Ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης μετείχε το πρωί στην εκδήλωση του Υπουργείου Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού για τη στρατηγική και την εκστρατεία ενημέρωσης κατά της ενδοσχολικής βίας και του εκφοβισμού.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης συζήτησε, σε αίθουσα διδασκαλίας του 3ου Γυμνασίου Πολίχνης, με δύο μαθητές, τη Χρύσα και τον Νίκο, καθώς και τον Διευθυντή του σχολείου, κ. Τσολακίδη, και απάντησε στα ερωτήματα των δύο παιδιών. Η εκστρατεία ενημέρωσης σχεδιάστηκε και θα υλοποιηθεί με την υποστήριξη του Ιδρύματος Ωνάση.
Κατά την εισαγωγική του τοποθέτηση ο Πρωθυπουργός επεσήμανε:
«Καταρχάς, θέλω να σας πω ότι χαίρομαι ιδιαίτερα που μου δίνεται, -μας δίνεται η δυνατότητα- να κάνουμε την παρουσίαση αυτών των σημαντικών πρωτοβουλιών εδώ σε ένα σχολείο παρουσία μαθητών, παρουσία καθηγητών.
Και θέλω ξεκινώντας να ευχαριστήσω το Ίδρυμα Ωνάση για την πολύ ευγενική χορηγία, την υποστήριξη της επικοινωνιακής καμπάνιας αλλά και την χρηματοδότηση ειδικών επιστημόνων που μας έχουν βοηθήσει να διαμορφώσουμε μια συνολική προσέγγιση σε ένα ζήτημα το οποίο όλοι αναγνωρίζουμε ότι παρουσιάζεται σε πολύ μεγάλη έξαρση.
Καταρχάς, θέλω να μοιραστώ μαζί σας ότι τα φαινόμενα τα οποία βλέπουμε στο βίντεο υπήρχαν, υπήρχαν και στη δική μας εποχή. Είχαμε και εμείς φαινόμενα bullying όταν ήμασταν μαθητές στη δική σας ηλικία. Τότε ήταν περίπου αποδεκτά, μέρος της διαδικασίας -ας πούμε- της εφηβείας και της ενηλικίωσης και δεν μας προβλημάτιζε τότε το τραύμα το οποίο μπορεί ένα τέτοιο περιστατικό να αφήσει σε κάποιο παιδί και οι γενικότερες ψυχολογικές συνέπειες.
Όμως, ταυτόχρονα, αναγνωρίζουμε ότι τα φαινόμενα αυτά τώρα είναι σε μια πολύ μεγαλύτερη έξαρση. Και αυτό που μας προβληματίζει, δεν είναι μόνο ο αριθμός των περιστατικών είναι και η έντασή τους και κυρίως η βία, η πολύ μεγάλη ένταση με την οποία γίνονται προπηλακισμοί.
Και βέβαια η βία, όπως είπες, δεν είναι μόνο σωματική. Μπορεί να είναι ψυχολογική, μπορεί να είναι διαδικτυακή. Και βέβαια πίσω από το bullying κρύβεται τελικά η μη ανοχή στη διαφορετικότητα, αν το σκεφτούμε. Είναι κάποιος ψηλός, είναι κοντός, είναι χοντρός, έχει τατουάζ, δεν έχει τατουάζ, έχει άλλο σεξουαλικό προσανατολισμό, υποστηρίζει τη λάθος ομάδα. Και αυτή η διαφορετικότητα και η μη ανεκτικότητα στο διαφορετικό είναι που πολύ συχνά βρίσκεται στο επίκεντρο του προβλήματος του bullying.
Ερχόμαστε, λοιπόν, με ένα συνολικό σχέδιο, το οποίο πρώτα απ’ όλα δεν διστάζει, όπως είπε ο Υπουργός, να μιλήσει ανοιχτά για το πρόβλημα. Δεν μπορούμε να το κρύψουμε κάτω από το χαλί, υπάρχει. Απασχολεί όλους μας, όχι μόνο την πολιτεία. Απασχολεί όλους τους θεσμούς, απασχολεί την Εκκλησία, απασχολεί τους γονείς, τους συλλόγους των γονέων.
