες στο στόχαστρο των αγοραστών Golden Visa, με αποτέλεσμα να έχουμε αύξηση και σε αυτές τις περιοχές.
Αυτό λοιπόν το οποίο συζητούμε με τον Υπουργό Οικονομικών και πιστεύω ότι πολύ σύντομα θα είμαστε σε θέση να το ανακοινώσουμε, είναι μια περαιτέρω σημαντική αύξηση του ορίου για επενδύσεις Golden Visa που θα αφορά όλες εκείνες τις περιοχές στις οποίες υπάρχει σημαντική πίεση στα ενοίκια, και αναφέρομαι στα μεγάλα αστικά κέντρα αλλά και στα νησιά. Εκεί πράγματι το όριο θα πάει πολύ υψηλότερα, θα δούμε σε ποιο επίπεδο. Μπορεί να πάει στις 800.000 ευρώ, δηλαδή να είναι επενδύσεις που δεν είναι ανταγωνιστικές με τις επενδύσεις εκείνες οι οποίες ενδεχομένως θα αύξαναν τα ενοίκια για κάποιον ο οποίος θέλει να αγοράσει ένα διαμέρισμα.
Από την άλλη, όμως, πρέπει να συζητήσουμε αν θέλουμε -όπως το έχει κάνει, και το γνωρίζετε αυτό, η Πορτογαλία- να κρατήσουμε το χαμηλό όριο των 250.000 ευρώ για περιοχές όπου δεν υπάρχει σήμερα οικιστική πίεση. Εάν, ας πούμε, στην Πέλλα ή στην Κοζάνη δεν υπάρχει πίεση, εκεί γιατί δεν θέλουμε να δημιουργήσουμε παραπάνω ζήτηση και να κατευθυνθούν επενδύσεις της τάξης ενδεχομένως των 250.000 ευρώ σε αυτές τις περιοχές;
Άρα, για να συνοψίσω το ζήτημα της Golden Visa, πολύ σύντομα θα υπάρξει περαιτέρω παρέμβαση της κυβέρνησης στη λογική στην οποία κινείστε, όχι με πλήρη αναστολή του μέτρου, αλλά ξεκαθαρίζοντας ότι η Golden Visa αφορά επενδύσεις πολύ μεγαλύτερης κλίμακας οι οποίες δεν ανταγωνίζονται το μέσο διαμέρισμα το οποίο θα πάει να μισθώσει κάποιος.
Ακούω και την πρότασή σας -θέλω να τη συζητήσω με τον Υπουργό-, κατά πόσο όσοι έχουν ακίνητα στην Golden Visa να είναι υποχρεωμένοι να τα μισθώνουν μακροχρόνια και όχι μέσω πλατφορμών. Είναι ενδιαφέρουσα πρόταση, θα τη συζητήσουμε. Νομίζω ότι δεν θα κάνει μεγάλη διαφορά γιατί πολλά ακίνητα -όπως σας είπα, ο αριθμός δεν είναι τεράστιος- ήδη μισθώνονται σε μακροχρόνιες μισθώσεις. Όμως, είναι κάτι το οποίο το βρίσκω ενδιαφέρον και νομίζω ότι αξίζει να συζητηθεί και -γιατί όχι;- να προχωρήσουμε σε αυτή την κατεύθυνση.
Θέλω να κάνω μία ξεχωριστή μνεία στο πρόγραμμα «Σπίτι μου», διότι εκεί πιστεύω ότι συνειδητά από την αντιπολίτευση γίνεται μία προσπάθεια υποβάθμισης του συγκεκριμένου προγράμματος, το οποίο όμως μέχρι στιγμής έχει δείξει ότι έχει προκαλέσει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον από νέες οικογένειες. Έχουν εγκριθεί -ήταν λανθασμένα τα στοιχεία σας, οπότε να τα επικαιροποιήσω- 9.826 φάκελοι ύψους 1 δισεκατομμυρίου ευρώ, για 4.000 δικαιούχους έχουν ήδη εκταμιευτεί 378 εκατομμύρια και έχουν συναφθεί σχεδόν 4.600 συμβάσεις ύψους 440 εκατομμυρίων ευρώ.
