Δευτερολογία και τριτολογία του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στην Ολομέλεια της Βουλής, στην προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση με αντικείμενο την ενημέρωση του Σώματος για τον απολογισμό της φετινής αντιπυρικής περιόδου και τις πρωτοβουλίες της Κυβέρνησης αναφορικά με τη στήριξη των πληγέντων, την αποκατάσταση των υποδομών και την περαιτέρω ενίσχυση της Πολιτικής Προστασίας

Επιτρέψτε μου, πριν εισέλθω στη δευτερολογία μου, μία παρατήρηση διαδικαστικού χαρακτήρα. Πιστεύω ότι στην επόμενη Διάσκεψη των Προέδρων, όταν κληθούμε να συζητήσουμε την οργάνωση μιας συζήτησης με αντίστοιχα χαρακτηριστικά, θα πρέπει να μείνουμε προσηλωμένοι σε αυτό το οποίο ορίζει ο Κανονισμός της Βουλής, και δεν εξαιρώ προφανώς τον εαυτό μου. Να διπλασιάσουμε ενδεχομένως το χρόνο ο οποίος δίνεται, όμως θεωρώ ότι δεν υπηρετούμε το πραγματικό νόημα μιας ζωντανής κοινοβουλευτικής διαδικασίας όταν μια τέτοια συζήτηση καταλήγει να διαρκεί επτά ή οκτώ ώρες.

Αυτή είναι η εισήγησή μου. Προθυμοποιούμαι πρώτος να αυτοπεριοριστώ, αναγνωρίζοντας και εγώ ότι ενίοτε ξεπερνώ τον ορισμένο από τον Κανονισμό χρόνο.

Επιτρέψτε μου, όμως, να πω ότι αυτή η εικόνα δεν μας τιμά όλους στη Βουλή: εκτενέστατες ομιλίες, άδεια έδρανα και μια συζήτηση η οποία τελικά καταλήγει να διαρκεί οκτώ με 10 ώρες.

Έρχομαι τώρα στη δευτερολογία μου και επιτρέψτε μου να ξεκινήσω με μια πολιτική παρατήρηση. Απόρησαν κάποιοι γιατί δεν παρακολούθησα την τοποθέτηση του αρχηγού της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ.

Θέλω, λοιπόν, να είμαι απολύτως σαφής, καθώς είναι η πρώτη φορά που μου δίνεται η δυνατότητα να κάνω αυτή την τοποθέτηση και θα την κάνω μία και μόνη φορά: ότι δεν αναγνωρίζω ως εκπρόσωπο της αξιωματικής αντιπολίτευσης έναν πολιτικό καταδικασμένο 13-0 για παράβαση καθήκοντος από το Ειδικό Δικαστήριο. Ούτε θα συνομιλήσω μαζί του, ούτε θα χαριεντιστώ μαζί του.

Αυτό επιβάλλει ο στοιχειώδης κοινοβουλευτικός αυτοσεβασμός, μιας και άκουσα να χρησιμοποιείται αυτή η λέξη. Προστατεύω το πολίτευμα με αυτή τη στάση μου.

Και βέβαια, οφείλω να επισημάνω και μια δεύτερη διάσταση: ότι έχουμε να κάνουμε με έναν «αρχηγό» αντιπολίτευσης ο οποίος είναι μεταβατικός. Κανείς δεν ξέρει εξ ονόματος ποιου ομιλεί: του κ. Κασσελάκη, του κ. Φάμελλου, του κ. Φαραντούρη, του κ. Πολάκη, του κ. Γκλέτσου;

Όταν λοιπόν, για να είμαι απολύτως σαφής και θεσμικός κ. Πρόεδρε, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης βρει αρχηγό και έναν στοιχειώδη βηματισμό, προφανώς θα είμαι πάλι εδώ για να μπορέσουμε να κάνουμε σωστή, κοινοβουλευτικά θεσμική, πολιτική αντιπαράθεση.

Οπότε μην απορήσετε αν αποχωρήσω και στη δευτερολογία, διότι αυτή θα είναι η πρακτική την οποία θα ακολουθώ έως ότου ο ΣΥΡΙΖΑ εκλέξει αρχηγό, μόνιμο, της Κοινοβουλευτικής του Ομάδας και αρχηγό του κόμματός του, υπό την προϋπόθεση ότι προφανώς τα δύο αυτά θα συμπίπτουν.

Έρχομαι τώρα σε αυτά τα οποία άκουσα από τον κ. Ανδρουλάκη. Κύριε Ανδρουλάκη, αφού σας συγχαρώ και πάλι για την επανεκλογή σας, καθώς μιλούσατε σκεφτόμουν ότι ουσιαστικά τίποτα δεν άλλαξε στη στάση του ΠΑΣΟΚ μετά την επανεκλογή σας ως αρχηγού του κόμματός σας.

Ενδεχομένως να ήταν υψηλές οι προσδοκίες μου, διότι το ίδιο πρόσωπο ήσασταν πριν, το ίδιο πρόσωπο είστε τώρα, τον ίδιο πολιτικό λόγο εκφέρετε. Έχω την αίσθηση ότι σαν να κάνατε ως ΠΑΣΟΚ μία στροφή 360 μοίρες γύρω από τον εαυτό σας και να καταλήξατε ακριβώς στο ίδιο σημείο όπου βρισκόσασταν πριν γίνει όλη αυτή η μεγάλη εσωτερική διαδικασία.

Και γιατί το λέω αυτό; Διότι σε μία συζήτηση η οποία είχε ως αποκλειστικό αντικείμενο τις πυρκαγιές και τα ζητήματα της Πολιτικής Προστασίας, στην πρωτολογία μου μίλησα μόνο για τα θέματα αυτά, εσείς επιλέξατε να αναλώσετε τα πρώτα 18-20 λεπτά της ομιλίας σας συζητώντας για διάφορα θέματα και επιχειρώντας για ακόμα μία φορά να ταυτίσετε τη Νέα Δημοκρατία με την ακροδεξιά. Δεν είναι η πρώτη φορά που ακούω αυτή την επιχειρηματολογία από τον ΣΥΡΙΖΑ και από το ΠΑΣΟΚ.