Πρέπει, λοιπόν, πρώτα να το αναγνωρίσουμε και μετά να παρουσιάσουμε ένα συνολικό σχέδιο, πίσω από το οποίο, το πρώτο βήμα είναι να μπορεί κάποιος να μιλήσει. Και ποιος είναι αυτός ο οποίος μπορεί να μιλήσει; Μπορεί πρώτα απ’ όλα να μιλήσει και πρέπει να μιλήσει ο ίδιος ο θύτης.
Δεν είναι εύκολο, το ξέρω πολύ καλά αυτό. Κι εμείς, θυμάμαι, όταν μεγαλώναμε η ιδέα ότι “θα πας να καρφώσεις”, ας πούμε, κάποιον και θα γίνεις εσύ ο “κακός”, “θα πας στον καθηγητή, στον διευθυντή”. Είναι κάτι το οποίο δεν είναι εύκολα αποδεκτό μέσα στους κανόνες που διαμορφώνουν τις σχέσεις μας, ειδικά την εποχή της εφηβείας.
Είναι όμως απαραίτητο να γίνει. Γι’ αυτό και αυτή η διαδικτυακή πλατφόρμα μάς δίνει τη δυνατότητα πρώτα απ’ όλα να γνωρίσουμε το περιστατικό, με έναν τρόπο ο οποίος θα εξασφαλίζει σε πρώτη φάση και την διαφύλαξη της ανωνυμίας της καταγγελίας, αλλά κυρίως θα μας δώσει τη δυνατότητα να μπορούμε να παρέμβουμε, χρησιμοποιώντας διάφορα εργαλεία τα οποία έχουμε στη διάθεσή μας.
Και βέβαια, το γνωρίζουμε καλά, το γνωρίζει και ο Υπουργός και το Υπουργείο, ότι η επιτυχία όλης αυτής της προσπάθειας τελικά θα κριθεί από την αποτελεσματικότητά μας στη διαχείριση των περιστατικών τα οποία θα καταγγελθούν. Όταν θα γίνει η καταγγελία, μετά θα πρέπει να είμαστε αποτελεσματικοί και με το σωστό τρόπο να αντιμετωπίσουμε το περιστατικό.
Ξέρετε, αυτή η λέξη, τα πρωτόκολλα, είναι μία λέξη λίγο κακοποιημένη τελευταία, όμως τα πρωτόκολλα δεν είναι τίποτα άλλο από συγκεκριμένες διαδικασίες που μας υποδεικνύουν οι ειδικοί. Τι πρέπει να κάνουμε εάν συμβεί αυτό το περιστατικό. Δεν είμαστε εμείς οι ειδικοί, συμβουλευόμαστε τους ειδικούς για να μπορούμε να διαχειριστούμε τα περιστατικά αυτά με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Εγώ, λοιπόν, θέλω να ζητήσω από όλες και από όλους να σπάσουμε πραγματικά αυτή τη σιωπή. Και η σιωπή δεν αφορά μόνο το θύμα, αφορά τους παρατηρητές. Νομίζω ότι το είπατε και οι δύο, με τον δικό σας τρόπο.
Δεν είναι “μαγκιά” ούτε να σπας τον άλλον στο ξύλο, ούτε να τον λοιδορείς, δημόσια ή κατ’ ιδίαν, για τις όποιες επιλογές μπορεί να κάνει. Και αν καταφέρουμε αυτό να το περάσουμε στη σχολική κοινότητα κι εκεί που γίνεται ένα περιστατικό να μπουν άλλα παιδιά στη μέση και να πούνε, “κάτσε, τι κάνεις εδώ;”, ώστε ο θύτης ουσιαστικά να αισθάνεται ότι είναι απομονωμένος, αυτό είναι το πρώτο βήμα για την αντιμετώπιση του προβλήματος. Άρα, νομίζω ότι όλοι σας, όλοι όσοι μας ακούνε, και αυτοί που δεν είναι θύμα του bullying λίγο-πολύ όλοι ξέρουν μέσα στο σχολείο τι γίνεται.