Και πράγματι, είναι ένα πρόγραμμα πολύ θετικό διότι κάποιος βρίσκεται στην ευχάριστη θέση να μπορεί, ουσιαστικά παίρνοντας ένα επιδοτούμενο στεγαστικό δάνειο, να πληρώνει για το δικό του σπίτι μία μηνιαία δόση δανείου σημαντικά χαμηλότερη από όσο θα πλήρωνε εάν νοίκιαζε το συγκεκριμένο σπίτι.
Αλλά, όπως ξέρουμε καλά, είναι ένα ακριβό πρόγραμμα αυτό και αυτή τη στιγμή έχουμε φτάσει στα όρια των πόρων που έχουμε διαθέσιμους για να μπορούμε να αξιοποιήσουμε τέτοιο χρηματοδοτικό εργαλείο για ένα αντίστοιχο πρόγραμμα.
Και βέβαια θέλω να θυμίσω ότι ήδη σήμερα που μιλάμε υπάρχει στήριξη ενοικίου για πολλές κατηγορίες συμπολιτών μας. Έχουμε 46.000 φοιτητές οι οποίοι παίρνουν στεγαστικό επίδομα. Επί δικής μας κυβέρνησης αυξήσαμε το στεγαστικό επίδομα, το κάναμε μέχρι και 2.000 ευρώ για τις περιπτώσεις που φοιτητές επιλέγουν να συγκατοικήσουν. Αυτό σημαίνει ότι δύο παιδιά νέα που θα επιλέξουν να μείνουν μαζί θα πάρουν 4.000 ευρώ. Δεν είναι μικρό το ποσό, ειδικά για την περιφέρεια.
Ενώ ταυτόχρονα μέσω ΣΔΙΤ, ένα από τα πιο σημαντικά έργα ΣΔΙΤ τα οποία έχει δρομολογήσει η κυβέρνηση, προχωράμε στην κατασκευή πέντε σύγχρονων εστιών σε ισάριθμα μεγάλα πανεπιστήμια: Δυτική Αττική, Θεσσαλία, Δυτική Μακεδονία, Θράκη και Κρήτη. Σε αυτά θα μπορούν να φιλοξενούνται τα επόμενα χρόνια 8.000 φοιτητές.
Και τέλος, για να θυμηθούμε και κάτι το οποίο το ξεχνάμε συχνά στη δημόσια συζήτηση: υπάρχει σήμερα επίδομα ενοικίου, 210 ευρώ μηνιαίως, που δίνεται σε 240.000 οικογένειες. Και αυτό είναι ακόμα πιο απαραίτητο σε συνθήκες εισαγόμενης ακρίβειας και γι’ αυτό και φέτος τα σχετικά κονδύλια αυξήθηκαν στα 400 εκατομμύρια ευρώ. Και βέβαια προχωρούμε και πολιτικές αποκλειστικά για τους αστέγους, ειδικά της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, και αναφέρομαι στο πρόγραμμα «Κάλυψη» και το πρόγραμμα «Στέγαση και Εργασία για αστέγους».
Με βάση το πρώτο, 400 κατοικίες οι οποίες είχαν μισθωθεί για αλλοδαπούς οι οποίοι δικαιούνται άσυλο, διατίθενται πλέον δωρεάν για συμπολίτες μας οι οποίοι λαμβάνουν το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα για τρία χρόνια και πάνω από 150 οικογένειες έχουν στεγαστεί μέχρι στιγμής με αυτόν τον τρόπο σε ισάριθμα σπίτια. Προτεραιότητα είναι πάντα οι μονογονεϊκές οικογένειες και οι οικογένειες με πολλά παιδιά, οι πολύτεκνοι.