Κοιτάξτε να δείτε, η Νέα Δημοκρατία έχει μία ξεκάθαρη ιδεολογική τοποθέτηση. Η προσπάθειά σας να παρουσιάσετε την παράταξή μας ως κάτι διαφορετικό από αυτό το οποίο είναι, είναι μία προσπάθεια η οποία αποδοκιμάστηκε από τον ελληνικό λαό στις εκλογές του 2023 και σας συνιστώ να μας αντιμετωπίσετε με τα χαρακτηριστικά τα οποία εμείς οι ίδιοι επιλέγουμε για τον εαυτό μας και όχι με την εικόνα που εσείς θέλετε να παρουσιάσετε για τη Νέα Δημοκρατία.

Είμαστε μία κεντροδεξιά, προοδευτική δύναμη, η οποία θα υπερασπίζεται πάντα τις μεγάλες αλλαγές τις οποίες έχει ανάγκη ο τόπος.

Μάλιστα, διατύπωσα και δημόσια την ευχή, μετά την επανεκλογή σας, να μπορέσουμε, τουλάχιστον σε κάποιες από τις μεγάλες αλλαγές που χρειάζεται η χώρα μας, να βρούμε έναν κοινό βηματισμό, συμφωνώντας πραγματικά στο τι τελικά συνιστά πρόοδο και στο τι συνιστά οπισθοδρόμηση.

Γιατί και την προηγούμενη κοινοβουλευτική περίοδο, επί της δικής σας θητείας, το δήθεν προοδευτικό ΠΑΣΟΚ έφτασε στο σημείο να καταψηφίζει σημαντικές μεταρρυθμίσεις, μόνο και μόνο γιατί έπρεπε με αυτό τον τρόπο να κάνει αντιπολίτευση στην κυβέρνηση. Γιατί έπρεπε να είστε «το άλλο», «το διαφορετικό».

Ακριβώς αυτή τη στάση επιλέξατε να ακολουθήσετε και στο πρώτο νομοσχέδιο μετά την επανεκλογή σας στην ηγεσία του κόμματός σας. Φέραμε ένα νομοσχέδιο για τον εκσυγχρονισμό του ΠΑΣΟΚ. Και αναρωτιέμαι: σε τι ακριβώς διαφωνείτε; Συγγνώμη του ΑΣΕΠ, όχι του ΠΑΣΟΚ. Το ΠΑΣΟΚ φοβάμαι ότι δεν εκσυγχρονίζεται και σίγουρα δεν εκσυγχρονίζεται νομοθετικά.

Λοιπόν, αναρωτιέμαι: διαφωνείτε με την ρύθμιση της εντοπιότητας; Διαφωνείτε με την ρύθμιση της εντοπιότητας, προκειμένου να μπορέσουμε να στελεχώσουμε υπηρεσίες σε απομακρυσμένα νησιά, σε απομακρυσμένα μέρη της Ελλάδος, όπου έχουμε σημαντικό πρόβλημα αυτή την στιγμή να τοποθετήσουμε δημόσιους υπαλλήλους; Διαφωνείτε με την ανάγκη να περιορίσουμε αυτή τη μεγάλη και «βαριά» γραφειοκρατία, η οποία μας υποχρεώνει, προκειμένου να είμαστε απολύτως συμβατοί με τον νόμο και να διασφαλίζουμε την αντικειμενικότητα των προσλήψεων, να ζητάμε ξανά και ξανά τα ίδια δικαιολογητικά από τους υπαλλήλους;

Ερχόμαστε, με στοχευμένες παρεμβάσεις, να πούμε ότι θέλουμε να μειώσουμε τον χρόνο από τη στιγμή που ξεκινάει η διαδικασία τοποθέτησης ενός υπαλλήλου μέχρι να φτάσει να κάτσει στη δουλειά του, στο γραφείο του ή να βγει στην υπηρεσία του, αν, παραδείγματος χάρη, μιλάμε για έναν δασικό υπάλληλο. Αυτό είναι προοδευτικό ή δεν είναι;

Διαφωνείτε με τα πριμ παραγωγικότητας; Να έρθουμε να κάνουμε μια πραγματική και ουσιαστική συζήτηση αν μέσα από ένα σύστημα αξιολόγησης, το οποίο αφορά και τον υπάλληλο αλλά και την οργανική του μονάδα, πρέπει ή δεν πρέπει να πληρώνουμε κάτι παραπάνω εκείνους τους υπαλλήλους οι οποίοι κάνουν καλά την δουλειά τους. Αυτό τι είναι; Είναι προοδευτικό; Νομίζω πως είναι προοδευτικό.

Άρα, στα ζητήματα αυτά, όταν έρχεστε και λέτε «όχι» σε ένα τέτοιο νομοσχέδιο, στέλνετε ουσιαστικά ένα μήνυμα: ότι στην προσπάθεια σας να καταστείτε εσείς ο πόλος απέναντι στην κυβέρνηση -και μπορεί πράγματι δημοσκοπικά αυτό να επιβεβαιώνεται- έρχεστε να αρνηθείτε μεγάλες προοδευτικές αλλαγές που υλοποιούνται από αυτή την κυβέρνηση.

Μετά μην αμφισβητείτε, όμως, ή μην απορείτε γιατί οι προοδευτικοί συμπολίτες μας σας γυρίζουν την πλάτη. Διότι αυτό είναι το δίλημμα το οποίο θα κληθείτε να αντιμετωπίσετε από εδώ και στο εξής: ένα στείρο «όχι σε όλα», όπως κάνατε ουσιαστικά μέχρι τώρα, ή μια πραγματική προσπάθεια να χτίσετε μια αξιόπιστη εναλλακτική πρόταση, η οποία θα βοηθά την κυβέρνηση να γίνει καλύτερη και θα καταθέτει και συγκεκριμένες προτάσεις;

Αυτό που έχω δει μέχρι στιγμής -και ελπίζω να διαψευστώ στη συνέχεια- είναι ότι επιμένετε σε αυτή τη γραμμή, που με ανάγκασε -ελπίζω να μην χρειαστεί να το ξαναπώ- με ανάγκασε στο παρελθόν να αποκαλέσω το ΠΑΣΟΚ ουσιαστικά έναν «πράσινο ΣΥΡΙΖΑ». Εύχομαι, για το καλό της δημοκρατίας μας και για την ισορροπία του πολιτικού συστήματος, να διαψευστώ.