Αν καταφέρουμε να βρούμε έναν τρόπο να μπορούμε να απομονώσουμε αυτές τις συμπεριφορές και να πούμε πολύ απλά: υπάρχουν κανόνες, υπάρχουν πλαίσια, μπορούμε να ζούμε όλοι μαζί και να έχουμε μια οργανωμένη κοινωνία, επειδή ακριβώς σεβόμαστε αυτούς τους κανόνες. Και υπάρχουν και όρια, τα οποία όταν ξεπερνιούνται, πρέπει να υπάρχουν κάποιες συνέπειες. Αλλά αυτό πρέπει πρώτα απ’ όλα τα παιδιά, η δική σας ηλικία, τα παιδιά του Γυμνασίου, εκεί που συνήθως ξεκινούν αυτές οι συμπεριφορές, να το καταλάβουμε, να το ενστερνιστούμε. Αυτός τελικά είναι και ο σκοπός αυτής της πολύ μεγάλης προσπάθειας η οποία γίνεται.
Μια τελευταία παρατήρηση: βλέπουμε τα περιστατικά να αυξάνονται, αλλά σε ένα βαθμό αυξάνονται κιόλας γιατί δηλώνονται περισσότερα περιστατικά. Είναι το ίδιο ζήτημα το οποίο έχουμε στα θέματα της βίας κατά των γυναικών. Όταν ο άλλος έχει το θάρρος, η άλλη έχει το θάρρος να μιλήσει, προφανώς τα καταγεγραμμένα περιστατικά θα είναι περισσότερα. Και αυτή είναι η καλή όψη. Αυτό που είπαμε όμως ότι έχει πολύ μεγάλη σημασία είναι πώς θα διαχειριστούμε τα περιστατικά στη συνέχεια».
Απαντώντας σε ερώτηση του Νικόλα σχετικά με το ποιοι ήταν οι λόγοι που οδήγησαν στη δημιουργία της πλατφόρμας για τη δήλωση περιστατικών σχολικού εκφοβισμού κι αν κρίθηκε ότι δεν επαρκούσαν τα υπάρχοντα μέτρα, ο Πρωθυπουργός υπογράμμισε:
«Η απάντηση είναι πως “όχι”, γιατί αυτή τη στιγμή έχουμε διαπιστώσει ότι η δυνατότητα να μπορούμε να δώσουμε στον μαθητή, στο νέο ή στη νέα, την δυνατότητα να κάνει μια καταγγελία κάπου που να έχει όλη την πληροφορία, είναι ένα πρόσθετο εργαλείο.
Δεν λέω ότι η πλατφόρμα θα λύσει όλα τα προβλήματα, διότι προφανώς και χωρίς την πλατφόρμα μπορούσε να γίνει η καταγγελία. Όμως, μας επιτρέπει και μια πολύ καλύτερη παρακολούθηση. Διότι, όπως είδες, η πλατφόρμα συνοδεύεται από μια συγκεκριμένη διαδικασία: τι κάνουμε, ποιο είναι το περιστατικό, ποιος είναι υπεύθυνος μετά.
Δηλαδή, δεν νοείται να γίνει μια καταγγελία… Αυτό το οποίο δεν πρόκειται να δεχτώ και δεν πρέπει να το δεχτούμε σε καμία περίπτωση, είναι να γίνει μια καταγγελία και μετά να χαθεί. Να μην ξέρουμε ποιος είναι ο υπεύθυνος και να αισθάνεται το παιδί ότι μοιράστηκε μια πολύ προσωπική και δύσκολη στιγμή με κάποιον, εμπιστεύτηκε ουσιαστικά την πολιτεία, και η πολιτεία δεν ανταποκρίθηκε.