Το δεύτερο σχέδιο είναι πιο ολιστικό και λειτουργεί ως ένα μόνιμο εργαλείο για τη συνολική στήριξη προσώπων που δεν έχουν ούτε κατοικία, ούτε εργασία. Είχα την ευκαιρία να επισκεφτώ και άστεγους συμπολίτες μας οι οποίοι αξιοποίησαν το πρόγραμμα αυτό και είναι πολύ συγκινητικό όταν βλέπουμε ανθρώπους τους οποίους μπορούμε να τους πάρουμε από το δρόμο, να τους δώσουμε ένα σπίτι αλλά και ψυχολογική υποστήριξη, να τους βοηθήσουμε και με μία δουλειά, έτσι ώστε να μπορέσουν να ενταχθούν ξανά στην απασχόληση προκειμένου να σταθούν ξανά στα πόδια τους. Γιατί αυτή η κυβέρνηση αποδεικνύει στην πράξη ότι πρώτα και πάνω απ’ όλα στέκεται δίπλα στους πιο ευάλωτους συμπολίτες μας. Δεν υπάρχουν αόρατοι συμπολίτες μας, ούτε ξεχασμένοι, ούτε πολίτες δεύτερης κατηγορίας.
Αυτό σημαίνει ότι παραπάνω από 300.000 συμπολίτες μας, ήδη σήμερα που μιλάμε, μαζί και με το πρόγραμμα «Σπίτι μου», ωφελούνται με κάποιον τρόπο για τις ανάγκες στέγασής τους. Δεν είναι μικρός ο αριθμός αυτός.
Θα διαπιστώσετε λοιπόν και εσείς ότι δεν είναι λίγα αυτά, κ. Πρόεδρε, τα οποία έχουν γίνει με αιχμή το στεγαστικό. Και μάλιστα πολύ σύντομα θα λειτουργήσει και ένα portal στεγαστικής πολιτικής. Επειδή είναι πολλά τα προγράμματα, ο κάθε ενδιαφερόμενος θα μπορεί εύκολα να αναζητήσει και να βρει πληροφορίες για όλες τις ρυθμίσεις και για όλα τα προγράμματα για να μπορεί να ενταχθεί σε αυτά, ώστε να ξέρει εγκαίρως αν τον ενδιαφέρουν και να προετοιμάζεται ανάλογα.
Όμως, ας μην κρυβόμαστε, ένα σύνθετο πρόβλημα για να μπορέσουμε να το τιθασεύσουμε, προϋποθέτει και χρόνο και προσήλωση, προϋποθέτει ευελιξία στους χειρισμούς, αλλά προϋποθέτει και κάτι σημαντικό: προϋποθέτει συνείδηση του οικονομικού αποτυπώματος που θα αφήσει κάθε μέτρο.
Και να μην ξεχνάμε ότι η στεγαστική πολιτική είναι ένας μόνο πυλώνας της κοινωνικής πολιτικής και αυτή φυσικά είναι μέρος του γενικού οικονομικού οικοδομήματος της χώρας. Άρα, επειδή σήμερα, όπως είπατε κ. Πρόεδρε, είναι και η ημέρα της ελληνικής γλώσσας, πάνω απ’ όλα νομίζω ότι έχει αξία σε αυτή την αίθουσα να μιλάμε τη γλώσσα της αλήθειας.
Άρα, είναι λάθος ο γενικός αφορισμός ότι δεν μας ενδιαφέρει καθόλου το ζήτημα της στεγαστικής ακρίβειας. Νομίζω σας το απέδειξα με επιχειρήματα και είναι καλό -δεν ακούστηκαν από εσάς- να μην ακούγονται και απλοϊκά επιχειρήματα περί «πλαφόν στα ενοίκια», πολιτικές που αποδεδειγμένα δεν έχουν δουλέψει πουθενά και τελικά διαστρεβλώνουν πλήρως την αγορά.