Έχετε μία πρώτης τάξης ευκαιρία να αποδείξετε ότι μπορούμε να δημιουργήσουμε συνθήκες συναίνεσης εκεί που το ίδιο το Σύνταγμα τις απαιτεί. Εδώ και τρεις μήνες προσπαθεί ο Πρόεδρος της Βουλής να βρει την απαραίτητη πλειοψηφία για να μπορέσουμε να επιλέξουμε καινούργιο Συνήγορο του Πολίτη, του οποίου η θητεία έχει λήξει εδώ και επτά μήνες. Εκτός αν πιστεύετε ότι είναι συνταγματικά πρέπον θητείες επικεφαλής ανεξάρτητων αρχών να παρατείνονται εσαεί, επειδή δεν μπορούμε να βρούμε μία σχετική πλειοψηφία.

Έχουμε προτείνει ένα πρόσωπο το οποίο πιστεύουμε ότι έχει όλα τα εχέγγυα για να μπορεί να επιτελέσει αυτό τον ρόλο και σίγουρα το πρόσωπο αυτό δεν προέρχεται από τον δικό μας πολιτικό χώρο. Αυτό δεν αμφισβητείται.

Εδώ και τρεις μήνες δεν μπορούμε να πάρουμε μία απάντηση.

Τι θέλετε, δηλαδή; Στην επόμενη αναθεώρηση να έρθουμε και να πούμε ότι καταργούμε τα 3/5 της πλειοψηφίας επειδή δεν μπορούμε να βρούμε ούτε μία μίνιμουμ συνεννόηση, όταν έρχεται η Νέα Δημοκρατία να προτείνει ένα πρόσωπο το οποίο, εν πάση περιπτώσει, είναι πολύ πιο κοντά στο δικό σας πολιτικό χώρο; Θα ήθελα μία απάντηση. Και εύχομαι πραγματικά να με διαψεύσετε και να μπορέσουμε να βρούμε αυτή την απαραίτητη συναίνεση που το ίδιο το Σύνταγμα επιβάλλει.

Μας είπατε ότι «δεν μεταρρυθμίζουμε το κράτος». Σε αυτό τώρα δεν θέλω να σταθώ σε μεγάλη λεπτομέρεια και να απαριθμήσω μια σειρά από παρεμβάσεις που, κατά την άποψή μου, τις θεωρώ πολύ σημαντικές μεταρρυθμίσεις στη λειτουργία του κράτους.

Αναφέρθηκα ενδεικτικά στο τι κάνουμε στο νόμο του ΑΣΕΠ, που παρουσιάζει μια συγκεκριμένη φιλοσοφία για το πώς θέλουμε να αξιοποιήσουμε την τεχνολογία, πώς θέλουμε να ανταμείβουμε τους δημοσίους υπαλλήλους, γιατί η αξιολόγηση έχει τόσο μεγάλη σημασία. Θεωρώ ότι όλα αυτά συνιστούν σημαντικές μεταρρυθμίσεις του κράτους. Προφανώς δεν έχουν ολοκληρωθεί, αλλά σε αυτή την κατεύθυνση κινείται συνολικά η πολιτική μας.

Έρχομαι τώρα, κ. Πρόεδρε, για να μην μακρηγορήσω ιδιαίτερα, για να σεβαστώ κι εγώ τον αυτοπεριορισμό τον οποίον ζητώ και από τους άλλους πολιτικούς αρχηγούς, στο αντικείμενο της σημερινής συζήτησης.

Τι κρατώ ως θετικό; Ότι τουλάχιστον δεν αμφισβητήθηκαν τα στατιστικά στοιχεία τα οποία κατέθεσα στην πρωτολογία μου. Το γεγονός ότι είχαμε μία πολύ καλύτερη χρονιά από την περσινή, η οποία ήταν μία πολύ κακή χρονιά. Δεν το έκρυψα ποτέ μου ότι η περσινή χρονιά ήταν πάρα πολύ κακή σε επίπεδο καμένων στρεμμάτων. Ότι μπορέσαμε να διαχειριστούμε πιο αποτελεσματικά απ’ ό,τι στο παρελθόν ένα κλιματολογικά εξαιρετικά δύσκολο καλοκαίρι.

Πανηγύρισα; Όχι. Μπορώ να είμαι ικανοποιημένος αν είχαμε μεγάλες φωτιές οι οποίες ξέφυγαν και οι οποίες έκαναν σημαντική ζημιά; Όχι, δεν μπορώ να είμαι ικανοποιημένος.

Τέθηκαν ερωτήματα μέσα από την, επιτρέψτε μου να πω, θα έλεγα ελαφρώς απλοϊκή προσέγγιση, ότι «έφτασε η φωτιά λίγα χιλιόμετρα από το κέντρο της Αθήνας». Όχι, ούτε εγώ, ούτε ο Υπουργός, ούτε κανείς στην Πυροσβεστική μπορεί να είναι ικανοποιημένος όταν μία φωτιά μπαίνει στον αστικό ιστό. Αυτό είναι κάτι το οποίο πρέπει να μας προβληματίσει πάρα πολύ. Να ξαναδούμε επιχειρησιακά σχέδια τα οποία έχουν να κάνουν με τις περιπτώσεις που η φωτιά προσεγγίζει αστικούς ιστούς. Να σκεφτούμε τι ζώνες προστασίας μπορούμε να δημιουργήσουμε μεταξύ του αστικού ιστού και του δάσους, αναγνωρίζοντας ότι ένα από τα μεγάλα προβλήματα της δόμησης στη χώρα μας, όπως αυτή αναπτύχθηκε τις τελευταίες δεκαετίες, είναι ακριβώς ότι έχουμε τέτοιες ζώνες, όπου ο αστικός ιστός βρίσκεται κοντά ή πολύ συχνά μέσα στο δάσος.

Δεν είμαστε η μόνη χώρα που έχει αυτό το πρόβλημα. Υπάρχει ορολογία στη διεθνή βιβλιογραφία γι’ αυτές τις ζώνες, όπου ο αστικός ιστός βρίσκεται κοντά ή μέσα στο δάσος. Αυτές είναι οι πιο δύσκολες φωτιές να αντιμετωπιστούν.