Γι’ αυτό και έχουμε προσέξει πάρα πολύ και είμαστε σίγουροι ώστε πια όποιος ή όποια μπει και μας πει, μας περιγράψει ένα περιστατικό bullying, θα γνωρίζουμε ακριβώς τι, τι θα γίνει.
Και έχει δίκιο ο κ. Διευθυντής: κάποια περιστατικά λύνονται πολύ πιο εύκολα, με μια σύσταση, με μια επισήμανση. Κάποια περιστατικά είναι πολύ πιο δύσκολα. Διότι και πίσω από την συμπεριφορά του θύτη κρύβονται ζητήματα. Το είπες πριν, Χρύσα: μπορεί ο θύτης ο ίδιος να ήταν θύμα και να αισθάνεται ότι με αυτόν τον τρόπο προσπαθεί να τακτοποιήσει μέσα του συναισθήματα τα οποία δεν μπορεί εύκολα να τα διαχειριστεί.
Ερωτηθείς από τη Χρύσα για το εάν τα παιδιά του είχαν δεχτεί βία ως μαθητές και πώς το αντιμετώπισε ως γονέας, ο Κυριάκος Μητσοτάκης απάντησε:
«Τα παιδιά μου είχαν το προνόμιο ή το μειονέκτημα να μεγαλώσουν σε ένα σχολικό περιβάλλον όπου ο πατέρας τους ήταν πολύ γνωστός. Και αυτό από την φύση του δημιουργεί τέτοιου είδους στόχο, μπορεί να δημιουργεί στοχοποίηση. Και ναι, υπήρχαν βεβαίως τέτοια περιστατικά.
Τα παιδιά είχαν την άνεση να τα συζητήσουν μαζί μας. Και επειδή ήταν σχετικά ήπια περιστατικά, σχετικά εύκολα μπορέσαμε να τα επιλύσουμε. Οπότε δεν είναι κάτι το οποίο, αυτό το οποίο περιγράφουμε και συζητάμε εδώ, δεν είναι κάτι το οποίο μου είναι ξένο και ως γονιός, όχι μόνο ενθυμούμενος τα δικά μου μαθητικά χρόνια.
Έχει μεγάλη σημασία πάντα να μπορούν τα παιδιά να αισθάνονται την άνεση να συζητούν αυτό το οποίο συμβαίνει. Και πάντα υπάρχει το στίγμα της ντροπής ή αυτή η αίσθηση ότι δεν πρέπει να μιλήσω. Και εκεί έχουν μεγάλη σημασία και οι παρέες. Δηλαδή, και η παρέα και οι φίλοι μπορούν να πουν: “ρε παιδί μου, γιατί το δεχόμαστε; Μην το δέχεσαι αυτό το πράγμα εδώ” ή “πάμε μαζί”. Να πάρεις τον φίλο σου ή τη φίλη σου από το χέρι και να πεις: “θα πάμε μαζί να μιλήσουμε για το θέμα αυτό”, γιατί μπορεί μόνος σου να μην αισθάνεσαι εκείνη τη στιγμή ότι έχεις τη δύναμη να το κάνεις. Οπότε, η απάντηση: ναι, έπρεπε και με τα παιδιά μου να διαχειριστώ τέτοια περιστατικά».
Σε ερώτηση της Χρύσας εάν ο ίδιος ή κάποιος φίλος του είχε υπάρξει θύμα κατά τα σχολικά του χρόνια ο Πρωθυπουργός είπε:
Όταν είδα το βίντεο, ήρθαν και σε εμένα πίσω κάποιες αναμνήσεις. Και εμένα μου πετούσαν την τσάντα από το παράθυρο. Ήταν αστείο και λίγο-πολύ κάτι το οποίο γινόταν για τους πολύ καλούς μαθητές. Άρα, δεν μου είναι αυτό το οποίο είδα κάτι ασυνήθιστο ή ξένο, ήταν χαβαλές τότε. Και έτσι λίγο-πολύ όλοι το αντιμετωπίζαμε. Κι εγώ ως χαβαλέ το αντιμετώπιζα. Πήγαινα και μάζευα την τσάντα και ξαναπήγαινα. Ήμουν πολύ αγαπητός μαθητής, ήμουν Πρόεδρος κάποια στιγμή της μαθητικής κοινότητας, αλλά αυτό δεν σήμαινε ότι με κάποιον τρόπο δεν υπήρχε μία ανάγκη να έχουμε τέτοιες συμπεριφορές.