Και γι΄ αυτό και επιμένω ότι όλα τα μέτρα πρέπει να είναι κοστολογημένα. Θυμάστε και το διάλογο που είχαμε προεκλογικά για το κόστος της προεκλογικής σας δέσμευσης να κατασκευάσουμε ως κράτος 150.000 κοινωνικές κατοικίες και ούτε είναι και το Ταμείο Ανάκαμψης -θέλω να το τονίσω- το φάρμακο για πάσα νόσο. Οποιαδήποτε δυσκολία υπάρχει στη χώρα φαίνεται να επικαλούμαστε το Ταμείο Ανάκαμψης για να τη λύσουμε. Έχουμε καταθέσει συγκεκριμένα τις προτάσεις μας, είναι ένα σημαντικό αναπτυξιακό εργαλείο, αλλά εξ όσων γνωρίζω δεν υπάρχει ακόμα «ταμείο pass» ώστε να μπορούμε να ξεπεράσουμε όλες τις αδυναμίες που μπορεί να έχουμε και να λέμε πάντα «το Ταμείο Ανάκαμψης είναι η λύση σε όλα τα προβλήματα της χώρας».
Και κάτι ακόμα, διότι το αναφέρατε και καλά κάνατε: κλειστά ακίνητα τα οποία ανήκουν σε Δήμους. Βεβαίως, αλλά ίσως πρέπει να το πείτε και στον Δήμαρχο της Αθήνας, τον οποίον στηρίξατε πολιτικά: ας διαθέσει τα κλειστά του ακίνητα σε ευάλωτα νοικοκυριά και όχι σε συλλογικότητες για να μην μπορούν να κάνουν καταλήψεις κάπου αλλού.
Και βέβαια να μιλήσω για το επόμενο στοίχημα της πολιτικής μας, που δεν είναι άλλο από την κοινωνική αντιπαροχή. Είναι πράγματι μια πολιτική που θα χρειαστεί χρόνο να υλοποιηθεί, αλλά από τη στιγμή που το κράτος έχει στην κατοχή του είτε ακίνητα υφιστάμενα είτε εκτάσεις οι οποίες παραμένουν ανεκμετάλλευτες, υπάρχει η δυνατότητα συνεργασίας με τον ιδιωτικό τομέα, ώστε να κατασκευαστούν νέα διαμερίσματα και το κράτος να μπορεί να κρατάει στην κυριότητά του ένα μέρος των νέων διαμερισμάτων, για να μπορεί να τα ενοικιάζει με χαμηλότερο ενοίκιο εν είδει κοινωνικής πολιτικής. Θα φανταστούμε το μέτρο αυτό ως μια νέα μεγάλη πολιτική αντιπαροχής.
Και βέβαια οι ενοικιαστές, υπό προϋποθέσεις, θα μπορούν στη συνέχεια να αγοράσουν και το διαμέρισμα μέσα από ένα πρόγραμμα «rent-to-own», συμψηφίζοντας την τιμή με τα ενοίκια που θα έχουν καταλάβει.
Αλλά, τονίζω, αυτά είναι προγράμματα μακροχρόνιας ωρίμανσης, δεν θα λύσουν το πρόβλημα από τη μια στιγμή στην άλλη. Είναι όμως προγράμματα τα οποία πια πρέπει να τα υλοποιήσουμε. Χρειάζονται σοβαρή μελέτη και βέβαια συντονισμός σε όλες τις φάσεις τους. Και ναι, συνεργασία με την Τοπική Αυτοδιοίκηση.
Και για να μην αφήσω ασχολίαστο το ζήτημα των βραχυχρόνιων μισθώσεων, νομίζω ότι είναι ένα θέμα το οποίο πρέπει να μελετηθεί περισσότερο. Δεν έχει εύκολη και προφανή λύση. Είναι βέβαιον, όμως, ότι οι βραχυχρόνιες μισθώσεις έχουν βγάλει πολλά σπίτια από την αγορά τα οποία θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν για μακροχρόνια μίσθωση. Και είναι επίσης σωστό αυτό το οποίο επισημαίνετε, ότι υπάρχει ένας κίνδυνος συνολικής αλλοίωσης ολόκληρων γειτονιών οι οποίες να κατοικούνται αποκλειστικά από επισκέπτες που νοικιάζουν σπίτια μέσω του Airbnb.