Άρα, πράγματι, στη φωτιά στην Αττική όντως αντιμετωπίσαμε μία δύσκολη, πολύ δύσκολη κατάσταση, πολύ δύσκολη πυρκαγιά, με βαθμό επικινδυνότητας «5». Εγώ θυμάμαι τον Υπουργό -ήταν ένα από τα δύο «5», νομίζω, τα οποία είχαμε φέτος το καλοκαίρι- να λέει ότι οι συνθήκες είναι ακραίες.

Και τι σημαίνει «5»; Για να το ξεκαθαρίσουμε, επειδή κάποιοι νομίζουν ότι με κάποιο μαγικό τρόπο όλες οι φωτιές μπορούν να σβήσουν: «5» σημαίνει, για να το πούμε πολύ απλά, ότι μία φωτιά άπαξ και ξεκινήσει και ξεφύγει, πάρα πολύ δύσκολα ελέγχεται. Αυτό σημαίνει το «5». Και δεν είναι ότι συμβαίνει αυτό μόνο στην Ελλάδα. Υπάρχουν φωτιές που, πολύ απλά, πάρα πολύ δύσκολα σβήνουν, άπαξ και μεγαλώνουν.

Επειδή άκουσα από διάφορους να λένε «μα, δεν ξέρατε την πορεία της φωτιάς;», βεβαίως και ξέραμε την πορεία της φωτιάς, αλλά αναρωτηθήκατε γιατί δεν μπορέσαμε να τη σταματήσουμε; Δεν θέλαμε; Δώσαμε εντολή στους πυροσβέστες, όπως αυτά τα οποία άκουσα, τα αδιανόητα «περί μη κατάσβεσης;».

Όχι. Πολύ απλά, υπάρχουν φωτιές που σε αυτές τις συνθήκες, με μεγάλη ξηρασία, με πολύ ισχυρό αέρα, δεν μπορούν εύκολα να σταματήσουν. Αυτή είναι η πραγματικότητα, είτε μας αρέσει είτε δεν μας αρέσει.

Και δεν είμαστε μόνο εμείς που αντιμετωπίζουμε αυτά τα προβλήματα. Φαντάζομαι ότι και στην Πορτογαλία, όπου κάηκαν 1,3 εκατομμύρια στρέμματα, και αυτοί θα ήθελαν να σταματήσουν τη φωτιά. Γιατί δεν μπόρεσαν; Γιατί υπάρχουν φυσικά φαινόμενα τα οποία αποκτούν τόσο μεγάλη ένταση που καμία κατάσβεση, από ένα σημείο και πέρα, δεν μπορεί να είναι αποτελεσματική. Ούτε αντιπυρικές ζώνες, ούτε κατάσβεση από αέρα, ούτε προσβολή από εδάφους. Αυτό έγινε στη φωτιά της Αττικής.

Σίγουρα θα μάθουμε απ’ αυτή τη φωτιά. Τι σημαίνει, παραδείγματος χάρη, να κατεβαίνει μία φωτιά μέσα από ένα ρέμα -γιατί αυτό έγινε εν προκειμένω, από το ρέμα κατέβηκε η φωτιά-, πόσο πιο προσεκτικοί πρέπει να είμαστε στις παρεμβάσεις που θα κάνουμε στα ρέματα, ποιες είναι οι ευθύνες της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.

Και ναι, το πρόγραμμα Antinero καθάρισε μία σειρά από δάση, μέσα στα οποία ήταν κι ένα μικρομεσαίο δάσος, αλσύλλιο, το οποίο βρισκόταν μέσα στο Δήμο Βριλησσίων. Και βγήκε ο Δήμαρχος Βριλησσίων και είπε «ευτυχώς που το δάσος αυτό καθαρίστηκε, διότι αν δεν είχε καθαριστεί θα είχε καεί όλο».

Το λέω γιατί οι καθαρισμοί έχουν πολύ μεγάλη αποτελεσματικότητα, όπως έχουν μεγάλη αποτελεσματικότητα -και δεν άκουσα κανέναν να το λέει- η πολιτική μας για τους καθαρισμούς των οικοπέδων και η δήλωση στη σχετική πλατφόρμα της υποχρέωσης του πολίτη να πράξει το αυτονόητο. Δεν θα πρέπει να είναι υποχρέωση.

Είπατε «ο λαός σώζει το λαό». Έτσι δεν το είπατε; Ναι, συμφωνώ. Και οι πολίτες σώζουν τους πολίτες με αυτή τη λογική.

Έχει ή δεν έχει ευθύνη ο πολίτης να προστατεύσει τη δική του περιουσία, όταν ταυτόχρονα αυτή η προστασία δεν εξυπηρετεί μόνο το δικό του συμφέρον αλλά διευκολύνει τη συλλογική προσπάθεια αναχαίτισης μιας φωτιάς, όταν αυτή θα φτάσει κοντά σε έναν αστικό ιστό;

Για δείτε λίγο -γιατί αυτή είναι η δουλειά των ειδικών, να μελετούν πώς κινούνται οι φωτιές όταν φτάνουν στον αστικό ιστό- ποια είναι τελικά τα σπίτια τα οποία καίγονται και ποια είναι τα σπίτια τα οποία προστατεύονται. Και θα καταλήξετε σε πολύ αυτονόητα συμπεράσματα γιατί αυτή η στοιχειώδης υποχρέωση του πολίτη προστατεύει την περιουσία του αλλά βοηθάει ταυτόχρονα και τη συλλογική προσπάθεια. Διότι όταν μια φωτιά θα φτάσει στον αστικό ιστό, πολύ απλά δεν θα βρει την ίδια καύσιμη ύλη για να προχωρήσει με πολύ μεγάλη ταχύτητα.

Άκουσα ορισμένα πράγματα για τα δάση της Αττικής. Πού θα συμφωνήσω με αυτά τα οποία ειπώθηκαν; Πράγματι, ένα περιαστικό δάσος στην Αττική έχει σχετικά μεγαλύτερη σημασία από ένα δάσος σε μια πιο απομακρυσμένη περιοχή, ακριβώς γιατί τα δάση αυτά αποτελούν «οξυγόνο πρασίνου» για 4 εκατομμύρια συμπολίτες μας.