Τότε, αυτά τα φαινόμενα δεν τους δίναμε πολύ μεγάλη σημασία. Ήταν, θα έλεγα, σχεδόν μέρος της κανονικότητας της σχολικής ζωής. Και μπορεί μεν για εμένα αυτό να μην με επηρέασε ιδιαίτερα, με πολύ μεγάλη βεβαιότητα, όμως, μπορώ να σου πω ότι υπήρχαν συμμαθητές μας οι οποίοι υπέφεραν και οι οποίοι τώρα, ας πούμε, δεν θέλουν να έχουν, τους μιλάς για το σχολείο και δεν θέλουν να έχουν καμία σχέση, δεν συμμετέχουν στις δράσεις των αποφοίτων, έχουν μία πολύ κακή εικόνα για το σχολείο μας. Και είμαι σίγουρος ότι ένας λόγος ήταν ακριβώς διότι υπήρχαν τέτοια φαινόμενα τα οποία τους τραυμάτισαν.
Και αυτό μπορεί να έχει και επιπτώσεις στη συνέχεια, γιατί αυτά είναι τραύματα τα οποία μπορεί να μείνουν και να αφήσουν, θα έλεγα, και κατάλοιπα εάν δεν μπορέσουμε να τα διαχειριστούμε.
Τώρα ξέρουμε περισσότερα πια, όπως, παραδείγματος χάριν, ξέρουμε πόσο κακό κάνει το κάπνισμα, οι κοινωνίες προχωρούν, και πόσο κάποια ζητήματα στα οποία δεν αποδίδαμε μεγάλη σημασία, τώρα καταλαβαίνουμε ότι κρύβεται από πίσω κάτι βαθύτερο.
Και με την ευκαιρία της ερώτησής σου, να πω και κάτι στο οποίο αποδίδω πολύ μεγάλη σημασία, και αυτό είναι η ψυχική υγεία, η ψυχική υγεία και των παιδιών και των εφήβων. Ένα ζήτημα το οποίο τη δική μας εποχή δεν μας απασχολούσε, δεν υπήρχε η έννοια της ψυχικής υγείας στη δική μας τη γενιά. Τι πάει να πει δεν αισθάνεσαι καλά; Έχω άγχος, έχω φοβίες; Όλα αυτά δεν τα συζητούσαμε καν, δεν τα ξέραμε ότι υπήρχαν ως έννοιες. Τώρα τα ξέρουμε.
Και γι’ αυτό έχει και πολύ μεγαλύτερη σημασία αυτό το οποίο κάνουμε, να έχουμε περισσότερους κοινωνικούς λειτουργούς και χρειαζόμαστε ακόμα περισσότερους ψυχολόγους.
Τα παιδιά, ευτυχώς, η δική σας ηλικία έχει μεγαλύτερη άνεση να μιλάει για τα ζητήματα αυτά και να αναζητά βοήθεια και αυτό το οποίο είπες είναι πολύ σημαντικό: σε ποιον θα μιλήσεις. Σε όποιον εμπιστεύεσαι. Σε όποιον εμπιστεύεσαι. Στο γονιό, καταρχάς, αλλά μπορεί να μην εμπιστεύεσαι να το πεις στο γονιό. Ένας δάσκαλος στο σχολείο, μπορεί να μην είναι ο διευθυντής, έχουμε τέτοια σχήματα πια στα σχολεία μας, να είναι ο δάσκαλος τον οποίο εσύ εμπιστεύεσαι.
Άρα όλα αυτά τα θέματα πια αποκτούν μεγαλύτερη σημασία και βέβαια έχουμε και τη δυνατότητα να τα διαχειριστούμε καλύτερα.