Έχουμε ζητήσει και έχουμε ήδη συζητήσει με τον Υπουργό να φτιάξουμε μια ομάδα εργασίας η οποία θα μελετήσει το θέμα των βραχυχρόνιων μισθώσεων και θα προτείνει λύσεις σε έναν λογικό ορίζοντα, ώστε να καταλάβουμε καλύτερα πόσο συνεισφέρει η βραχυχρόνια μίσθωση πραγματικά στην αύξηση της τιμής των ακινήτων.
Κλείνω λοιπόν, κ. Πρόεδρε, εκφράζοντας για ακόμα μια φορά την ικανοποίησή μου για τη δυνατότητα που μας δόθηκε να κάνουμε αυτή τη συζήτηση. Δεν είναι συχνό στη Βουλή να μπορούμε να συζητάμε ουσιαστικά ζητήματα πολιτικής και να προσπαθούμε να βρίσκουμε και κοινό τόπο για τη συνδιαμόρφωση προτάσεων.
Θα ξαναπώ όμως ότι το συνολικό άθροισμα των παρεμβάσεών μας για τα ζητήματα στεγαστικής πολιτικής είναι 2,3 δισεκατομμύρια ευρώ. Αφορούν σε αυτή τη φάση 150.000 πολίτες και βέβαια συνδέονται και με σημαντικές άλλες πρωτοβουλίες όπως η ολοκλήρωση του πολεοδομικού σχεδιασμού.
Και αυτή με τη σειρά της επηρεάζει σημαντικά την αγορά ακινήτων, ειδικά σε περιοχές όπου έχουμε μεγάλη οικιστική πίεση. Είναι η μεγαλύτερη μεταρρύθμιση η οποία έχει γίνει στη χωροταξία, τολμώ να πω, από συστάσεως ελληνικού κράτους, σίγουρα από το 1923 όταν έγινε μία αντίστοιχη μεγάλη πολεοδομική μεταρρύθμιση τον προηγούμενο αιώνα.
Και είναι μια μεταρρύθμιση η οποία θα ξεκαθαρίσει τους κανόνες του παιχνιδιού για το πού μπορεί να χτίζει κάποιος, τι μπορεί να χτίζει και τι φυσικά δεν μπορεί να χτίζει και είναι και αυτή μία σημαντική πρωτοβουλία.
Τέλος, θα ήθελα να κάνω μία ειδική αναφορά στις τράπεζες, οι οποίες σήμερα ακόμα φαίνονται διστακτικές να χρηματοδοτήσουν την αγορά ακινήτων. Δεν είναι ενθαρρυντικά τα νούμερα των νέων στεγαστικών δανείων τα οποία δίνονται. Και πρέπει, ειδικά τώρα που έχουν επανέλθει σε κανονικότητα, να είναι πιο τολμηρές. Και βέβαια έχουμε δώσει τη δυνατότητα χρηματοδότησης στέγης και από μη τραπεζικά ιδρύματα, για να ανοίξει και λίγο αυτή η αγορά και να μην αισθάνεται κάποιος ότι το στεγαστικό δάνειο είναι απαγορευμένος καρπός. Δεν θα έπρεπε να είναι έτσι. Και νομίζω ότι μπορούμε να δουλέψουμε με καλή πίστη σε αυτή την κατεύθυνση.
Οπότε σας ευχαριστώ πολύ για αυτή την ερώτηση. Πιστεύω ότι απάντησα όσο πιο επαρκώς μπορούσα στα ερωτήματα που θέτετε και νομίζω ότι ξεδίπλωσα και μία πτυχή των νέων πολιτικών μας οι οποίες θα δρομολογηθούν τους αμέσως επόμενους μήνες. Σας ευχαριστώ.