Άρα, ναι, πρώτος εγώ θα αναγνωρίσω ότι τα δάση της Αττικής θα πρέπει να προσπαθούμε να τα προστατεύουμε ως κόρην οφθαλμού. Τα καταφέραμε στο βαθμό που θα θέλαμε; Όχι. Όχι, δεν τα καταφέραμε. Κάνω τον συνολικό απολογισμό της πενταετίας, χωρίς να κρύβομαι πίσω από δικαιολογίες.

Κάναμε, όμως, φέτος μια πολύ μεγάλη προσπάθεια να δώσουμε μεγάλη έμφαση στην προστασία ειδικά του λεκανοπεδίου; Τα drones πέταξαν πρώτα στο λεκανοπέδιο. Τα έμφορτα εναέρια μέσα πέταξαν πρώτα στο λεκανοπέδιο. Οι καθαρισμοί έδωσαν έμφαση στο λεκανοπέδιο. Η συνεργασία μας -δεν θυμάμαι ποιος το είπε, δεν θυμάμαι αν το είπατε εσείς, κ. Ανδρουλάκη- με τους τοπικούς φορείς, τον ΣΠΑΥ και τον ΣΠΑΠ έχει πολύ μεγάλη σημασία. Διότι η Τοπική Αυτοδιοίκηση έχει τη δυνατότητα και τη γνώση να είναι σύμμαχος σε αυτή την προσπάθεια.

Άρα, ναι, πρώτος εγώ θα συμφωνήσω ότι τα δάση του λεκανοπεδίου και γενικά τα περιαστικά δάση, το ίδιο ισχύει και για το Σέιχ Σου στη Θεσσαλονίκη, για τον Χορτιάτη, πρέπει να προστατεύονται ως κόρην οφθαλμού, διότι τελικά προστατεύουν και διαμορφώνουν το μικροκλίμα πόλεων στις οποίες κατοικούν εκατομμύρια συμπολίτες μας.

Άκουσα όμως και κάτι, δεν ξέρω αν το είπε ο κ. Βελόπουλος, «τα δάση δεν ξαναγίνονται». Όχι, ξαναγίνονται τα δάση. Ξαναγίνονται, απλά με τους δικούς τους ρυθμούς. Τα δάση ξαναγίνονται με τους δικούς τους ρυθμούς. Η φυσική αναγέννηση…

(Ομιλίες εκτός μικροφώνου)

Και τα σπίτια ξαναγίνονται.

Τότε, συγγνώμη, δεν το είπατε εσείς, το είπε κάποιος άλλος.

Εν πάση περιπτώσει, τα δάση ξαναγίνονται.

Και επειδή εσείς αναφέρατε, το θυμάμαι αυτό, ότι στη Βουλγαρία αυξήθηκαν τα δάση, να σας πω κάτι που ίσως δεν το γνωρίζετε; Έχουμε σήμερα, κ. Βελόπουλε, μεγαλύτερη δασοκάλυψη στην Ελλάδα από ό,τι είχαμε το 1960; Ναι ή όχι; Ναι. Η απάντηση είναι ότι σήμερα στην Ελλάδα έχουμε περισσότερα δάση από ό,τι είχαμε το 1960.

Γιατί έγινε αυτό; Να σας εξηγήσω γιατί έγινε αυτό. Δεν έγινε γιατί γίναμε κατ’ ανάγκη καλύτεροι στην προστασία των δασών. Έγινε γιατί σε μεγάλο βαθμό εγκαταλείφθηκαν αγροτικές εκμεταλλεύσεις και κατέληξαν αυτοί οι αγροί να γίνουν δασωμένοι. Αυτό γίνεται και σε άλλες χώρες. Είναι μία άλλη έκφανση ενός προβλήματος που έχει να κάνει με το πώς αντιμετωπίζουμε την περιφερειακή ανάπτυξη.

Όμως, τα δάση, ευτυχώς, τα πευκοδάση, ξαναγίνονται υπό μία προϋπόθεση, αυτός είναι ο κανόνας της φυσικής αναγέννησης: να μην ξανακαούν έως ότου το δέντρο φτάσει σε αναπαραγωγική ηλικία. Εάν δεν ξανακαεί ένα πευκοδάσος ή δεν μπουν ζώα μέσα να το φάνε όταν τα πευκάκια είναι μικρά, το δάσος θα ξαναγίνει. Αλλά, δυστυχώς, δεν θα ξαναγίνει με τους δικούς μας ρυθμούς. Θα ξαναγίνει σε 10-15 χρόνια, κανείς δεν μπορεί να κάνει ένα δάσος να μεγαλώσει πιο γρήγορα.

Θα ξαναγίνουν όμως και τα δάση της Αττικής εφόσον, το τονίζω, εφόσον τα προστατεύσουμε, εφόσον κάνουμε τα σωστά έργα υποδομής και παρέμβασης και ανάσχεσης των εδαφών και τα απαραίτητα αντιπλημμυρικά, έργα τα οποία είναι απαραίτητα για να μην έχουμε μετά πλημμυρικά φαινόμενα.

Στην Εύβοια τα κάναμε αυτά. Και το δάσος στην Εύβοια, ήδη από τη φωτιά του 2021 έχει, όπως είπα και στην πρωτολογία μου, πολύ καλύτερη συμπεριφορά από αυτή την οποία περίμεναν και οι δασολόγοι.

Η φύση, λοιπόν, θα βρει τον ρυθμό της, αρκεί να τη βοηθήσουμε εμείς και αρκεί να την προστατεύσουμε από καινούριες πυρκαγιές όσο τα δάση αυτά είναι μικρά.

Προσπάθησα να ακούσω, και επανέρχομαι στον κ. Ανδρουλάκη, τις προτάσεις τις οποίες κατέθεσε και διαπίστωσα ότι ουσιαστικά μίλησε για ακριβώς αυτά τα οποία κάνουμε.

Ρωτώ, λοιπόν, εγώ: κάναμε ή δεν κάναμε πρόληψη; Κάναμε ή δεν κάναμε τους περισσότερους καθαρισμούς που έχουν γίνει από συστάσεως της Δασικής Υπηρεσίας; Θα μου πείτε: μπορεί να θέλατε να κάνουμε περισσότερους; Ναι, έχω πει και σε άλλη ευκαιρία ότι το να πιστεύει κανείς ότι μπορεί να καθαρίσει όλα τα δάση της χώρας, όλα, 60 και πλέον εκατομμύρια στρέμματα, δεν είναι εφικτό.