Στο τέλος της συζήτησης ο Κυριάκος Μητσοτάκης απευθύνθηκε στα παιδιά που βρίσκονταν στην αίθουσα και σημείωσε:
«Θέλω να πω, όμως, και κάτι καταληκτικά, γιατί νομίζω ότι έχουμε σε ένα βαθμό μιλήσει για το θέμα αυτό καθαυτό του bullying, αλλά θέλω να μιλήσω λίγο για ένα θέμα, το οποίο έθιξε ο Υπουργός και το οποίο με το που το ακουμπήσαμε είδα, διαισθάνθηκα, να υπάρχει μια μικρή αναταραχή στην αίθουσα από την πλευρά των μαθητών. Και αυτό αφορά το κινητό.
Εμείς δεν είχαμε κινητά. Είναι λίγο δύσκολο να φανταστείτε τι σημαίνει μια ζωή χωρίς κινητό, χωρίς email, χωρίς υπολογιστή. Εγώ απέκτησα τον πρώτο μου υπολογιστή όταν ήμουν δευτεροετής στο πανεπιστήμιο. Προφανώς η ζωή και η τεχνολογία προχωρούν και είμαι ο τελευταίος άνθρωπος, και εγώ και ο Υπουργός, που είμαστε τεχνοφοβικοί. Όμως, να μην κοροϊδευόμαστε, υπάρχει ζήτημα μεγάλο στις νεαρές ηλικίες με την υπερβολική χρήση του κινητού. Με την εξάρτηση από το κινητό.
Δεν είναι ελληνικό προφανώς το πρόβλημα μόνο, ούτε έχει εύκολες λύσεις. Είναι βέβαιον, όμως, ότι το κινητό είναι εργαλείο αναπαραγωγής εικόνων που μπορεί να συνιστούν ακραία έκφανση bullying.
Είναι δεδομένο ότι μπροστά μας θα έχουμε προβλήματα, τα οποία ούτε καν μπορούμε να διανοηθούμε. Προσέξτε τώρα, να σας πω τι διάβασα ότι συμβαίνει στην Αμερική: «Χρήση τεχνητής νοημοσύνης, για να διακινήσω μια fake φωτογραφία κάποιου, ο οποίος μπορεί να είναι γυμνός». Αυτό γίνεται σήμερα που μιλάμε. Σήμερα που μιλάμε είναι πρόβλημα το οποίο αντιμετωπίζουν, είναι θέμα χρόνου να έρθει και εδώ. Άρα, θα πρέπει να μας προβληματίσει πάρα πολύ.
Και θέλω και κάνω και μια έκκληση στα παιδιά που μας ακούν, και το λέω και στα δικά μου τα παιδιά που είναι μεγαλύτερα: το κινητό είναι ένα εργαλείο, αλλά δεν μπορεί να κυριαρχεί στη ζωή μας. Δεν μπορεί ποτέ να υποκαταστήσει ούτε τη φυσική επαφή ούτε αυτή την αίσθηση του να συμμετέχουμε σε μία δράση, ούτε τον αθλητισμό ούτε αυτά τα πράγματα τα οποία μας δίνουν πραγματική ικανοποίηση.
Δεν έχω εύκολη απάντηση, δεν έχουμε εύκολη απάντηση. Είναι βέβαιον, όμως, ότι πρέπει να βάλουμε περιορισμούς στον τρόπο με τον οποίον χρησιμοποιούμε το κινητό την ώρα του σχολείου. Γιατί, συν όλων των άλλων, είναι και μια φοβερή διάσπαση προσοχής, έτσι δεν είναι; Δηλαδή, άμα είσαι συνέχεια στο κινητό σου είναι λίγο δύσκολο να παρακολουθήσεις το μάθημα.
Οπότε, αυτό είναι κάτι το οποίο θα μας απασχολήσει και θα μας απασχολήσει σε όλα τα επίπεδα. Δηλαδή θα μας απασχολήσει στο εθνικό επίπεδο, θα μας απασχολήσει στο ευρωπαϊκό επίπεδο.