Άρα, πρέπει να κάνουμε μία προτεραιοποίηση. Ποια δάση καθαρίζουμε; Αυτά τα οποία μας είπατε να κάνουμε προτεραιοποίηση, την έχουμε κάνει την προτεραιοποίηση, γιατί το πρόγραμμα Antinero δεν έτρεξε τυχαία. Πήγαμε ακριβώς στα δάση τα οποία μας «έδειξε» η Δασική Υπηρεσία ότι πρέπει να καθαρίσουμε. Χιλιάδες χιλιόμετρα δασικών δρόμων καθαρίστηκαν, αντιπυρικές ζώνες διευρύνθηκαν, αυτό σημαίνει πρόληψη στην πράξη.

Σε συνδυασμό με δύο ακόμα πρωτοβουλίες. Η πρώτη, για την οποία σας μίλησα, που είναι η ατομική ευθύνη του κάθε πολίτη να κρατάει καθαρό το δικό του οικόπεδο.

Και η δεύτερη είναι μια μεγάλη πρωτοβουλία, την οποία πάλι καταψηφίσατε, -αναφέρομαι σε εσάς, ως «προοδευτική» δύναμη- που έχει να κάνει με τη διαχείριση των δασών.

Θέλουμε ή δεν θέλουμε παραγωγικά δάση; Θέλουμε δάση τα οποία να είναι παντελώς εγκαταλελειμμένα ή θέλουμε δάση στα οποία να μπορούμε να «χτίσουμε» ένα πλέγμα οικονομικών κινήτρων ώστε κάποιοι να μπορούν…

(Ομιλίες εκτός μικροφώνου)

Ανεμογεννήτριες μπορούν να γίνουν ήδη εντός δασών. Δεν χρειάζεται να τα καίμε για να γίνουν ανεμογεννήτριες. Σταματήστε πια αυτά τα fake news τα οποία συνέχεια διακινείτε.

Επανέρχομαι, λοιπόν, και σας ρωτώ ευθέως, κύριοι του ΠΑΣΟΚ: θέλουμε ή δεν θέλουμε παραγωγικά δάση; Είναι σωστό να έχουμε ένα οικονομικό μοντέλο, σε ένα δάσος το οποίο σήμερα δεν προσφέρει ουσιαστικά τίποτα να μπορούμε να βρούμε με σωστά κίνητρα έναν τρόπο αξιοποίησης της βιομάζας, ώστε να μπει κάποιος μέσα στο δάσος ο οποίος να μπορεί να το αξιοποιήσει;

Και έτσι ήταν. Τα δάση μας είχαν ζωή. Είχαμε ρητινοκαλλιεργητές, είχαμε υλοτόμους, οι οποίοι έμπαιναν και μπαίνουν ακόμα σε ένα βαθμό. Και εκεί που υπάρχει οικονομική δραστηριότητα στο δάσος, τα δάση είναι πιο προστατευμένα.

Φέραμε, λοιπόν, ψηφίσαμε ένα τέτοιο νομοσχέδιο. Τι κάνατε; Μπορεί να μην το ξέρετε, το καταψηφίσατε και αυτό. Λοιπόν, ελάτε να μου πείτε εσείς εάν έχετε άλλη, εναλλακτική πρόταση, σε αυτό που κάνετε. Εάν διαφωνείτε επί της αρχής ότι πρέπει να αξιοποιούμε παραγωγικά τα δάση μας, όπως γίνεται παντού στον κόσμο, γιατί τα δάση μπορεί να είναι πηγή πλούτου. Ή αν πιστεύετε ότι πρέπει να μείνουμε σε αυτή τη λογική. Αν, δηλαδή, πρέπει να το κάνουμε ή δεν το κάνουμε καθόλου ή δεν το κάνουμε σωστά. Θα ήθελα να ακούσω την απάντησή σας σε αυτό το ζήτημα.

Από εκεί και πέρα, μας υποδείξατε αυτό το οποίο σε μεγάλο βαθμό γίνεται ήδη από το Υπουργείο Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας.

Μίλησαν πολλοί για τη Δασική Υπηρεσία. Είναι σωστό να λέμε ότι πράγματι η Δασική Υπηρεσία ήταν παραμελημένη για πολλά χρόνια, όπως σας είπα, υπό την αρμοδιότητα των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων, χωρίς πραγματικό, φυσικό πολιτικό προϊστάμενο. Αυτή η κυβέρνηση έκανε μια μεγάλη μεταρρύθμιση και μετακίνησε την αρμοδιότητα των Δασικών Υπηρεσιών στο Υπουργείο Περιβάλλοντος.

Κάνουμε προσλήψεις δασικών, 235. Θα κάνουμε και άλλες, γιατί χρειαζόμαστε περισσότερους δασικούς υπαλλήλους. Αλλά κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει, όταν οι ίδιοι οι δασικοί υπάλληλοι το λένε, ότι σήμερα υπάρχει ένας καλύτερος συντονισμός μεταξύ Δασικών Υπηρεσιών και Πυροσβεστικής, απολύτως απαραίτητος. Διαβάστε τις τελευταίες δηλώσεις και τις συνεντεύξεις του Γενικού Διευθυντή Δασών, του κ. Γκουντούφα, να επιβεβαιώσετε αυτό το οποίο σας λέω.

Μπορούμε και πρέπει να γίνουμε καλύτεροι; Ναι, αλλά εδώ το ερώτημα είναι αν μας εγκαλείτε γιατί «ακολουθούμε λάθος κατεύθυνση» ή αν μας εγκαλείτε γιατί πολύ απλά δεν πάμε πιο γρήγορα στην κατεύθυνση την οποία θεωρούμε ότι έχουμε επιλέξει. Τη δεύτερη κριτική μπορώ ενδεχομένως να την ακούσω. Αν προτείνετε κάτι διαφορετικό θα ήθελα πάλι να το ακούσω.

Άρα, να κλείσω την απάντησή μου στον κ. Ανδρουλάκη λέγοντας ότι πολλά από αυτά τα οποία είπατε είναι ακριβώς αυτά τα οποία κάνουμε. Άρα, τουλάχιστον στον τομέα αυτό, θεωρώ ότι μπορούμε να βρούμε έναν σχετικό βηματισμό, έστω και αν το περιτύλιγμα είναι ένα περιτύλιγμα αυστηρής κριτικής.

Όπως είπα και στη αρχή, θα πρέπει να αποφασίσετε τι είδους αντιπολίτευση θέλετε να κάνετε: ουσιαστική, παραγωγική, βελτιωτική ή τη στείρα αντιπολίτευση του «όχι σε όλα», που σίγουρα δεν είναι αυτό το οποίο σήμερα χρειάζεται η χώρα.

Δύο τελευταίες παρατηρήσεις, κ. Πρόεδρε. Η μία αφορά τα κόμματα που βρίσκονται στα δεξιά της Νέας Δημοκρατίας και όλη αυτή τη, νομίζω, λίγο άχαρη συζήτηση περί πατριωτισμού.

Ο πατριωτισμός δεν είναι μία έννοια την οποία χρειάζεται να τη διαφημίσουμε. Ο πατριωτισμός είναι μια στάση ζωής και πολιτικής και το πόσο πατριώτης είναι κάποιος φαίνεται τελικά μέσα από τις συμπεριφορές του και τις δράσεις του.

Σας έχω μιλήσει πολλές φορές για την παράταξη της οποίας έχω την τιμή να ηγούμαι, με το πόση έμφαση δίνουμε στον εκσυγχρονισμό των Ενόπλων Δυνάμεων, μετά από πολλά χρόνια ουσιαστικά πλήρους επενδυτικής απαξίωσης. Με το αν προστατεύουμε τα σύνορα της χώρας δίκαια και αποτελεσματικά, όπως κάνουμε στον Έβρο και κάνουμε, κάθε μέρα, στα νησιά του Αιγαίου. Με το αν χτίζουμε συμμαχίες οι οποίες τελικά είναι εθνικά επωφελείς.

Και, ναι, πατριωτισμός είναι και το να έχουμε μία υπεύθυνη οικονομική πολιτική, η οποία θωρακίζει τη χώρα δημοσιονομικά και μας επιτρέπει να σταθούμε καλά στα πόδια μας. Για να μπορούμε ακριβώς να κάνουμε αυτές τις σημαντικές επενδύσεις, ειδικά στην Εθνική μας Άμυνα, που είναι απαραίτητες για μία χώρα η οποία βρίσκεται σε μία δύσκολη γεωπολιτικά περιοχή.

Εγώ δεν αυτοδιαφημίζομαι ως πατριώτης, ούτε προβάλλω τον πατριωτισμό μου ως, θα έλεγα, διαπιστευτήριο στον πολιτικό μου λόγο.

Και δεν ξέρω γιατί «αρπαχτήκατε» ή γιατί είδατε στο πρόσωπό σας να φωτογραφίζω τους «πατριώτες της φακής», γιατί εγώ δεν μίλησα για κανέναν συγκεκριμένα. Ενδεχομένως να βγάλατε εσείς τα δικά σας συμπεράσματα σε ποιον αναφερόμουν, αλλά θα πω μια άλλη φράση εδώ, γιατί τα ζητήματα αυτά, ξέρετε, έχουν απασχολήσει το δημόσιο διάλογο αιώνες τώρα: «πατριωτισμός είναι το τελευταίο καταφύγιο των απατεώνων», Σάμιουελ Τζόνσον, 18ος αιώνας.

Είναι γεμάτη η ιστορία του κόσμου απ’ αυτούς οι οποίοι πρώτοι και πάνω απ’ όλα αγωνίζονται να πείσουν ότι είναι περισσότερο πατριώτες από άλλους -σε αυτό θα επιμείνω, το είπα στη δήλωσή μου και το ξαναλέω- και στην πρώτη κρίση θα βάλουν την ουρά στα σκέλια.

Τέλος, μία αναφορά στον αγαπητό κ. Χαρίτση, τον οποίον ρώτησα, μιας και αναφέρθηκε στο μεταναστευτικό, και δεν μου απάντησε. Μας είπε ότι «υπάρχει άλλη πολιτική για το μεταναστευτικό». Τον ρώτησα ευθέως και σας ξαναρωτώ: η άλλη πολιτική την οποία εισηγείστε, είναι η πολιτική της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ του 2015;

Διότι σε αυτή την πολιτική η χώρα, με κυβέρνηση τη Νέα Δημοκρατία και με Πρωθυπουργό εμένα, δεν πρόκειται να γυρίσει ποτέ.

Ούτε πολιτική ανοιχτών θυρών, ούτε Μόριες, ούτε ασυνόδευτα παιδιά τα οποία κακοποιούνται σεξουαλικά, ούτε εικόνες εξευτελισμού που ντροπιάζουν τη χώρα. Όχι, αυτή δεν είναι η πολιτική μας και σε αυτή την πολιτική δεν θα γυρίσουμε.

Τριτολογία του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη

Πολύ σύντομα, απαντώντας στον Αρχηγό του ΠΑΣΟΚ σχετικά με τον φορέα διαχείρισης των υδάτων της Θεσσαλίας, θέλω να σας ενημερώσω ότι έχουμε μία εξαιρετική συνεργασία με τον κ. Κουρέτα, ο οποίος έχει κάνει μία σημαντική δουλειά, απαντώντας και στον κ. Χαρίτση ο οποίος μας άσκησε κριτική ότι «δεν έχει γίνει τίποτα απολύτως» ως προς τα αντιπλημμυρικά έργα της Θεσσαλίας.

Και, βεβαίως, υπάρχει εκπρόσωπος της Περιφέρειας στον καινούριο φορέα διαχείρισης τον οποίον έχουμε συστήσει. Aναμένουμε πολύ σύντομα να τοποθετήσουμε και την ηγεσία του, έτσι ώστε ο φορέας αυτός να αρχίσει να λειτουργεί.

Η Περιφέρεια, λοιπόν, εκπροσωπείται και καλώς εκπροσωπείται, διότι η διαχείριση των υδάτων πρέπει να ανέβει στο επίπεδο της Περιφέρειας. Αυτό είναι κάτι στο οποίο πιστεύω ότι μπορούμε, τουλάχιστον σε αυτή την αίθουσα, να συμφωνήσουμε.