Αυτό το οποίο είναι μία διευκόλυνση, να επικοινωνούμε δηλαδή μέσω Snapchat και Instagram -γιατί αυτό γίνεται αυτή τη στιγμή-, είναι κάτι το οποίο ας μην το προσπεράσουμε ως μία κανονικότητα, η οποία δεν έχει και τις επιπτώσεις της, τις αρνητικές, τις οποίες πρέπει να διαχειριστούμε.
Γι’ αυτό και θέλω να σταθώ τόσο πολύ και να κλείσω με αυτό: στις υπόλοιπες δράσεις από την Α’ Δημοτικού που αναπτύσσει το Υπουργείο, τι σημαίνει να είμαστε ενεργοί πολίτες;
Και να σκεφτούμε τελικά τι είναι και αυτά τα οποία μας δίνουν πραγματική χαρά. Αν είναι, ας πούμε, να περνάμε όλη μας την ημέρα στο κινητό ή μας δίνει μεγαλύτερη χαρά να αθληθούμε ή να κάνουμε μία κοινωνική δράση και να αισθανθούμε ότι είμαστε χρήσιμοι, για να βοηθήσουμε με κάποιο τρόπο αυτούς οι οποίοι έχουν μεγαλύτερη βοήθεια.
Δεν είναι εύκολες οι απαντήσεις, αλλά τουλάχιστον έχουμε μία υποχρέωση ως σχολείο, ως δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα, να κατευθύνουμε τα παιδιά προς τέτοιου είδους δραστηριότητες και να θέσουμε και αυτό το οποίο είπε ο Υπουργός κι έχει τόσο μεγάλη σημασία: καμία κοινωνία δεν μπορεί να ευημερήσει -είτε μιλάμε για την κοινωνία του σχολείου, το μικρόκοσμο του σχολείου, είτε μιλάμε για τη χώρα μας- εάν δεν υπάρχει μία ισορροπία μεταξύ δικαιωμάτων και υποχρεώσεων.
Είμαστε ενεργοί πολίτες. Η πολιτεία, ας πούμε, τι προσφέρει στα παιδιά; Δωρεάν εκπαίδευση κι ένα πλαίσιο υποστηρικτικό. Αυτό το πλαίσιο έρχεται και με κάποιους κανόνες. Οι κανόνες δεν είναι κανόνες ας το πούμε παλιοί, παιδαγωγικοί, να τιμωρήσουμε τα παιδιά.
Όχι, είναι μία σωστή ισορροπία, που θα μας βοηθήσει να καταλάβουμε την επόμενη μέρα, όταν θα γίνουμε ενεργοί πολίτες, ακριβώς ότι έχουμε ένα πλαίσιο σχέσεων και κανόνων, τους οποίους πρέπει να σεβαστούμε. Γιατί αν σταματήσουμε να τους σεβόμαστε, αν ο καθένας κάνει αυτό το οποίο θέλει, τελικά ξέρετε τι θα γίνει; Θα υπερισχύει ο νόμος του ισχυρού.
Διότι τι είναι αυτή η καμπάνια; Τον αδύναμο προστατεύει. Αν μονίμως αυτός ο οποίος αισθάνεται δυνατός μπορεί να πιστέψει ότι μπορεί να σπάσει τον άλλο στο ξύλο και να μην γίνει τίποτα, απλά επειδή είναι δυνατός, τότε δεν έχουμε κοινωνία, έχουμε ζούγκλα.
Και επειδή δεν είμαστε ζούγκλα, είμαστε οργανωμένη κοινωνία, γι’ αυτό και έχει πάρα πολύ μεγάλη σημασία αυτούς τους κανόνες, ειδικά από τη δική σας την ηλικία -και απευθύνομαι ειδικά στα παιδιά του γυμνασίου-, να τους εμπεδώσουμε και θα κάνουμε το καλύτερο το οποίο μπορούμε για να βοηθήσουμε σε αυτή την κατεύθυνση».