Σχετικά με την τροπολογία σας για τους Σπαρτιάτες, μπορώ να σας πω, κ. Ανδρουλάκη, ότι η κυβέρνηση πολύ σύντομα θα φέρει σχετική νομοθετική ρύθμιση που θα αντιμετωπίζει το ζήτημα αυτό. Θεωρούμε ότι η τροπολογία, έτσι όπως κατατέθηκε, είχε κάποιες αδυναμίες τις οποίες θέλουμε να εξετάσουμε.

Όπως και στο παρελθόν -μην αγχώνεστε, θα το δείτε, εξάλλου, στην πράξη- έχουμε καταφέρει να έρθουμε σε συζήτηση και συνεννόηση για τέτοιου είδους θεσμικά ζητήματα. Κάντε, λοιπόν, λίγο υπομονή και θα καταθέσουμε εμείς σχετική νομοθετική ρύθμιση.

Δεν μπορώ, όμως, βέβαια να αφήσω ασχολίαστο ότι εσείς με τον ΣΥΡΙΖΑ ψηφίσατε τη διάταξη, το 2019, που αποσύνδεε τη χρηματοδότηση ουσιαστικά των κομμάτων από την εκλογική διαδικασία. Κι έρχεστε τώρα να διορθώσετε αυτό το οποίο εσείς ψηφίσατε.

Καλώς το κάνετε, αλλά δώστε μας λίγο χρόνο να επανέλθουμε με τη νομοθετική πρωτοβουλία, με μία τροπολογία που θα είναι πολύ κοντά σε αυτό το οποίο εσείς έχετε εισηγηθεί.

Στο ζήτημα τώρα του Συνηγόρου του Πολίτη. Εδώ δεν θέλω να μιλήσω για λογαριασμό του Προέδρου της Βουλής, αλλά αυτή η διαδικασία εξεύρεσης πλειοψηφίας γύρω από ένα πρόσωπο το οποίο έχει προτείνει η πλειοψηφία, έχει τραβήξει πολύ περισσότερο από το χρονικό διάστημα της προεκλογικής διαδικασίας του ΠΑΣΟΚ.

Θέλω να θυμίσω στο Σώμα ότι η θητεία του Συνηγόρου έχει λήξει δυόμισι χρόνια. Πείτε μου εσείς αν θεωρείτε λογικό, εκτός αν η Βουλή…

(Ομιλίες εκτός μικροφώνου)

Λοιπόν, τον φέραμε εδώ και τέσσερις μήνες, λοιπόν εν πάση περιπτώσει… Η θητεία έχει λήξει.

(Ομιλίες εκτός μικροφώνου)

Λοιπόν, η πρότασή μας, κ. Ανδρουλάκη, θα είναι ο κ. Σωτηρόπουλος. Έχω ζητήσει από τον Πρόεδρο της Βουλής η πρόταση αυτή να έρθει σε ψηφοφορία στην επόμενη συνεδρίαση της Επιτροπής Θεσμών, εντός της εβδομάδας. Θα τοποθετηθείτε, λοιπόν, και θα δούμε πώς αντιλαμβάνεστε τη συναίνεση. Δεν θέλω να προκαταλάβω την απόφασή σας, ελπίζω να είναι θετική.

Τελευταία παρατήρηση: δεν θέλω τώρα να γυρίσω πίσω ιστορικά στο ποιος έσωσε τη χώρα, ποιος καταδίκασε τη χώρα, αλλά εν πάση περιπτώσει, όταν γυρνάτε στο 2010, ναι, η ιστορία θα γράφει ότι η χώρα χρεοκόπησε επί των δικών σας ημερών.

Επίσης, η ιστορία θα γράφει ότι το 2009 σε αυτή την αίθουσα -ήμουν απλός βουλευτής-, ψηφίζατε έναν προϋπολογισμό ο οποίος προέβλεπε αύξηση δαπανών, έτσι δεν είναι; Αύξηση δαπανών γιατί «λεφτά υπήρχαν». Δεν το είπατε απλά, δεν το είπε ο τότε Πρωθυπουργός εν τη ρύμη του λόγου, το έκανε πράξη. Και τέσσερις μήνες μετά, δυστυχώς, η χώρα «έσκασε» στα χέρια του.

Τώρα, ως προς το πόσο θα μας διευκολύνετε, κοιτάξτε το οξύμωρο: μας κατηγορείτε για αλαζονεία -προσέξτε εδώ τα παιχνίδια των λέξεων- κι εγώ είμαι ο πρώτος ο οποίος θα σας πω ότι αν υπάρχουν, που μπορεί να υπάρχουν, αλαζονικές συμπεριφορές, αυτές δεν μπορούν να γίνουν ανεκτές από εμένα.

Νομίζω ότι το ήθος και ο ύφος της παράταξης δεν συνάδει με τέτοιες συμπεριφορές. Δε λέω ότι αποκλείονται και δεν πρόκειται ποτέ να συμβούν, όποτε συμβαίνουν, όμως, είναι δική μας δουλειά να φροντίζουμε να ανακαλούμε όλους στην τάξη.

Έρχεστε τώρα, όμως, εσείς, νεοεκλεγείς Πρόεδρος, με τον ενθουσιασμό των δημοσκοπήσεων που σας δίνουν δεύτερο κόμμα, να μας πείτε τι; Να μας διευκολύνετε, έτσι το είπατε, να ανοίξει η πόρτα του Μαξίμου για να μπείτε εσείς, καταλαβαίνω. Έτσι δεν είναι; Αυτό μας λέτε. «Έλα με φόρα», μου θύμισε, που έλεγε κάποτε η κα Τσαπανίδου για τον κ. Τσίπρα.

Προσέξτε, λοιπόν, το αν κάποιος θα έρθει με φόρα, αν θα μας ανοίξει την πόρτα, αν θα μας ανοίξετε εσείς την πόρτα του Μαξίμου, αν θα βγούμε εμείς από το Μαξίμου για να μπείτε εσείς, διότι αυτό εννοείτε, είναι θεμιτή η φιλοδοξία σας.

Αυτό θα το αποφασίσει ο κυρίαρχος ελληνικός λαός σε τρία χρόνια από τώρα. Εδώ θα είμαστε, να κάνουμε τον λογαριασμό.